34 χρόνια μετά την παύση λειτουργίας του εργοστασίου παραγωγής μπίρας ΦΙΞ στη Λεωφ. Συγγρού, η FIX Hellas επιστρέφει στο ιστορικό κτίριο, με τη χορηγία της πρώτης περιοδικής έκθεσης του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ). Η έκθεση με τίτλο «Κρίσιμοι Διάλογοι: Αθήνα- Αμβέρσα», σηματοδοτεί τη δημόσια λειτουργία του ΕΜΣΤ, εγκαινιάζοντας ταυτόχρονα το χώρο των Περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου με το Πρόγραμμα «Το ΕΜΣΤ στον Κόσμο».
Η έκθεση «Κρίσιμοι Διάλογοι: Αθήνα- Αμβέρσα», αποτελεί το στοχαστικό διάλογο μεταξύ των συλλογών του ΕΜΣΤ και του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Αμβέρσας (M HKA) και βασίζεται σε έργα από τις συλλογές των δύο Μουσείων. Σε αυτήν παρουσιάζονται συνολικά 66 καλλιτέχνες και περισσότερα από 70 έργα και θα διαρκέσει έως και τις 29 Ιανουαρίου 2017.
Η FIX Hellas, άμεσα συνδεδεμένη με το ιστορικό κτίριο που αποτελεί πλέον τη στέγη του ΕΜΣΤ, σαφώς και στηρίζει ενεργά αυτήν την πρωτοβουλία, που ουσιαστικά σηματοδοτεί και την επανεκκίνηση της περιοδικής εκθεσιακής δραστηριότητας του Μουσείου.
Λίγα λόγια για το ιστορικό κτίριο ΦΙΞ:
Το 1850 ο Ιωάννης Φιξ μεταβαίνει στην Αθήνα από τη Βαυαρία για να επισκεφτεί τον πατέρα του, Γεώργιο Φιξ. Ο θάνατος του πατέρα του, τον οδηγεί στην απόφαση να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα και να ιδρύσει το 1864 τη ζυθοποιία FIX, που θα αποτελέσει την πρώτη μεγαλοζυθοποιία της εποχής. Η αυξημένη ζήτηση για μπύρα την περίοδο εκείνη, καθώς και η μονοπωλιακή θέση στην αγορά της ζυθοποιίας FIX, η οποία αποτελούσε τον επίσημο προμηθευτή της βασιλικής αυλής, δημιουργούν την ανάγκη για μεγαλύτερες εγκαταστάσεις. Έτσι, μετά το Ηράκλειο και το Κολωνάκι, το 1893, αποφασίζεται η μετεγκατάσταση της ζυθοποιίας FIX στη Λεωφόρο Συγγρού. Η βιομηχανική ανασυγκρότηση της χώρας στα μέσα της δεκαετίας του 1950 βρίσκει τη ζυθοποιία FIX σε νέα άνθιση μετά τα δύσκολα χρόνια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Η οικογένεια Φιξ αποφασίζει τη ριζική ανακατασκευή του εργοστασίου προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες της διαρκώς αυξανόμενης παραγωγής. Ο ανασχεδιασμός και η ανάπλαση του κτιρίου ανατίθενται το 1957 στον αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτο (1926-1977), έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του μεταπολεμικού μοντερνισμού στην Ελλάδα, σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Μαργαρίτη Αποστολίδη (1922- 2005). Στόχος του ευφυούς αρχιτέκτονα είναι να ενοποιήσει τις διαδοχικές επεκτάσεις του παλιού εργοστασίου χωρίς να διακόψει τη λειτουργία του και κύριο μέλημά του να δημιουργήσει, σύμφωνα και με τη γενικότερη φιλοσοφία του, μια ευέλικτη κατασκευή που θα μπορεί να μεταβάλλεται και να προσαρμόζεται σε μελλοντικές χρήσεις και διαφορετικές συνθήκες. Το 1961, το βιομηχανικό κτίριο του Ζενέτου στη Λεωφόρο Συγγρού είναι έτοιμο. Η σχεδιαστική πρόταση του αρχιτέκτονα συμπυκνώνει με σαφήνεια και οξυδέρκεια τις αρχές