Toυ ΑΝΕΣΤΗ ΝΤΟΚΑ
Την ώρα που η ΕΚΤ αγοράζει πλέον και εταιρικά ομόλογα, μειώνοντας το κόστος δανεισμού για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, οι ελληνικές εταιρίες συνεχίζουν να δανείζονται με πολύ υψηλά επιτόκια λόγω του επενδυτικού ρίσκου της χώρας (country risk). Έτσι, οι ανταγωνιστές των ελληνικών επιχειρήσεων δανείζονται σήμερα με επιτόκια χαμηλότερα του 3%. Αντίθετα, στην Ελλάδα οι επιχειρηματίες των εισηγμένων της υψηλής κεφαλαιοποίησης δανείζονται με μέσο επιτόκιο που φθάνει το 8% και 8,5%. Ενδεικτική η αδυναμία των ΕΛΠΕ να αναχρηματοδοτήσει πρόσφατο ομόλογο και το πλήρωσε με ταμειακά διαθέσιμα.
Μέχρι και τον Ιούλιο του 2020 συνολικά 7 εισηγμένες θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν ομόλογα συνολικής ονομαστικής αξίας 4,075 δισ. ευρώ. Μέχρι το τέλος του 2016 δεν υπάρχει ομολογιακή έκδοση που να λήγει αφού οι περισσότερες ημερομηνίες λήξης των ομολόγων έχουν μεταφερθεί την επόμενη τετραετία 2017-2020 και συνεπώς οι επιχειρήσεις δεν κινδυνεύουν μέσα σ’ αυτό το υφεσιακό κλίμα να αναζητούν κεφάλαια για την πληρωμή των κουπονιών. Μην ξεχνάμε ότι όλες οι εκδόσεις που παρουσιάζονται στον πίνακα καλύφθηκαν στο σύνολό τους από το ευρύ επενδυτικό κοινό.
Eπίσης, να υπενθυμίσουμε ότι στο επόμενο νομοσχέδιο του υπουργού οικονομικών θα περιλαμβάνεται η ίδρυση ελληνικής αγοράς εταιρικών ομολόγων αφού επιλύθηκαν δύο βασικά προβλήματα που εμπόδιζαν την λειτουργία της νέας αγοράς. Το πρώτο θέμα αφορούσε την κατάργηση του δικαιοπρακτικού επιτοκίου που είχε καθορισθεί στο 5,75% με νόμο παλαιοτέρων δεκαετιών. Το δεύτερο θέμα που επιλύθηκε ήταν να επιτρέπεται η τοποθέτηση ξένων κεφαλαίων στην ελληνική αγορά εταιρικών ομολόγων.
Οι δυσχέρειες στην έκδοση διεθνών εταιρικών ομολόγων άρχισαν να παρουσιάζονται μετά το καλοκαίρι του 2014 και κορυφώθηκαν με τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 και την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από το ΣΥΡΙΖΑ.
Ενώ θεωρητικά μία μέση ελληνική εισηγμένη επιχείρηση υψηλής κεφαλαιοποίησης θα μπορούσε αρχές Οκτωβρίου του 2014 να δανειστεί με επιτόκια (κουπόνια) από 3%-3,5%, σήμερα το κόστος δανεισμού έχει εκτοξευτεί πάνω από το 10% και 11% ακόμη και 12% και μαζί με τις premium risk καλύψεις και τα διάφορα έξοδα να αγγίζουν το 13% και 14% που καθιστά τελείως απαγορευτική μία τέτοια επενδυτική κίνηση. Αξίζει να αναφέρουμε ότι την περίοδο από τα τέλη του 2012 μέχρι και τον Μάιο του 2014 οι ελληνικές επιχειρήσεις του μη χρηματοπιστωτικού τομέα εξέδωσαν ομολογιακούς τίτλους διάρκειας 3 έως 7 ετών, συνολικής ονομαστικής αξίας 4,8 δισ. ευρώ. Να διευκρινίσουμε ότι το εταιρικό ομόλογο αποτελεί ένα δάνειο το οποίο αντλείται από τον εκδότη του δανείου (την εταιρεία) όχι μέσω της τραπεζικής διαμεσολάβησης αλλά μέσω των κεφαλαιαγορών. Τα ομόλογα επιτρέπουν στον εκδότη να χρηματοδοτήσει μακροπρόθεσμες επενδύσεις με εξωτερικά κεφάλαια.
Μια εξωστρεφής εταιρεία, όπως είναι όσες παρουσιάζουμε σήμερα, έχει ανάγκες χρηματοδότησης της ανάπτυξής της, του εξοπλισμού της, συγκεκριμένων έργων και υποδομών, δημιουργίας ή βελτίωσης γραμμών παραγωγής, νέων προϊόντων και υπηρεσιών, ή ακόμα και του κεφαλαίου κίνησης. Σε περιόδους χαμηλών επιτοκίων και πληθωρισμού παρατηρείται αύξηση των εκδόσεων εταιρικών ομολόγων, αφού οι συνθήκες είναι ιδανικές για να δανειστούν οι εταιρείες μακροπρόθεσμα με χαμηλά επιτόκια. Έτσι, δημιουργούνται καλές προϋποθέσεις για αναχρηματοδότηση των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων ή μετατόπιση του χρόνου αποπληρωμής υπαρχόντων δανείων (είτε με καλύτερους όρους είτε επειδή η ανάγκη κεφαλαίων εξακολουθεί να υφίσταται). Βέβαια στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια η ύφεση απέτρεψε τις περισσότερες επιχειρήσεις να εκδώσουν εταιρικά ομόλογα, και οι περισσότερες κάλυψαν τις ανάγκες τους μέσω ιδίων κεφαλαίων.
Επενδυτές σε εταιρικά ομόλογα μπορεί να είναι ιδιώτες και θεσμικοί επενδυτές. Οι θεσμικοί επενδυτές περιλαμβάνουν αμοιβαία κεφάλαια, ασφαλιστικές εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία, εξειδικευμένα κεφάλαια που επιζητούν ευκαιρίες επένδυσης σε ομόλογα υψηλής απόδοσης (high yield bonds). Ταυτόχρονα, σε πολλές αγορές ανά τον κόσμο δραστηριοποιούνται και ιδιώτες επενδυτές.