Του Ανέστη Ντόκα
Ξεκίνησε τη Δευτέρα η επαναλειτουργία του εργοστασίου της Χαλυβουργικής του ομίλου Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου. Η μονάδα είχε παραμείνει κλειστή και οι εργαζόμενοι είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα. Σύμφωνα με τη διοίκηση, με την οποία συνομίλησε το businessnews.gr, «θα καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια να παραμείνει ανοιχτό το εργοστάσιο και ήδη προγραμματίζονται νέες παραγγελίες».
Πάντως η κατάσταση στον κλάδο είναι μη αναστρέψιμη. Η εγχώρια ζήτηση έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 1962, το α' εξάμηνο του 2014 εξελίσσεται σχεδόν ισοπεδωτικά για τον κλάδο με ανύπαρκτη την οικοδομική δραστηριότητα, στα εργοστάσια που ακόμη λειτουργούν υπάρχει μόνο η βραδινή βάρδια (10-6) και μόνο Δευτέρα με Παρασκευή, και, φυσικά, τα εξαγγελθέντα μέτρα της κυβέρνησης, ύψους 150 εκατ. ευρώ, για μείωση του κόστους σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο –αν και δεν έχουν εφαρμοσθεί μέχρι και σήμερα– δίνουν μια ελάχιστη παράταση ζωής μέχρι το Δεκέμβριο του 2014.
Στον Όμιλο Ν. Μάνεση, οι εξελίξεις για το εργοστάσιο της «Χαλυβουργίας Α.Ε.» στον Ασπρόπυργο είναι άσχημες, αφού η εταιρεία θα αρχίσει να κοινοποιεί τις απολύσεις στους 100 εργαζομένους, καταβάλλοντας τις νόμιμες αποζημιώσεις.
Όπως τονίζουν στελέχη των χαλυβουργικών εταιρειών, «η κυβέρνηση ανακοίνωσε τα μέτρα, αλλά λόγω των εκλογών έχουν παγώσει τα πάντα. Προφανώς και δεν τους ενδιαφέρει ο κλάδος, αφού η κατάσταση πλέον είναι μη αναστρέψιμη για τα περισσότερα εργοστάσια». Οι τράπεζες από την πλευρά τους δεν κάνουν καμία πιστωτική διευκόλυνση στις εταιρείες του κλάδου, εφόσον δεν υποβάλλουν βιώσιμο επιχειρηματικό σχέδιο.
Σε δηλώσεις του ο πρόεδρος της Ένωσης Χαλυβουργιών Ελλάδος, Αλέξανδρος Τικτόπουλος, υποστηρίζει τα εξής: «Το πολύ υψηλό κόστος ενέργειας (ηλεκτρικής και φυσικού αερίου) είναι το μείζον πρόβλημα των ελληνικών χαλυβουργιών έναντι των ανταγωνιστριών τους στη διεθνή αγορά, δεδομένου ότι, κατά τα άλλα, οι ελληνικές επιχειρήσεις διαθέτουν εγκαταστάσεις παραγωγής της πλέον προηγμένης τεχνολογίας, έχουν τεχνογνωσία και οργάνωση πολύ υψηλού επιπέδου και τα προϊόντα που παράγουν μπορούν να συγκριθούν με τα ποιοτικότερα αντίστοιχα στην παγκόσμια αγορά. Αυτό που χρειάζονται και ζητούν είναι να εφαρμοστούν και στη χώρα μας οι ίδιες ρυθμίσεις που από ετών εφαρμόζονται στις άλλες χώρες της Ε.Ε., π.χ. στην Ιταλία, όπως είναι οι συμβάσεις διακοψιμότητας, η αντιστάθμιση των ρύπων, η μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης κ.ά.».
Κι ενώ στα άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., συνεχίζει ο κ. Τικτόπουλος, «μελετούν ήδη τη λήψη πρόσθετων μέτρων για την περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των χαλυβουργιών τους, σύμφωνα με το Σχέδιο Δράσης για τη Χαλυβουργία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στη χώρα μας καθυστερεί ακόμη η εφαρμογή των μέτρων ύψους 150 εκατ. ευρώ που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση το Φεβρουάριο 2014 για τη μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου για τη βιομηχανία».
Το 2013, η ζήτηση της εγχώριας αγοράς για ράβδους οπλισμού σκυροδέματος και χονδρόσυρμα παρέμεινε στα επίπεδα του 2012 –περίπου 350.000 τόνοι–, με την αγορά να συρρικνώνεται κατά 85% σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Εξαιρετικά δυσοίωνες, όμως, είναι οι προοπτικές και για την εξαγωγική δραστηριότητα. Το 2013, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 23,8% σε σχέση με το 2012, ενώ η μείωση έφθασε το 46,8% σε σύγκριση με τις εξαγωγές του έτους 2011 (2011: 983.000 τόνοι, 2012: 686.000 τόνοι, 2013: 523.000 τόνοι).
Πολύ μεγαλύτερη είναι η πτώση των εξαγωγών στην αγορά της Αλγερίας –κύρια αγορά των χαλυβουργιών της Νότιας Ευρώπης– στην οποία από ετών ανταγωνίζονται οι χαλυβουργίες της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Ενώ οι εξαγωγές των ελληνικών χαλυβουργιών μειώθηκαν μεταξύ 2011-2013 κατά 58,8%, αντίθετα αυξήθηκαν θεαματικά οι εξαγωγές των ιταλικών χαλυβουργιών κατά 93,1%, των ισπανικών κατά 23,2% και των πορτογαλικών κατά 43,0%, λόγω του πολύ χαμηλότερου κόστους ενέργειας που έχουν σε σύγκριση με τις ελληνικές.