Ο έλεγχος της φερεγγυότητας και της αξιοπιστίας ενός ομίλου ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή και μιας μεμονωμένης ασφαλιστικής επιχείρησης ανήκει αναμφίβολα στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εποπτικών αρχών, στις οποίες η επιχείρηση έχει την έδρα της, αναφέρει σε ανακοίνωση η Ενωση Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος (ΕΑΕΕ).
Πέραν αυτού οι εποπτικές αρχές, όχι μόνον της χώρας καταγωγής μιας ασφαλιστικής επιχείρησης αλλά και των χωρών υποδοχής, έχουν αρμοδιότητα και υποχρέωση να διασφαλίζουν την τήρηση των κανόνων δημοσίου συμφέροντος και την προστασία των καταναλωτών εντός της επικράτειάς τους, τονίζει η ΕΑΕΕ.
Σ'αυτό το πλαίσιο η ισχύουσα εθνική εποπτική νομοθεσία (ν.4364/2016 για τη Φερεγγυότητα ΙΙ) προβλέπει ότι με απόφαση της αρμόδιας εποπτικής αρχής (ΤτΕ) καθορίζονται τα κριτήρια αξιοπιστίας και καταλληλότητας που θα πρέπει να πληρούν σε συνεχή βάση οι ειδικοί αντιπρόσωποι των εταιριών που δραστηριοποιούνται με Ε.Π.Υ. στην Ελλάδα στον κλάδο αστικής ευθύνης αυτοκινήτου (άρθρο 120 παρ.7) και επιπλέον με απόφαση και πάλι της εποπτικής αρχής καθορίζονται και ενδεικτικές περιπτώσεις υπέρβασης του καθεστώτος δραστηριοποίησης με Ε.Π.Υ. (άρθρο 123 παρ. 1).
Όλα αυτά είναι αναγκαία, όταν είναι γνωστό ότι σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα με καθεστώς Ε.Π.Υ., η ελληνική αγορά (καταναλωτές, ασφαλιστικές επιχειρήσεις και Επικουρικό Κεφάλαιο Αυτοκινήτων) θα υποστεί σοβαρότατες συνέπειες.
Οπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, η Ελληνική Ασφαλιστική Αγορά και κατ' επέκταση οι Έλληνες καταναλωτές είναι αναμφίβολα εκτεθειμένοι σε αυξημένο κίνδυνο από τη δραστηριοποίηση στην Ελλάδα ασφαλιστικών επιχειρήσεων με Ε.Π.Υ. και έδρα σε κράτη μέλη των οποίων τα Επικουρικά Κεφάλαια Αυτοκινήτων δεν έχουν υπογράψει τη Συμφωνία του 1995, την οποία σημειωτέον έχει συνυπογράψει η πλειονότητα των Επικουρικών Κεφαλαίων Αυτοκινήτων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ε.Ο.Χ., συμπεριλαμβανομένου του Ελληνικού Επικουρικού Κεφαλαίου Αυτοκινήτων, και η οποία Συμφωνία προβλέπει ότι σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης, το Επικουρικό Κεφάλαιο Αυτοκινήτων του κράτους καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης της οποίας ανεκλήθη η άδεια λειτουργίας έχει υποχρέωση να επιστρέψει στα Επικουρικά Κεφάλαια Αυτοκινήτων των κρατών υποδοχής της ασφαλιστικής επιχείρησης όλα τα ποσά των αποζημιώσεων που έχουν αυτά καταβάλει σε ζημιωθέντες της επικράτειάς τους λόγω της αφερεγγυότητας αυτής.
