Στις 19/02/2016 πραγματοποιήθηκε η Β' Επαναληπτική Έκτακτη Γενική Συνέλευση των μετόχων της Κούμπας Α.Ε. Συμμετοχών.
Στη Συνέλευση παρέστησαν 6 Μέτοχοι που εκπροσωπούσαν 10.552.740 Μετοχές και αντίστοιχα δικαιώματα ψήφων, ήτοι το 60,15% επί του συνόλου των 17.544.600 μετοχών της Εταιρείας.
H Γενική Συνέλευση έλαβε τις εξής αποφάσεις:
Θέμα 1ο:
Oι παριστάμενοι μέτοχοι με ποσοστό 100%, ήτοι μέτοχοι κάτοχοι 10.552.740 μετοχών, ενέκριναν τη διάλυση της Εταιρείας και τη θέση της σε εκκαθάριση.
Θέμα 2ο:
Οι παριστάμενοι μέτοχοι με ποσοστό 100%, ήτοι μέτοχοι κάτοχοι 10.552.740 μετοχών, ενέκριναν τον διορισμό του κ. Αναστασίου Τσιρώνη και της κας Κωνσταντίνας Μουσχουντή στη θέση των δύο εκκαθαριστών, οι οποίοι θα φέρουν σε πέρας τις εργασίες της εκκαθάρισης.
Τα αίτια που οδήγησαν στην πτώση
Λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990 εισήλθε στο Χρηματιστήριο της Αθήνας η εταιρεία Κούμπας που δραστηριοποιείτο στον χώρο των μεσιτών-συμβούλων ασφαλίσεων κατέχοντας ηγετική θέση και ακίνητο σημαντικής αξίας στο Μαρούσι.
Αργότερα, η διοίκηση της εισηγμένης (χρηματοδοτούμενη και από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου) αποφάσισε να μετεξελιχθεί σε holding, αποσχίζοντας την ασφαλιστική της δραστηριότητα (στη σημερινή Eurobrokers) και αποκτώντας μειοψηφικές συμμετοχές σε μια σειρά εταιρειών διαφόρων δραστηριοτήτων.
Έτσι, αποκτήθηκαν μειοψηφικά ποσοστά σε εταιρείες διαφόρων κλάδων, όπως του χρηματιστηριακού (π.χ. Σάρρος), του συμβουλευτικού (π.χ. Remaco), της υγείας (Metropolitan), της θερμοκοιτίδας νέων καινοτόμων επιχειρήσεων (Thermi), των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των ακινήτων.
Πέραν αυτών, έλαβαν χώρα σημαντικές τοποθετήσεις και σε τίτλους εισηγμένων εταιρειών του ΧΑ.
Γενικότερος στόχος ήταν να προκύψουν σημαντικές συνέργειες μεταξύ των εταιρειών στις οποίες ο Όμιλος συμμετείχε, συνέργειες που μεταξύ άλλων θα ωφελούσαν και την Κούμπας Συμμετοχών.
Τι όμως έγινε και χάλασαν τα σχέδια που είχε καταστρώσει η διοίκηση της Κούμπας Συμμετοχών;
Πρώτον, το σύνολο των επενδύσεων έλαβε χώρα πριν το ξέσπασμα της κρίσης, με αποτέλεσμα οι οικονομικές επιδόσεις και οι αποτιμήσεις των εταιρειών και των ακινήτων που αγοράστηκαν να μειωθούν αισθητά (και σε ορισμένες περιπτώσεις κατακόρυφα).
Δεύτερον, επειδή σημαντικό τμήμα των επενδύσεων βασίστηκε σε τραπεζικό δανεισμό, οι υψηλοί τόκοι επιβάρυναν την εισηγμένη και της επέφεραν σημαντικό πλήγμα.
Και τρίτον, μέσα σ' αυτό το περιβάλλον της κρίσης, η εισηγμένη ήταν υποχρεωμένη να ρευστοποιεί κατά διαστήματα περιουσιακά της στοιχεία (σε μια προσπάθεια να περιορίσει ως ένα βαθμό τα ανοίγματα που είχε προς τις τράπεζες), «κλειδώνοντας» έτσι αρνητικές υπεραξίες.