Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ακύρωσε χθες και επαναφέρει προς εκδίκαση, προηγούμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ, με την οποία είχε κριθεί άκυρη απόφαση της Κομισιόν, που καλούσε την Ελλάδα να ανακτήσει από την Αλουμίνιο της Ελλάδας (AτΕ) κρατική ενίσχυση 17,4 εκατ. ευρώ.
Την 1η Απριλίου 2006 η ΔΕΗ κατήγγειλε τη σύμβαση του 1960 με την Αλουμίνιο της Ελλάδας, η οποία είχε χαρακτηριστεί και από την Κομισιόν ως κρατική ενίσχυση. Η Αλουμίνιο προσέφυγε στην ελληνική δικαιοσύνη, η οποία το 2007 ανέστειλε προσωρινώς την καταγγελία της σύμβασης με τη διαδικασία των προσωρινών μέτρων. Η ΔΕΗ προσέφυγε με τη σειρά της σε δεύτερο βαθμό και το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών επικύρωσε στις 6 Μαρτίου 2008 την καταγγελία της σύμβασης.
Στις 13ης Ιουλίου 2011, η Επιτροπή θεώρησε ότι η Ελλάδα είχε παρανόμως χορηγήσει στην Αλουμίνιον κρατική ενίσχυση 17,4 εκατομμυρίων ευρώ, διότι, μετά την πρώτη απόφαση ασφαλιστικών μέτρων των ελληνικών δικαστηρίων, η Αλουμίνιον συνέχισε να επωφελείται από το προτιμησιακό τιμολόγιο από τις 5 Ιανουαρίου 2007 έως τις 6 Μαρτίου 2008.
Κατά την Επιτροπή, η ενίσχυση αυτή έπρεπε να χαρακτηριστεί νέα ενίσχυση, η οποία, δεδομένου ότι είχε χορηγηθεί χωρίς προηγουμένως να της κοινοποιηθεί, δεν ήταν συμβατή με την εσωτερική αγορά. Για τον λόγο αυτόν, η Επιτροπή υποχρέωσε την Ελλάδα να ανακτήσει την ενίσχυση από την Αλουμίνιον.
Κατόπιν προσφυγής που άσκησε η Αλουμίνιον, το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, κρίνοντας ότι η επίμαχη ενίσχυση πρέπει να χαρακτηριστεί ως υφιστάμενη ενίσχυση.
Η ΔΕΗ, υποστηριζόμενη από την Επιτροπή, άσκησε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου είναι νομικά εσφαλμένη.
Το ζήτημα που τίθεται στη συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν η πρώτη απόφαση ασφαλιστικών μέτρων των εθνικών δικαστηρίων μπορεί να χαρακτηριστεί ως τροποποίηση υφιστάμενης ενίσχυσης (και, ως εκ τούτου, νέα ενίσχυση) ή ως υφιστάμενη ενίσχυση . Στην πρώτη μόνο περίπτωση θα έπρεπε, προτού εφαρμοστεί, να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή.
Με τη χθεσινή απόφασή του, το Δικαστήριο αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και αναπέμπει την υπόθεση σε αυτό προς επανεξέταση, θεωρώντας ότι η παράταση της διάρκειας ισχύος υφιστάμενης ενίσχυσης αποτελεί τροποποίηση υφιστάμενης ενίσχυσης και, ως εκ τούτου, συνιστά νέα ενίσχυση.