"Καλύτερος ένας ξαφνικός θάνατος για τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, παρά η διαιώνιση του προβλήματος" είναι η σκληρή στάση που ενδεχομένως θα ακολουθήσει το οικονομικό επιτελείο και οι Θεσμοί σχετικά με το σχέδιο που επεξεργάζονται για τη ρύθμιση οφειλών των επιχειρήσεων.
Στο σχέδιο που εισάγεται η ολιστική διευθέτηση των χρεών των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων (χρέη προς πιστωτικά ιδρύματα, εφορία, ταμεία, προμηθευτές, εργαζόμενους κ.ο.κ) δεν αναφέρεται πουθενά η λέξη «διαγραφή οφειλών», όπως προέβλεπε ο ν. 4307/2014 (νόμος Δένδια). Αντίθετα, η φιλοσοφία του βασίζεται στο πάγωμα σημαντικού τμήματος των οφειλών και της μεταφοράς του στο μέλλον (10-20 χρόνια και ανάλογα με τις δυνατότητες της επιχείρησης), με τη μόνη προσδοκία που διατηρείται να είναι αυτή της μελλοντικής -αλλά υπό αυστηρές προϋποθέσεις και κατά περίπτωση- διαγραφής χρεών.
Έτσι, στο συγκεκριμένο πλαίσιο θα μπορέσουν να σταθούν τυχερές, μόνο όσες επιχειρήσεις κρίνονται ως "βιώσιμες" ενώ οι υπόλοιπες θα οδηγούνται με γρήγορες διαδικασίες σε εκκαθάριση. Πρόκειται για ένα μεγάλο σε όγκο "ξεκαθάρισμα" που σκοπέυει να εφαρμόσει η κυβέρνηση σε συνεργασία με τους Θεσμούς και που θα βασίζεται αποκλειστικά στις εκθέσεις βιωσιμότητας των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ποσοστό περίπου 20% είναι επιχειρήσεις μη βιώσιμες που βάσει αυτού του σχεδίου θα οδηγηθούν σε "ξαφνικό θάνατο" αυξάνοντας δραματικά τα λουκέτα σε μια ήδη επιβαρυμένη οικονομία. Ωστόσο, σκοπός του οικονομικού επιτελείου είναι η όσο δυνατόν ταχύτερη επάνοδος στην κανονικότητα για τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν προβλήματα και που όμως μπορούν μελλοντικά να εξοφλήσουν τα χρέη τους.
Η διαδικασία
Οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που θα υπάγονται στο νόμο, θα κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες: στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και στις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις. Για την πρώτη κατηγορία επιχειρήσεων, η έκθεση βιωσιμότητας της επιχείρησης θα είναι τυποποιημένη. Το μοντέλο που θα χρησιμοποιηθεί βρίσκεται υπό διαμόρφωση από το οικονομικό επιτελείο, την Τράπεζα της Ελλάδος και τα πιστωτικά ιδρύματα. Αν η επιχείρηση κριθεί βιώσιμη, τότε με απόφαση της πλειοψηφίας των πιστωτών, λαμβανομένης υπόψη της ικανότητας της επιχείρησης, θα καθορίζεται ένα πλάνο αποπληρωμής των χρεών της σε βάθος χρόνου.
Στην περίπτωση που η επιχείρηση κρίνεται μη βιώσιμη, τότε θα οδηγείται σε εκκαθάριση. Βεβαίως, θα δίνεται και η δυνατότητα στον οφειλέτη που κρίνεται μη βιώσιμος να καταθέσει και τη δική του μελέτη στην περίπτωση που μπορεί να αποδείξει το αντίθετο. Η βασιμότητα της μελέτης θα εξετάζεται από τους πιστωτές, οι οποίοι αναλόγως θα κρίνουν.
Για τη δεύτερη κατηγορία επιχειρήσεων, η μελέτη θα συντάσσεται από ελεγκτικές εταιρείες. Ομοίως, η τύχη της επιχείρησης θα καθορίζεται από την απόφαση της πλειοψηφίας των πιστωτών. Και για τις δύο περιπτώσεις, η απόφαση των πιστωτών θα επικυρώνεται από το δικαστήριο.
Το μέγεθος των εταιρειών θα καθορίζεται από τον αριθμό του προσωπικού, το ύψος του κύκλου εργασιών και το ύψος του ετήσιου ισολογισμού τους. Έτσι, ως πολύ μικρή επιχείρηση ορίζεται αυτή η οποία απασχολεί λιγότερους από 10 εργαζομένους (ΕΜΕ) και της οποίας ο κύκλος εργασιών ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 2 εκατ. ευρώ. Ως μικρή επιχείρηση ορίζεται αυτή η οποία απασχολεί περισσότερους από τους παραπάνω αλλά λιγότερους από 50 εργαζόμενους (ΕΜΕ) και ο κύκλος εργασιών της ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 10 εκατ. ευρώ. Ως μεσαία επιχείρηση ορίζεται αυτή η οποία απασχολεί πάνω από 50 αλλά λιγότερους από 250 εργαζόμενους (ΕΜΕ) και της οποίας ο κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού της δεν υπερβαίνει τα 43 εκατ. ευρώ. Και τέλος ως μεγάλη επιχείρηση ορίζεται αυτή η οποία απασχολεί περισσότερους από 250 εργαζόμενους (ΕΜΕ), ή και της οποίας ο κύκλος εργασιών υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ, ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού υπερβαίνει τα 43 εκατ. ευρώ.
Πού βρισκόμαστε τώρα;
Το υπουργείο Οικονομίας θα πρέπει μέχρι την ερχόμενη Παρασκευή να αποστείλει το τελικό κείμενο στους θεσμούς και εφόσον δεν υπάρχει κάποια ένσταση, να ξεκινήσει η διαδικασία σύνταξης του νόμου. Κύκλοι του υπουργείου επισημαίνουν ότι τα αργότερο έως το τέλος Οκτωβρίου, ο νόμος θα έχει ψηφισθεί.