Του Ανέστη Ντόκα
Ενδιαφέροντα συμπεράσματα προέκυψαν κατά τη διάρκεια της ετήσιας γενικής συνέλευσης της Ένωσης Εισηγμένων Εταιρειών. Όπως ειπώθηκε, η τρέχουσα χρήση δείχνει να βγαίνει η χώρα από την κρίση, αλλά υπάρχουν πάρα πολλά θέματα που αναμένουν επίλυση. Σε ιδιαίτερη συνεργασία με την Enterprise Greece (την πρώην Invest in Greece που έχει απορροφήσει και τον ΟΠΕ - Οργανισμό Προώθησης Εξαγωγών), η ΕΝΕΙΣΕΤ παρουσίασε την ετήσια βίβλο οργανωτικών εκκρεμοτήτων που απηύθυνε στον εκάστοτε υπουργό Οικονομικών. Η τελευταία έκδοση έλαβε χώρα το 2010 και υποβλήθηκε στον τότε υπουργό, κ. Παπακωνσταντίνου, καθώς στη συνέχεια η επιδείνωση της κρίσης έθεσε σε πρώτη προτεραιότητα άλλα θέματα. Απαντώντας στην Enterprise Greece για τα θέματα που δυσχεραίνουν τις επενδύσεις, τους συστάθηκε να ζητήσουν να ενημερωθούν από τις ίδιες τις βιομηχανικές επιχειρήσεις για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Επιπλέον, επισημάνθηκε η τραγική κατάσταση της δικαιοσύνης.
Οι καθυστερήσεις των δικαστικών αποφάσεων είναι παροιμιώδεις. Πρώτη δικάσιμος για υπόθεση κατάσχεσης π.χ. ορίσθηκε το 2025! Οποιαδήποτε φορολογική διαφορά απαιτεί την προπληρωμή του 50% του φόρου και των προστίμων. Ουσιαστικά η ρύθμιση αυτή απαγορεύει την προσφυγή στη δικαιοσύνη, καθότι οι επιχειρήσεις κρίνουν πιο συμφέρον να προπληρώσουν το φόρο με διευκολύνσεις παρά να καταβάλουν το 50% των αξιώσεων των εφοριών τοις μετρητοίς για να δεχθεί το δικαστήριο να ακούσει τις ενστάσεις τους και να αποφανθεί μετά δεκαετία, αφού οι επιχειρήσεις θα έχουν υποστεί και μια σειρά εξόδων για δικηγόρους κ.λπ. Οι ξένοι επενδυτές γνωρίζουν πολύ καλά την κατάσταση αυτή και για το λόγο αυτό επιδιώκουν διακρατικές συμφωνίες υποκείμενες σε νομικά καθεστώτα τρίτων χωρών. Η ΕΝΕΙΣΕΤ τόνισε ότι η κρίση άφησε πίσω της χρεωμένες επιχειρήσεις, για τις οποίες δεν μπορούν να καθοριστούν ενιαία κριτήρια χειρισμού. Οι εκπρόσωποι των εισηγμένων εταιρειών υποστήριξαν ότι οι 100 μεγαλύτερες εισηγμένες, καθώς και οι αντίστοιχες 100 μη εισηγμένες, θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικού χειρισμού ανάμεσα στους τραπεζίτες και στους βασικούς μετόχους, με στόχο την εξεύρεση λύσης που θα επιτρέψει τη συνέχιση της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Το απλό γεγονός ότι μια επιχείρηση επέζησε από την κρίση αποδεικνύει τη βιωσιμότητά της. Για τις περιπτώσεις παραλόγως υπερχρεωμένων επιχειρήσεων θα πρέπει να ληφθούν μέτρα ανάλογα με την ύπαρξη παράνομων δανεισμών ή/και υπερβολικών αμοιβών των βασικών μετόχων. Εν πάση περιπτώσει, η ύπαρξη τέτοιων κακών παραδειγμάτων δεν μπορεί να αποτελέσει οδηγό για το χειρισμό των υπολοίπων.