Η Συμφωνία του 1995 υιοθετήθηκε από την πλειονότητα των Επικουρικών Κεφαλαίων Αυτοκινήτων, με ελάχιστες εξαιρέσεις (στις οποίες περιλαμβάνεται η Μάλτα και η Ρουμανία), καθώς κρίθηκε αναγκαίο και σκόπιμο τις επιπτώσεις της αφερεγγυότητας μιας επιχείρησης να αναλαμβάνει πρωτίστως το Επικουρικό Κεφάλαιο Αυτοκινήτων της χώρας καταγωγής της επιχείρησης, η οποία άλλωστε έχει και τη βασική εποπτεία της ασφαλιστικής επιχείρησης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παραπάνω Συμφωνία κρίθηκε αναγκαία από τα Κράτη Μέλη παρά το γεγονός ότι οι δραστηριοποιούμενες με καθεστώς Ε.Π.Υ. επιχειρήσεις καταβάλλουν εισφορές και στα Επικουρικά Κεφάλαια των χωρών υποδοχής, καθώς ως γνωστόν οι εισφορές αυτές αφορούν πρωτίστως την κάλυψη αποζημιώσεων για ατυχήματα από ανασφάλιστα και άγνωστα οχήματα, η δε αφερεγγυότητα είναι ένα έκτακτο γεγονός για το οποίο το μεγαλύτερο βάρος θα πρέπει να φέρει η χώρα καταγωγής και εποπτείας.
Συνεπώς, χωρίς αμφιβολία σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα στην Μάλτα ή τη Ρουμανία που ασκεί Ε.Π.Υ. στη χώρα μας, τον κίνδυνο της αποπληρωμής των αποζημιώσεων θα έχει εξ ολοκλήρου η ελληνική ασφαλιστική αγορά (Επικουρικό Κεφάλαιο Αυτοκινήτων), χωρίς να μπορεί να αναζητήσει και να επανεισπράξει τα ποσά που θα καταβάλει στους ζημιωθέντες από τον αντίστοιχο Οργανισμό της Μάλτας ή της Ρουμανίας.
Πέραν των ανωτέρω, με νεώτερη συμφωνία (Βιέννη, Νοέμβριος 2012) τα Επικουρικά Κεφάλαια Αυτοκινήτων των κρατών μελών της Ε.Ε. και Ε.Ο.Χ., τα οποία έχουν συνυπογράψει την παραπάνω Συμφωνία του 1995, δέχθηκαν κάθε κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου δραστηριοποιούνται εταιρίες με Ε.Π.Υ. ή με υποκατάστημα να είναι εν μέρει οικονομικά εκτεθειμένο στην περίπτωση που οι εν λόγω εταιρίες αποδειχθούν αφερέγγυες, τονίζει η ΕΑΕΕ.
Συγκεκριμένα αποφασίστηκε τα Επικουρικά Κεφάλαια Αυτοκινήτων, δηλ. οι ασφαλιστικές αγορές των κρατών μελών στο έδαφος των οποίων δραστηριοποιείται ασφαλιστική επιχείρηση με Ε.Π.Υ. ή με υποκατάστημα, να μπορούν στο εξής να επανεισπράττουν από το Επικουρικό Κεφάλαιο του κράτους καταγωγής για τις ζημιές που έχουν πληρώσει για λογαριασμό των αφερέγγυων εταιριών ποσό που δεν θα ξεπερνά ετησίως το 0,5% της συνολικής παραγωγής ασφαλίστρων αστικής ευθύνης αυτοκινήτου στο κράτος αυτό.
Έτσι, ο κανόνας ότι το βάρος της εποπτείας και άρα των συνεπειών λόγω πλημμελούς άσκησης αυτής φέρει το κράτος καταγωγής κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης κάμφθηκε και στη συγκεκριμένη περίπτωση εξαιτίας της επιμήκυνσης του χρόνου επανείσπραξης, με προφανή συνέπεια την πρόσθετη επιβάρυνση της χώρας υποδοχής και της εγχώριας αγοράς.
Λαμβάνοντας υπ' όψιν όλα τα ανωτέρω καλούμε όλους τους υπευθύνους να πάρουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για την εξασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής προστασίας των δικαιωμάτων τόσο των ασφαλισμένων όσο και όλων γενικώς των καταναλωτών, αναφέρεται στην ανακοίνωση.