του μοντερνισμού, όπως ο δυναμισμός της φόρμας, οι καθαρές και λιτές γραμμές, τα μεγάλα ανοίγματα και η εμφατική ανάδειξη του οριζόντιου άξονα. Η γραμμικότητα των όψεων σε συνδυασμό με την κλίμακα του έργου δημιουργούν την αίσθηση ότι το κτίριο εκτείνεται στο άπειρο, ενώ χαρακτηριστικό της εξωστρέφειας του είναι η συνεχής έκθεση της λειτουργίας του εργοστασίου μέσα από τα περιμετρικά υαλοπετάσματα στο χώρο του ισογείου, όπου βρίσκονται εγκατεστημένα τα μηχανήματα. Το πρωτοποριακό για την εποχή του αρχιτεκτόνημα επιβλήθηκε στο άναρχο και απρόσωπο αστικό τοπίο της μεταπολεμικής Αθήνας και αποτέλεσε τοπόσημο εξαιρετικής αρχιτεκτονικής και κοινωνιολογικής σημασίας.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, το εργοστάσιο ζυθοποιίας μεταφέρεται έξω από την Αθήνα και το κτίριο εγκαταλείπεται, ενώ το 1982 η ζυθοποιία FIX κλείνει οριστικά. Στα χρόνια που ακολουθούν το κτίριο Φιξ μένει αναξιοποίητο. Οι φθορές που παρουσιάζονται στο εσωτερικό καθώς και στο εξωτερικό του κέλυφος αλλά και η ανάρτηση διαφημιστικών πινακίδων αλλοιώνουν τον χαρακτήρα του, ενώ ο προβληματισμός που εκφράζεται σχετικά με τη διατήρηση και την αξιοποίησή του είναι έντονος και μακροχρόνιος.
Τον Δεκέμβριο του 1994 το κτίριο περιέρχεται με αναγκαστική απαλλοτρίωση για λόγους δημόσιας ωφέλειας στην ιδιοκτησία της Αττικό Μετρό Α.Ε. Το βορινό τμήμα του κατεδαφίζεται για τις ανάγκες των έργων του μετρό και η ιδιοκτήτρια εταιρεία κατασκευάζει τον παρακείμενο σταθμό, ο οποίος τίθεται σε λειτουργία στις αρχές του 2000.
Τον Φεβρουάριο του 2000, μετά από σχετική διαμόρφωση του ισογείου του κτιρίου, οργανώνεται από το Υπουργείο Πολιτισμού σε συνεργασία με το Ίδρυμα Γάννης Τσαρούχης, η έκθεση Γιάννης Τσαρούχης, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Την ίδια χρονιά ο χώρος αυτός παραχωρείται ως προσωρινή στέγη στο νεοσύστατο τότε Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ). Στη συνέχεια αποφασίζεται το κτίριο να αποτελέσει τη μόνιμη στέγη του ΕΜΣΤ και το 2002 υπογράφεται σύμβαση μίσθωσης του κτιρίου μεταξύ της Αττικό Μετρό Α.Ε. και του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, διάρκειας 50 ετών. Το εναπομείναν τμήμα του παλιού εργοστασίου της πρώην ζυθοποιίας FIX επισκευάζεται, διαρρυθμίζεται και ενισχύεται για να καλύψει τις ανάγκες του ΕΜΣΤ.
Οι δυο όψεις του κτιρίου επί της Λεωφόρου Συγγρού και της οδού Αμβρ. Φραντζή σχεδιασμένες από τον Τάκη Ζενέτο έχουν κριθεί διατηρητέες γεγονός που αποτελεί βασικό δεδομένο και για την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του νέου μουσείου. Η κατασκευή της Λεωφόρου Καλλιρρόης πάνω στο ίχνος του Ιλισσού ποταμού δίνει την αφορμή για τον σχεδιασμό ενός μεγάλου κατακόρυφου εδάφους από αναρτημένα ακατέργαστα μάρμαρα που ακουμπά σε έναν υγρό τοίχο - καταρράκτη. Η τέταρτη όψη του κτιρίου, προς την είσοδο του μετρό, δεν αντιμετωπίζεται σαν τέτοια αλλά ως η πλευρά που περιμένει την ολοκλήρωσή της μετά την κατεδάφιση του τμήματος του παλιού εργοστασίου Φιξ.