Στο σύγχρονο τοπίο του επιχειρηματικού μετασχηματισμού, η έννοια της «Δίδυμης Μετάβασης» έχει αναδειχθεί ως βασικό παράδειγμα για τις μικρομεσαίες εταιρείες.
Αυτό σημείωσε σε ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης ενώ προσθέτει πως, αυτή η έννοια, περικλείει το ταυτόχρονο ταξίδι τόσο προς τη βιωσιμότητα όσο και την ψηφιοποίηση «όμως, πέρα από τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διασφαλίσει βιώσιμη ανταγωνιστικότητα, κατά τη διαδρομή της μετάβασης».
Η επιθυμητή κατάσταση του «καθαρού μηδέν», συνεχίζει ο ίδιος, «είναι για τον πλανήτη μας εκείνη στην οποία τα αέρια του θερμοκηπίου που εισέρχονται στην ατμόσφαιρα ισοδυναμούν με την απομάκρυνσή τους από αυτήν. Εάν δεν υπάρχει βιώσιμος πλανήτης, δεν μπορεί να υπάρξει καμία κοινωνία, καμία οικονομία και φυσικά επιχειρηματική δραστηριότητα και εργασία. Αντίστοιχα η βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα εξαρτάται εγγενώς από την παραγωγή καθαρής ενέργειας και από τους φυσικούς πόρους του πλανήτη».
Το κόστος της δίδυμης μετάβασης για τις ΜμΕ εκτιμάται από την Ε.Ε. στα 600 δισ. ευρώ μέχρι το 2030, εκ των οποίων 350 δισ. για την "πράσινη" μετάβαση, τονίζει ο πρόεδρος και προσθέτει:
«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι το κλειδί για μια οικονομικά βιώσιμη και δίκαιη μετάβαση, παρέχοντας ποιοτική απασχόληση, αγαθά και υπηρεσίες στους πολίτες. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να παραμείνουμε όλοι οι επιχειρηματικοί φορείς συνεπείς σε ένα διαρκή και ανοικτό διάλογο, να διαμορφώσουμε μια εικόνα επενδυτικής βεβαιότητας και να διασφαλίσουμε εξατομικευμένα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων μας. Οι κάθε μεγέθους επιχειρήσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε όλα τα οικονομικά οικοσυστήματα και στις αλυσίδες εφοδιασμού, τόσο ως πάροχοι υπηρεσιών, όσο και ως πελάτες. Μεμονωμένα, οι μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις έχουν σχετικά μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Ωστόσο, ως ομάδα, συμβάλλουν σημαντικά με 63% στις συνολικές εκπομπές της επιχειρηματικότητας λόγω του μεγάλου αριθμού τους. Είναι ξεκάθαρο πως δεν υπάρχει "net zero" χωρίς τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη έχουν πληγεί σοβαρά από την ανεπαρκή ή ακριβή προσφορά ενέργειας και πρώτων υλών και έχουν βιώσει τις επιπτώσεις της εξάρτησης των κρατών μελών της ΕΕ από τα ορυκτά καύσιμα στους λογαριασμούς ενέργειας. Επιπλέον, η αβεβαιότητα σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής της πολυάριθμης νέας νομοθεσίας για το κλίμα, την ενέργεια και το περιβάλλον και οι υπερβολικές απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων δημιουργούν περιττά εμπόδια για τις ΜμΕ για να πράξουν τις επιχειρήσεις τους. Είναι η ώρα που τώρα πρέπει να εστιάσουμε στο πώς θα εφαρμοστεί η νομοθεσία κατά τρόπο κατάλληλο για τις επιχειρήσεις και θα ακολουθήσουμε τη διαδρομή προς το "net zero" και την απαλλαγή μας από τις ανθρακούχες εκπομπές».
Ακόμη, προσθέτει ο πρόεδρος, πέρα από τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διασφαλίσει βιώσιμη ανταγωνιστικότητα, κατά τη διαδρομή της μετάβασης, με τη δημιουργία επτά κατάλληλων συνθηκών:
* Ασφάλεια επενδύσεων μέσω ισχυρών και εφικτών ενδιάμεσων στόχων για το 2040,
* Εξορθολογισμός υπερβολικών απαιτήσεων υποβολής γραφειοκρατικών εκθέσεων,
* Δίκαιη, καλά ολοκληρωμένη και ανθεκτική ενεργειακή αγορά που θα είναι απαλλαγμένη από ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατό, ενώ παράλληλα θα επεκτείνει την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας,
* Στοχευμένη και αποτελεσματική υποστήριξη των επιχειρήσεων στην ενεργειακή μετάβαση και την κυκλικότητα της παραγωγής,
* Ενίσχυση της καινοτομίας, καθώς και των απλών και εύκολα προσβάσιμων μέσων χρηματοδότησης ιδιωτικών επενδύσεων,
* Συνεργασία για τους κλιματικούς κινδύνους, και ενός σωστού πλαισίου για την ασφαλισιμότητα και των μέτρων προσαρμογής για την παραγωγικότητα,
* Διασφάλιση πρόσβασης σε προσιτά ανακυκλωμένα υλικά.
Ο ίδιος υπογραμμίζει:
«Οι επιχειρηματικές οργανώσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι σε θέση να συνεργαστούν με τους φορείς λήψης αποφάσεων για την ανάπτυξη μέτρων πολιτικής για την Πράσινη Συμφωνία που θα εφαρμόζονται και θα λειτουργούν για όλες τις επιχειρήσεις. Όλοι μαζί συνιστούμε ένα ευρέως αποδεκτό σύνολο εργαλείων και δεικτών για τη μέτρηση της εφαρμογής της Πράσινης Συμφωνίας. Οι παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις που θα επιφέρει η κλιματική αλλαγή τις επόμενες 3 δεκαετίες εκτιμώνται πως θα μπορούσαν να φτάσουν μέχρι το 2050 τα 130 τρις δολάρια, εκ των οποίων τα 24 τρις δολάρια θα «διαρρεύσουν» στην εφοδιαστική αλυσίδα και σε άλλους κλάδους της αγοράς. Η ΤτΕ εκτιμά το κόστος της κλιματικής κρίσης στο 1% του ΑΕΠ για την ελληνική οικονομία και στα 2,2 δις ευρώ ετησίως.
Η χρηματοδότηση παραμένει η πιο σημαντική πηγή ρευστότητας για το 82% των ΜμΕ. Η διευκόλυνση της παροχής τραπεζικών δανείων είναι καθοριστική για την ανάκαμψη και τη "δίδυμη μετάβαση" του 46% των 24,3 εκατ. ΜμΕ εκ των οποίων τα 22,7 εκατ. απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζόμενους. Μόνο με μια συλλογική προσπάθεια μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι θα φτάσουμε σε μια πραγματικά πράσινη και δίκαιη μετάβαση. Μαζί, ΕΕ-27 και ΜμΕ, μπορούμε να συνεργαστούμε, ώστε να κάνουμε την Πράσινη Συμφωνία να λειτουργήσει για τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη. Με την διεξαγωγή των Ευρωεκλογών στις 9 Ιουνίου 2024, μας δίνεται η ευκαιρία να εκφράσουμε εντονότερα τα εγχώρια αιτήματα μας, ώστε να διαμορφώσουμε ένα καλύτερο ευρωπαϊκό μέλλον, αξιοποιώντας μάλιστα την ψήφο μας, σύμφωνα και με τα επιχειρηματικά μας κριτήρια».