Του Ανέστη Ντόκα
Η οικονομική κατάρρευση της Χαλυβουργίας Ελλάδας του Ομίλου Νίκου Μάνεση, που πιστοποιήθηκε και με την έγκριση των ομαδικών απολύσεων από το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας, είναι αναμφίβολα ένα σοκαριστικό γεγονός, αλλά δυστυχώς ήταν αναμενόμενη εξέλιξη. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, ο «κατακόκκινος» κλάδος της ελληνικής χαλυβουργίας έχει αυτή τη στιγμή ένα γιγαντιαίο σύνολο συσσωρευμένων χρεών, ενώ η κατάσταση δείχνει να είναι μη αναστρέψιμη. Αποτέλεσμα; Ένα σημαντικό κομμάτι των χρεών θα κληθούν να το διαχειριστούν οι ελληνικές τράπεζες, αφού αφορά τα δάνεια.
Σε αναμμένα κάρβουνα, όμως, κάθονται και οι προμηθευτές, οι οποίoι έχουν ανείσπρακτες απαιτήσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Η ζήτηση των χαλυβουργικών προϊόντων στην Ελλάδα σημείωσε το 2013 πτώση-ρεκόρ, ύψους 85%, σε σχέση με το 2008. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι βιομηχανίες να καταγράφουν συνεχώς όλο και υψηλότερες ζημίες.
Κατά την τετραετία 2009-2012 οι ζημίες των χαλυβουργικών βιομηχανιών ανήλθαν στα 568 εκατ., ενώ ο τζίρος μόνο μέσα σε ένα χρόνο έφτασε τα 856 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας πτώση 31%, χωρίς να φαίνεται ελπίδα ανάκαμψης. Aιτία είναι το ότι τομείς όπως είναι το real estate, οι κατασκευές και η οικοδομή στην Ελλάδα, με τους οποίους έχει άμεση σχέση η χαλυβουργία, δυστυχώς έχουν αγγίξει σε ζήτηση τις δεκαετίες 1970 και 1960. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας του κλάδου της χαλυβουργίας της χώρας οφείλεται κυρίως στο υψηλό ενεργειακό κόστος (ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο).
Η μη λήψη μέτρων για τη μείωση του ενεργειακού κόστους στα επίπεδα των Ευρωπαίων ανταγωνιστών έχει ήδη επιφέρει δραστική συρρίκνωση της παραγωγής και τεράστιες ζημίες. Ενδεικτικό της χαώδους διαφοράς κόστους είναι το γεγονός ότι η τελική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας, με την οποία χρεώνεται μια χαλυβουργία στην Ελλάδα, πλησιάζει τα 80 ευρώ ανά μεγαβατώρα, τη στιγμή που σε Ιταλία, Ισπανία και Γερμανία οι αντίστοιχες τιμές κυμαίνονται από 30 έως 40 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Η Χαλυβουργία Ελλάδας, με κλειστό το εργοστάσιο στον Ασπρόπυργο αφού δεν έχει παραγγελίες, στηρίζεται μόνο στη μονάδα του Βόλου, όπου λειτουργεί μόνο η βραδυνή βάρδια, δηλαδή από τις 22.00 το βράδυ μέχρι τις 6.00 το πρωί. Οι ελάχιστοι εργαζόμενοι στον Ασπρόπυργο χρησιμοποιούνται μόνο για τη διαφύλαξη των εγκαταστάσεων και την όποια συντήρηση χρειάζεται, όταν βέβαια το εργοστάσιο έχει δεκάδες μήνες να παραδώσει παραγγελία.
«Ημέρα θλίψης και οργής»
«Ημέρα θλίψης και οργής στην ιστορία της Ελληνικής Χαλυβουργίας» χαρακτηρίζει σε ανακοίνωσή της η εταιρεία τη σημερινή (12/6), καθώς όπως σημειώνει είναι αναγκασμένη να προχωρήσει σε ομαδικές απολύσεις.
Όπως αναφέρει η εταιρεία « Δυστυχώς, δύο χρόνια μετά τη λήξη της 9μηνης απεργίας/κατάληψης του εργοστασίου του Ασπροπύργου, με ανύπαρκτη την εσωτερική αγορά - λόγω της κατάρρευσης της οικοδομικής δραστηριότητας που προήλθε από τα επώδυνα φορολογικά μέτρα -- και εμπόδιο στην πραγματοποίηση εξαγωγών, ως μοναδική διέξοδo, το απαγορευτικό κόστος ενέργειας, η εταιρία αναγκάζεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις 45 (από τους 74 εναπομείναντες και έναντι 450 προ κρίσης) εργαζομένων λόγω της οικονομικής δυσπραγίας στην οποία έχει περιέλθει.
Τα δύο τελευταία χρόνια η εταιρία δαπάνησε 10 εκατ. ευρώ σε μισθούς του προσωπικού του εν αδρανεία εργοστασίου Ασπροπύργου περιμένοντας τα περιβόητα μέτρα για τη βελτίωση του κόστους ενέργειας (διακοψιμότητα, αντιστάθμιση κόστους ρύπων, μείωση ειδικών φόρων, κ.α.) στα επίπεδα των ανταγωνιστριών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πραγματοποιήσαμε περισσότερες από 50 επίσημες συναντήσεις με τους αρμόδιους υπουργούς και υπηρεσιακούς παράγοντες και βιώσαμε μία εξαιρετικά ψυχοφθόρα διαδικασία σε αναμονή πραγματοποίησης αναρίθμητων υποσχέσεων περί άμεσης λήψης μέτρων για την επιβίωση των Ελληνικών Χαλυβουργιών.
Οι αναγκαστικές απολύσεις μας θλίβουν. Σκοπός της εταιρίας μας παραμένει η επαναλειτουργία του εργοστασίου και επαναπρόσληψη των εργαζομένων».