Του Ανέστη Ντόκα
Η λειτουργία της νέας μονάδας των Ελληνικών Πετρελαίων στην Ελευσίνα στο τέλος του 2012, με την παραγωγή προϊόντων υψηλών προδιαγραφών, έχει μετατρέψει κατά το ήμισυ τα ΕΛΠΕ σε εξαγωγικό όμιλο, στηρίζοντας την ανταγωνιστικότητά του την περίοδο της κρίσης, οπότε η εγχώρια ζήτηση έφτασε σε επίπεδα ναδίρ.
Το 50% της παραγωγής των ΕΛΠΕ διοχετεύτηκε σε αγορές του εξωτερικού, με βασικότερη αυτήν της Τουρκίας, όπου εμφανίζει σε ετήσια βάση ένα έλλειμμα της τάξεως των 10 εκατ. τόνων, αλλά και της Ευρώπης, η οποία εμφανίζεται ελλειμματική σε ντίζελ λόγω του κλεισίματος μεγάλων μονάδων διυλιστηρίων. Η Ελλάδα εμφανίζεται την ίδια στιγμή η μόνη πλεονασματική χώρα σε ντίζελ στη Μεσόγειο και αυτό το οφείλει στην αναβάθμιση του διυλιστηρίου στην Ελευσίνα.
Το έργο της αναβάθμισης, συνολικής επένδυσης 1,4 δισ. ευρώ, ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο του 2012 και έδωσε τη δυνατότητα στο παλαιού τύπου διυλιστήριο της Ελευσίνας να μηδενίσει την παραγωγή μαζούτ υψηλού θείου και να το μετατρέψει σε ντίζελ και κηροζίνη χαμηλού θείου, νάφθα και παραγωγή βενζινών, καθώς και θερμική ενέργεια (250 MW) για ιδιοκατανάλωση. Το έργο παρουσίασε χθες ο γενικός διευθυντής Βιομηχανικού Συγκροτήματος Νότου, Διονύσης Ρούτσης, συγκρίνοντάς το σε διάρκεια και κόστος με την Αττική Οδό (1,8 δισ. και 8 χρόνια εκτέλεση), το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» (2,2 δισ. και 5,5 χρόνια εκτέλεση) και τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου (750 εκατ. και 6 χρόνια εκτέλεση).
Η αναβάθμιση του διυλιστηρίου της Ελευσίνας κόστισε 1,4 δισ. και υλοποιήθηκε μέσα σε τέσσερα χρόνια (2008-2012). Περί τα 300 εκατ. ευρώ δαπανήθηκαν για την περιβαλλοντική βελτίωση των εγκαταστάσεων, η οποία έφερε μείωση των σωματιδίων σε ποσοστό 84,2% και των υγρών αποβλήτων σε ποσοστό 24%. Το έργο συνέβαλε στη διατήρηση 400 θέσεων απασχόλησης και στη δημιουργία 165 άμεσων νέων μόνιμων θέσεων στο διυλιστήριο. Το Νοέμβριο του 2011 στο εργοτάξιο οι εργαζόμενοι έφθασαν τους 3.500.
Πριν από την αναβάθμιση το διυλιστήριο της Ελευσίνας (πρώην Πετρόλα) παρήγε κατά βάση μαζούτ (48%), ποσοστό μόλις 19% της παραγωγής του ήταν ντίζελ, αντίστοιχο ποσοστό παρήγε νάφθα και ένα 14% της παραγωγής του ήταν αεροπορικό καύσιμο (jet). Mετά την αναβάθμιση, η παραγωγή αναδιαρθρώθηκε πλήρως. Το μαζούτ μηδενίστηκε και μετατράπηκε σε ντίζελ, το οποίο αντιπροσωπεύει πλέον το 46% της δυναμικότητας του διυλιστηρίου, η παραγωγή jet αυξήθηκε στο 26% και της νάφθας στο 28%, ενώ οι εκσυγχρονισμένες μονάδες παράγουν θείο το οποίο εξάγεται, κοκ και άλλα προϊόντα πετρελαίου.