Η βιομηχανία παιδικών τροφών Γιώτης ΑΕ -μια από τις παλαιότερες ελληνικές βιομηχανίες τροφίμων- κατόρθωσε στη διάρκεια των χρόνων της κρίσης όχι μόνο να αυξήσει τις πωλήσεις της, αλλά και να παραμείνει κερδοφόρα, έστω κι αν τα κέρδη της μειώθηκαν κατά περίπου 20% έναντι του 2008.
Μάλιστα αν ληφθεί υπόψη πως στη διάρκεια των έξι τελευταίων χρόνων η αγορά συρρικνώθηκε σημαντικά, είναι προφανές ότι η επιτυχία της είναι ακόμη μεγαλύτερη από τους καταγραφέντες αριθμούς στους ισολογισμούς της. Και σε όλη αυτήν την περίοδο δεν σταμάτησε να επενδύει. Κορυφαία πηγή της εταιρείας μιλώντας προς το ΑΠΕ-ΜΠΕ έλεγε πως «η Γιώτης ΑΕ ανταγωνίζεται μεγάλες εταιρείες, ελληνικές και πολυεθνικές, σε κάθε κατηγορία που δραστηριοποιείται».
Όπως είναι φυσικό ο ανταγωνισμός είναι ακόμη πιο έντονος τα τελευταία χρόνια, δεδομένου ότι στα επώνυμα προϊόντα ασκούνται ισχυρές πιέσεις και από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας των αλυσίδων σούπερ μάρκετ - μπορεί το μερίδιό τους από 22% που ήταν να έπεσε κάτω από 20%, ωστόσο όμως αυτό σημαίνει ότι ένα στα πέντε προϊόντα που αγοράζουν οι καταναλωτές είναι ιδιωτικής ετικέτας-.
Στη διάρκεια του 2016 η αγορά των καταναλωτικών προϊόντων - συμπεριλαμβανομένης της Lidl - έχει συρρικνωθεί κατά περίπου 5,5%. Σε αυτό το περιβάλλον η διατήρηση των πωλήσεων στα επίπεδα του 2015, είναι επιτυχία, επισημαίνει η ίδια πηγή της εταιρείας.
Πράγματι, οι πωλήσεις της Γιώτης ΑΕ στη διάρκεια του 2015 ανήλθαν στα 70,34 εκατ. ευρώ έναντι 70,16 εκατ. ευρώ το 2014 - οι πωλήσεις το 2008 ήταν 52 εκατ.Ευρώ.
Παράλληλα, τα κέρδη προ φόρων από 4,47 εκατ. ευρώ το 2014 ανήλθαν πέρυσι, με βάση τα νέα λογιστικά πρότυπα στα 4,98 εκατ. ευρώ. «Για το 2016 προβλέπουμε ότι η εταιρεία θα διατηρήσει τα περυσινά της μεγέθη», σημειώνει η ίδια πηγή. Και πέρυσι οι επενδύσεις της σε μηχανολογικό εξοπλισμό και κτίρια ανήλθαν στα 4 εκατ. ευρώ.
Εν τω μεταξύ η Γιώτης ΑΕ κατέχει την πρώτη θέση σε μερίδια αγοράς, σε βασικές κατηγορίες προϊόντων όπως είναι η Φαρίνα, τα επιδόρπια (π.χ. άνθος αραβοσίτου, κρέμα καραμελέ, φρουϊ ζελέ), σε προϊόντα μαγειρικής (π.χ. μπεσαμέλ, κορν φλαουρ, μαγιά), σε ροφήματα (π.χ. ρόφημα σοκολάτας, κακάο), σε προϊόντα ψυγείου και στις υπόλοιπες κατηγορίες όπου δραστηριοποιείται κατέχει τη δεύτερη ή την Τρίτη θέση (π.χ. κουβερτούρες, βρεφικές κρέμες και βρεφικό γάλα, πουρές).
Αναφορικά με τις εξαγωγές αξίζει να σημειωθεί ότι η εταιρεία έχει εντατικοποιήσει τις προσπάθειές της για την ανάπτυξή τους και όπως τονίζεται χαρακτηριστικά «η προσπάθεια υποστηρίζεται από ένα στρατηγικό πλάνο, που προβλέπει την μελέτη των αγορών και των κατά τόπους συνηθειών, τη δημιουργία νέων προϊόντων και τη συνεργασία κατά τόπους δίκτυα αντιπροσώπων. Οι χώρες άμεσης προτεραιότητας είναι οι Βαλκανικές, οι Αραβικές και η Κίνα».
Η εξαγωγική δραστηριότητα της εταιρείας συνεισφέρει στις συνολικές της πωλήσεις με περίπου 7 εκατ. ευρώ ετησίως, ποσό που αντιστοιχεί στο 10% του συνολικού της τζίρου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