Σημαντική εξοικονόμηση για τους καταναλωτές από την απελευθέρωση των καναλιών διάθεσης βρεφικού γάλακτος της τάξης των 3 εκατ. ευρώ ετησίως με τις νέες οικογένειες με παιδί να εξοικονομούν έως και 120 Ευρώ, αποκαλύπτουν τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το ΙΕΛΚΑ.
Η παρούσα έκθεση του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) παρουσιάζει τα αποτελέσματα έρευνας τιμών των προϊόντων στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2016 και αφορά το βρεφικό γάλα πρώτης βρεφικής ηλικίας (0-6 μηνών).
Το βρεφικό γάλα-φόρμουλα αποτελεί την βασική εναλλακτική στον μητρικό θηλασμό για την διατροφή των βρεφών. Η συγκεκριμένη μελέτη αφορά την πρώτη κατηγορία βρεφικού γάλακτος που χορηγείται στα βρέφη μέχρι έξι (6) μηνών με την ένδειξη γάλα πρώτης βρεφικής ηλικίας.
Από οικονομικής άποψης το βρεφικό γάλα έχει ιδιαίτερα σημαντικό βάρος στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Στοιχεία της Ελληνικής κατανάλωσης υπολογίζουν ότι το μηνιαίο κόστος του βρεφικού γάλακτος για ένα βρέφος με βάση την κατανάλωση μπορεί ξεπερνάει τα 120 Ευρώ. Η παγκόσμια αγορά βρεφικού γάλακτος υπολογίζεται σε 7,9 δισ. δολάρια, ενώ η αγορά της Ευρώπης ξεπερνά τα 1,5 δισεκατομμύρια Ευρώ. Η αντίστοιχη ετήσια ελληνική αγορά εκτιμάται στα επίπεδα 28-32 εκατ. ευρώ.
Έως 2011 το βρεφικό γάλα πρώτης βρεφικής πωλείτο αποκλειστικά από τα φαρμακεία ενώ για τα προϊόντα γάλακτος δεύτερης βρεφικής ηλικίας, δεν υπήρχε αντίστοιχος περιορισμός, διατίθενται και μέσω των καταστημάτων λιανικής πώλησης τροφίμων (αλυσίδες σούπερ μάρκετ ή μεμονωμένα καταστήματα). Στη συνέχεια από το 2012 και έπειτα απελευθερώθηκε η αγορά βρεφικού γάλακτος πρώτης βρεφικής ηλικίας και τα προϊόντα άρχισαν να πωλούνται και μέσω λοιπόν καναλιών όπως είναι τα σουπερμάρκετ και τα ηλεκτρονικά καταστήματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη σχετική έρευνα του 2012 δεν βρέθηκε κάποια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που το προϊόν να μην πωλείται ελεύθερα από καταστήματα λιανεμπορίου τροφίμων και φαρμακεία, μάλιστα, τα στοιχεία δείχνουν στο εξωτερικό ότι τα σουπερμάρκετ είναι το κύριο κανάλι πώλησης. Τα βρεφικά γάλατα πωλούνται πλέον ελεύθερα χωρίς περιορισμούς από γνωστά ηλεκτρονικά καταστήματα.
Τα αποτελέσματα της έρευνας τιμών του ΙΕΛΚΑ για πέντε (5) διαφορετικά προϊόντα τον Δεκέμβριο του 2016 δείχνουν ότι η απελευθέρωση του καναλιού πώλησης λειτούργησε ευεργετικά για τις τιμές (πίνακας 1). Συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι τα προϊόντα διατίθενται κατά μέσο όρο στα 24,74 ευρώ ανά κιλό και 9,40% φθηνότερα από το κανάλι των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ σε σχέση με το 2011 και στα 26,78 ευρώ ανά κιλό και κατά 1,94% φθηνότερα κατά μέσο όρο από τα online καταστήματα σε σχέση με το 2011. Σημειώνεται επίσης ότι η ελάχιστες τιμές που βρέθηκαν είναι ακόμα χαμηλότερες και οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη εξοικονόμηση για τον καταναλωτή, ενώ ειδικά στην περίπτωση των ηλεκτρονικών καταστημάτων οι τιμές δεν επηρεάζονται ουσιαστικά από τα μεταφορικά κόστη, καθώς αυτά είναι συνήθως είναι δωρεάν με αγορές άνω των 50 ευρώ (3-4 συσκευασίες). Η μέση τιμή που μετρήθηκε στα εξειδικευμένα καταστήματα από την αντίστοιχη έρευνα τον Δεκέμβριο του 2016 είναι 29,27 ευρώ ανά κιλό. Σημειώνεται επίσης ότι το 2016 ο ΦΠΑ είναι αυξημένος σε σχέση με το 2011 και ως εκ τούτου η διαφορά τιμής προ ΦΠΑ είναι μεγαλύτερη.
Η μείωση αυτή στις τιμές αντιστοιχεί σε εξοικονόμηση της τάξης των 3 εκατ. ευρώ για το σύνολο των καταναλωτών. Πρακτικά εκτιμάται ότι ένα νοικοκυριό που για τους 6 μήνες θα χρησιμοποιήσει γάλα πρώτης βρεφικής ηλικίας, λόγω της αλλαγής στα κανάλια διάθεσης, θα εξοικονομήσει περίπου 120 ευρώ.
Πέρα από τα καθαρά οικονομικά οφέλη, η απελευθέρωση του καναλιού διάθεσης, παρέχει και ποιοτικά οφέλη όπως:
- την διευκόλυνση των καταναλωτών λόγω των διευρυμένων ωραρίων
- την διευκόλυνση των καταναλωτών λόγω του διευρυμένου δικτύου καταστημάτων
- την δυνατότητα εξ αποστάσεως online αγορών με τα όλα τα αντίστοιχα οφέλη
- την διευκόλυνση στην αναζήτηση και εύρεση συγκεκριμένου προϊόντος
Τέλος, η μείωση της τιμής για το βρεφικό γάλα προσφέρει ένα ακόμα σημαντικότατο όφελος για την κοινωνία καθώς πρόκειται για ένα προϊόν το οποίο πρέπει απαραίτητα να είναι προσβάσιμο εύκολα στο καταναλωτικό κοινό και σε όσο το δυνατόν χαμηλότερη τιμή, ώστε να αποτρέψει τους νέους γονείς (ειδικά αυτή την περίοδο της οικονομικής ύφεσης) στην επιλογή άλλων ακατάλληλων τρόπων διατροφής του βρέφους (π.χ. γάλα εβαπορέ), εκτός του μητρικού θηλασμού και του βρεφικού γάλακτος, οι οποίοι θεωρούνται οι μόνοι ορθοί τρόποι διατροφής του βρέφους.
Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η δραστηριοποίηση πρόσθετου δικτύου διανομής σε μια αγορά καθιστά τον ανταγωνισμό αποδοτικότερο κυρίως σε επίπεδο τιμών με αντίστοιχη ωφέλεια των καταναλωτών.