Περισσότερα στοιχεία για τα βήματα, μέσα από τα οποία θα μπορούσε να κατασκευασθεί η νέα λιγνιτική μονάδα «Μελίτη ΙΙ» στη Φλώρινα, ήρθαν στο φως χθες, στο περιθώριο της εκδήλωσης για την υπογραφή του μνημονίου συνεργασίας (MoU) ανάμεσα στη ΔΕΗ, την κινεζική CMEC και τις δύο ιδιωτικές εταιρείες (ΤΕΡΝΑ, Άκτωρ) που κατέχουν λιγνιτωρυχεία στην περιοχή, για την τροφοδοσία της μονάδας.
Ενδεικτικό είναι πως διασαφήθηκε τι θα μπορούσε να συνεισφέρει κάθε μία από τις παραπάνω επιχειρήσεις, ώστε να πάρει μέρος στη θυγατρική εταιρεία που θα συσταθεί και η οποία θα αναλάβει την υλοποίηση του πρότζεκτ. Έτσι, όσον αφορά τη ΔΕΗ, τα σχέδιό της είναι να εκχωρήσει στη θυγατρική την ήδη υπάρχουσα μονάδα «Μελίτη Ι», ισχύος 330 MW, τον χώρο κατασκευής της καινούρια μονάδας, την άδεια κατασκευής της, το λιγνιτωρυχείο στην περιοχή «Κλειδί», όπως επίσης και το 40% που κατέχει από το λιγνιτωρυχείο της Βεύης.
Από την πλευρά της, η CMEC θα αναλάβει τη σχεδίαση και τη χρηματοδότηση κατασκευής της μονάδας, η οποία θα έχει ισχύ 450 MW. Με βάση τις μελέτες που είχε πραγματοποιήσει η Δημόσια Επιχείρηση στο παρελθόν, όταν διερευνούσε το ενδεχόμενο να κατασκευάσει μόνη της τη «Μελίτη ΙΙ», η εκτίμηση για το κόστος υπολογιζόταν στα 750 εκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, για την κινεζική εταιρεία, ενδεχομένως να αποδειχθεί μικρότερο το ποσό που θα χρειασθεί να δαπανήσει.
Τέλος, οι Άκτωρ και ΤΕΡΝΑ θα συνεισφέρουν στη θυγατρική το 60% από το λιγνιτικό πεδίο της Βεύης, το οποίο βρίσκεται στην κυριότητά τους, όπως επίσης και το λιγνιτωρυχείο της Αχλάδας.
Από τα περιουσιακά στοιχεία και τα κεφάλαια που θα εκχωρήσει κάθε εταίρος, θα προσδιορισθεί και ο αριθμός των μετοχών που θα λάβει από το κοινοπρακτικό σχήμα. Μάλιστα, για την κατανομή των ποσοστών, θα προσληφθεί ανεξάρτητος εκτιμητής, ο οποίος θα αναλάβει να αποτιμήσει οικονομικά τη συνεισφορά τους και επομένως το μετοχικό «πακέτο» που αναλογεί σε κάθε συμμετέχοντα.
Με την υπογραφή του MoU, άνοιξε ο δρόμος για να δημιουργηθεί μία ομάδα εργασίας, η οποία θα εξετάσει κάθε οικονομική πτυχή του πρότζεκτ. Στην περίπτωση που προκύψει πως το πρότζεκτ είναι βιώσιμο, τότε η θυγατρική θα συσταθεί μέσα στο 2017.
Η κατασκευή της μονάδας θα μπορούσε να ξεκινήσει έναν χρόνο αργότερα, την οποία δεν είναι απίθανο να αναλάβουν ελληνικές εταιρείες, αφού η CMEC δεν έχει κανενός είδους απαίτηση ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση, εκτιμάται πως δεν θα χρειασθούν περισσότερο από 4-5 χρόνια για να ολοκληρωθεί η «Μελίτη ΙΙ», κάτι που σημαίνει πως το αργότερο το 2023 θα είναι έτοιμη να τεθεί σε λειτουργία.
Η μονάδα θα είναι υπερσύγχρονη και θα εκπέμπει πολύ λιγότερους ρύπους από τα υπάρχοντα λιγνιτικά εργοστάσια παλιότερης «γενιάς» της ΔΕΗ, αφού θα έχει υψηλή απόδοση (έως και 41,5%). Παράλληλα με την κατασκευή, θα πραγματοποιηθούν οι προπαρασκευαστικές εργασίες στα λιγνιτωρυχεία, ώστε με την έναρξη της λειτουργίας της να είναι έτοιμα να την τροφοδοτήσουν με καύσιμο.
Ο λιγνίτης της περιοχής είναι από τους πιο πλούσιους στην Ελλάδα σε θερμογόνο δύναμη, κάτι που σημαίνει πως ωφελημένη από το πρότζεκτ θα είναι και η επίσης υπερσύγχρονη «Μελίτη Ι». Κι αυτό γιατί με την τροφοδοσία της με ποιοτικότερο καύσιμο, από αυτό που χρησιμοποιείται σήμερα, θα μπορέσει να αυξηθεί η πραγματική της απόδοση, φθάνοντας στο ποσοστό που προβλέπουν οι τεχνικές της προδιαγραφές.
Αν υλοποιηθεί, η «Μελίτη ΙΙ» θα πάρει τη θέση παλιών και ρυπογόνων λιγνιτικών σταθμών της ΔΕΗ, που θα χρειασθεί να αποσυρθούν μέσα στα επόμενα χρόνια. Επομένως, θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο στη συμμετοχή κατά 35% του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες, ένα ποσοστό που σύμφωνα με τη διοίκηση της Δημόσιας Επιχείρησης είναι απαραίτητο για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας.