Την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ορίσει κοινούς κανόνες για τον προσδιορισμό των "κερδών των επιχειρήσεων" σε όλα τα κράτη μέλη επιδοκιμάζει ο ΣΕΒ κάνοντας λόγο για μια σημαντική ευκαιρία για την Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν πρέπει να χαθεί.
Στο special report του για τη φορολογία των επιχειρήσεων, ο ΣΕΒ υπενθυμίζει ότι τον Οκτώβριο του 2016 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανεισήγαγε προς συζήτηση στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης νέα αναθεωρημένη πρόταση για την Κοινή Ενοποιημένη Βάση Φορολογίας Επιχειρήσεων (ΚΕΒΦΕ-CCCTB), σύμφωνα με την οποία, καταρχήν, τα εταιρικά κέρδη θα υπολογίζονται με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη. Στόχος της είναι η σταδιακή εναρμόνιση του ευρωπαϊκού φορολογικού περιβάλλοντος, ώστε να μειωθούν ορισμένες διαφορές που υπάρχουν σήμερα στον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε.
Σε δεύτερο στάδιο θα προωθηθεί χωριστή Οδηγία που θα επιτρέπει και την ενοποίηση των φορολογητέων κερδών, ομίλων με δραστηριότητα σε περισσότερες χώρες της Ένωσης, και που θα εναρμονίσει και ορισμένες βασικές διαδικασίες μέσω της λειτουργίας one-stop shops. Μέχρι την υλοποίηση αυτού του δεύτερου σταδίου θα παραμείνουν ορισμένα τεχνικά ζητήματα, ειδικά για τους μεγάλους ομίλους, καθώς θα επιβιώνει εντός της Ένωσης η ανάγκη για την εφαρμογή κανόνων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, και οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις αποκλίνουν από όσα έχουν συμφωνηθεί σε επίπεδο ΟΟΣΑ. Επίσης η Οδηγία προβλέπει την εισαγωγή κανόνων για την αντιμετώπιση της διακριτικής μεταχείρισης κόστους δανεισμού έναντι χρήσης ιδίων κεφαλαίων, που δεν λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις του οικονομικού κύκλου και οικονομικών κρίσεων. Στα σημεία αυτά οι Οδηγίες χρειάζονται βελτίωση πριν την υιοθέτησή τους.
Ο ΣΕΒ τονίζει ότι είναι μια σημαντική ευρωπαϊκή μεταρρύθμιση που στοχεύει στην απλοποίηση των κανόνων που διέπουν τη φορολογία επιχειρήσεων και μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην προσέλκυση επενδύσεων, όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση χάνει συνεχώς έδαφος έναντι του υπόλοιπου κόσμου. Αποτελεί μια πολιτική απάντηση στο αίτημα για περισσότερη και πιο αποτελεσματική Ευρώπη, που πρέπει να στηριχθεί από την Ελληνική κυβέρνηση και τους εκπροσώπους μας στα ευρωπαϊκά όργανα.
Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο φορολογίας των επιχειρήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένο, καθώς οι φορολογικοί νόμοι και οι φορολογικές διαδικασίες διαφέρουν σημαντικά στα 28 κράτη μέλη. Η διαφοροποίηση αυτή, πέρα από τους ονομαστικούς φορολογικούς συντελεστές αναφοράς, εισάγει θεσμική αβεβαιότητα, ασάφεια και συχνά αδιαφάνεια στο φορολογικό πλαίσιο που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ως όμιλοι σε περισσότερα από ένα κράτος μέλος, ειδικά όταν οι εταιρείες είναι μικρότερου μεγέθους.
Η αβεβαιότητα αυτή προστίθεται ως επιπλέον παράγοντας αποθάρρυνσης επενδύσεων, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, στις οποίες, πέρα από τη θεσμική ασάφεια και αστάθεια, οι φορολογικοί συντελεστές αυξάνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια: Πλέον η Ελλάδα φορολογεί επιχειρήσεις (Δ1) και στελέχη (Δ2) σε επίπεδα αντίστοιχα με χώρες όπως το Βέλγιο, η Γαλλία και η Ιταλία και υψηλότερα των Σκανδιναβικών χωρών, χωρίς φυσικά αυτοί οι φόροι να προσφέρουν την αντίστοιχη ανταποδοτικότητα.
Αλλά και πέρα από τους ονομαστικούς συντελεστές, το φορολογικό πλαίσιο της χώρας μας προφέρει ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα των επιβαρύνσεων που μπορεί να προκύψουν για τις επιχειρήσεις από τεχνικές λεπτομέρειες και τον τρόπο εφαρμογής τους. Έτσι, η δυνατότητα συμψηφισμού ζημιών με μελλοντικά κέρδη στη χώρα μας περιορίζεται στα 5 έτη, την ώρα που στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. χωρίς τόσο βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση δεν υπάρχει αντίστοιχος περιορισμός. Επίσης, η έλλειψη σαφήνειας ως προς τις δαπάνες που εκπίπτουν δημιουργεί σημαντική αβεβαιότητα στις Ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες συχνά βρίσκονται αντιμέτωπες με απροσδόκητα μεγάλες φορολογικές διαφορές μετά από τους φορολογικούς ελέγχους, ενώ και οι εκπτώσεις που δίνει ο Ελληνικός νόμος για τις δαπάνες για Ε&Α είναι υποδεέστερες αυτών πολλών κρατών μελών.
Παρόμοια προβλήματα υπάρχουν όμως και σε άλλα κράτη μέλη και για την Ευρώπη, ως σύνολο, αυτές οι διαφοροποιήσεις αποθαρρύνουν ξένους επενδυτές, συμβάλλοντας στη διαχρονικά αυξανόμενη αδυναμία της να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις. Συνεπώς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινητοποιήθηκε στην προσπάθεια υιοθέτησης κοινών κανόνων για την εφαρμογή ΚΕΦΒ για επιχειρήσεις, καταθέτοντας την αρχική σχετική πρόταση το 2011.
Από τις συζητήσεις που διεξήχθησαν στο Συμβούλιο της Ε.Ε. μετά την υποβολή της αρχικής πρότασης για την ΚΕΒΦΕ το 2011 κατέστη σαφές ότι η εν λόγω πρόταση δεν ήταν δυνατόν να υιοθετηθεί, λαμβανομένου υπόψη και της αναγκαιότητας της ομοφωνίας. Λόγω των δυσκολιών αυτών, επελέγη η σταδιακή αντιμετώπιση του ζητήματος.
Έτσι, η Επιτροπή υπέβαλε στις 25/10/2016 πακέτο προτάσεων οι οποίες περιλαμβάνουν τους κανόνες για την Κοινή Βάση σε πρώτο στάδιο και τους κανόνες ενοποίησης των αποτελεσμάτων σε μεταγενέστερο στάδιο, μαζί με το μηχανισμό επιμερισμού για φορολόγηση του μεριδίου αυτών των ενοποιημένων κερδών που αναλογεί στο κάθε κράτος μέλος. Μια επιπλέον Οδηγία θα διασαφηνίζει τη διαδικασία χειρισμού και διακανονισμού υποθέσεων διπλής φορολόγησης, με τη συνεισφορά της κάθε Οδηγίας να καταγράφεται στο Διάγραμμα (Δ4).
Καταρχήν, η Κοινή Βάση Φορολογίας Επιχειρήσεων (ΚΒΦΕ- Common Corporate Tax Base) θα επιτρέψει τη σημαντική μείωση ορισμένων ασαφειών και αβεβαιοτήτων, που όχι μόνο αυξάνουν το κόστος συμμόρφωσης των νομοταγών επιχειρήσεων αλλά και τις δυνατότητες κατάχρησης των συχνών τεχνικών αναντιστοιχιών ανάμεσα στα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών. Στην κατεύθυνση αυτή, η ΚΒΦΕ διασαφηνίζει και ομογενοποιεί σε σημαντικό βαθμό τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών στα κράτη μέλη, προτείνοντας έναν κοινό κανόνα υπολογισμού των εσόδων και εκπιπτώμενων δαπανών και που θα ισχύει σε όλα τα κράτη μέλη.
Σε δεύτερο στάδιο, με τη χωριστή Οδηγία περί Κοινής Ενοποιημένης Βάσης Φορολογίας Επιχειρήσεων (ΚΕΒΦΕ – Common Consolidated Corporate Tax Base), θα επιτρέπεται η φορολόγηση των ενοποιημένων κερδών ενός ομίλου που προκύπτουν από το σύνολο των δραστηριοτήτων σε όλα τα κράτη μέλη. Ο υπολογισμός των ενοποιημένων κερδών ενός ομίλου και ο επιμερισμός των κερδών αυτών στα κράτη μέλη για φορολόγηση με βάση την οικονομική δραστηριότητα που πραγματοποιείται σε κάθε χώρα θα εξαλείψει επίσης τον κίνδυνο διπλής φορολόγησης ή διπλής μη φορολόγησης κερδών, που σήμερα διαστρεβλώνει τη λειτουργία της Ενιαίας Αγοράς.
Οι κοινοί κανόνες σχετίζονται, ενδεικτικά, με τα ακόλουθα ζητήματα:
• Κοινοί κανόνες για τη μη φορολόγηση ενδο-ομιλικών πληρωμών μερισμάτων.
• Κοινοί κανόνες για αποσβέσεις.
• Κοινές υπερ-εκπτώσεις από τις δαπάνες για Ε&Α οι οποίες θα είναι μάλιστα αυξημένες για ΜμΕ και νεοφυείς επιχειρήσεις.
• Κοινοί κανόνες για την αναγνώριση εκπιπτώμενων δαπανών τόκων και ανείσπρακτων απαιτήσεων.
• Κοινοί κανόνες για τη μεταφορά ζημιών προς συμψηφισμό με μελλοντικά κέρδη χωρίς χρονικό περιορισμό και με αρκετά ευρείς περιορισμούς ως προς τους μετασχηματισμούς επιχειρήσεων.
Καταρχήν, οι Ελληνικές επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στην Κοινή Βάση θα μπορέσουν να ωφεληθούν της αυξημένης σαφήνειας ως προς τον ορισμό των δαπανών που εκπίπτουν, της απεριόριστης χρονικής δυνατότητας μεταφοράς ζημιών στο μέλλον και των σημαντικά πιο γενναιόδωρων, σε σχέση με την Ελληνική νομοθεσία, φορολογικών εκπτώσεων για δαπάνες Ε&Α.
Οι διαφορές ανάμεσα στα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών θα περιοριστούν ακόμα περισσότερο μετά την υιοθέτηση της Οδηγίας που θα προβλέπει και την ενοποίηση των κερδών, καθώς αυτή θα προβλέπει και τη λειτουργία των one-stop shops υποβολής των δηλώσεων. Πρέπει να σημειωθεί πως η διαχείριση από αυτά των επαφών της επιχείρησης για κάθε άλλο ζήτημα μετά την υποβολή της δήλωσης θα οδηγήσει στην ενοποίηση, στην πράξη, και ορισμένων πολύ βασικών διαδικασιών.
Υπάρχουν όμως και σημεία στα οποία η πρόταση Οδηγίας θα μπορούσε να βελτιωθεί πριν την υιοθέτησή της:
• Ο ρυθμός απόσβεσης 25% στην υπολειπόμενη αξία υπολείπεται των βέλτιστων διεθνών πρακτικών και μπορεί, στην εποχή ταχείας τεχνολογικής προόδου, να μην αρκεί.
• Το ίδιο ισχύει για την υπερ-έκπτωση των δαπανών για Ε&Α που ανέρχεται έως 100%, για μικρές νεοφυείς επιχειρήσεις αλλά μόνο 25% για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση οι νέοι κανόνες είναι αισθητά βελτιωμένοι σε σύγκριση με τις υφιστάμενες πρακτικές της χώρας μας, ειδικά για τις ΜμΕ.
• Οι περιορισμοί στην αναγνώριση δαπανών για τόκους και των κοινών κανόνων για την αντιμετώπιση της διακριτικής μεταχείρισης των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου που προτείνονται με την Οδηγία δεν λαμβάνουν, όπως θα έπρεπε, υπόψη αρνητικές οικονομικές συγκυρίες, αλλά και, δυνητικά, μελλοντικές περιόδους αύξησης των επιτοκίων. Οι κανόνες αυτοί θα μπορούσαν να ωθήσουν καινοτόμες επιχειρήσεις, που αναλώνουν κεφάλαια υψηλού ρίσκου με ταχείς ρυθμούς, εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
• Σε αντίθεση με την πρόταση του 2011, η οποία θέσπιζε προαιρετικό σύστημα για όλες τις εταιρείες, η νέα πρόταση είναι υποχρεωτική για τις εταιρείες που ανήκουν σε ομίλους οι οποίοι υπερβαίνουν ένα ορισμένο μέγεθος, με την πρόβλεψη αυτή όμως να θέτει σε δυσμενή θέση ειδικά ομίλους που αναμένουν την πλήρη εφαρμογή της CCCTB για να αποκομίσουν ένα θετικό ισοζύγιο από αυτή την προσπάθεια της Επιτροπής.
• Το κάθε κράτος μέλος θα εξακολουθεί να έχει τη θεωρητική δυνατότητα να ορίζει άλλο ονομαστικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις που εντάσσονται στην κοινή φορολογική βάση και άλλο για τις επιχειρήσεις που συνεχίζουν να χρησιμοποιούν την εθνική φορολογική βάση, εισάγοντας δυνητικά αντικίνητρα στην υιοθέτησή της.
Ένα τεχνικό, αλλά σημαντικό ζήτημα που αξίζει να αναλυθεί περισσότερο, και που προκύπτει από την αναβολή του σταδίου της "ενοποίησης", είναι ότι συμπαρασύρει τη μη αντιμετώπιση των ζητημάτων μεταφοράς κερδών ανάμεσα σε κράτη μέλη και διάβρωσης της φορολογικής βάσης (BEPS). Ουσιαστικά αναβάλλοντας την ενοποίηση σε επόμενο στάδιο, παραμένει η ανάγκη διατήρησης διατάξεων που να αποτρέπουν τη μεταφορά κερδών και τη διάβρωση της φορολογικής βάσης για τα, μη ενοποιημένα, κέρδη που πραγματοποιούνται στο κάθε χωριστό κράτος μέλος. Μάλιστα, πολλές τεχνικές λεπτομέρειες της πρότασης οδηγίας αποκλίνουν προς το δυσμενέστερο, για τις επιχειρήσεις, από όσα έχουν συμφωνηθεί σε επίπεδο ΟΟΣΑ. Όμως, αυτά τα ζητήματα μπορούν να επιλυθούν με την άμεση έναρξη των συζητήσεων στο Συμβούλιο για την προσθήκη των κανόνων της ενοποίησης στο υπό συζήτηση νέο θεσμικό πλαίσιο (τελευταίο "C” της ενοποίησης στην CCCTB, που αντιστοιχεί στο Consolidation (Ενοποίηση), και με τη διατήρηση εθελοντικής ένταξης, ανεξαρτήτως μεγέθους ομίλου, έως ότου διευθετηθούν τα ζητήματα αυτά. Αναφορικά για τις σχέσεις με τρίτες χώρες θα μπορούσαν να ακολουθηθούν τα μέτρα που ήδη έχουν υιοθετηθεί σε επίπεδο του ΟΟΣΑ, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είναι όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. μέλη του ΟΟΣΑ και δεν υποχρεούνται σε εφαρμογή των μέτρων αυτών.
Επίσης, οι κοινοί κανόνες οφείλουν να αντιμετωπίζουν ζητήματα επίλυσης διαφορών που αφορούν τη διπλή φορολογία. Η αναβολή της φάσης της ενοποίησης των κερδών σηματοδοτεί την αυξημένη ανάγκη αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων εντός της Ένωσης καθώς όταν θα υιοθετηθεί η "ενοποίηση" των κερδών, σε επόμενο στάδιο οι διαφορές αυτές θα εντοπίζονται κυρίως σε σχέσεις με τρίτες χώρες. Για το λόγο αυτό είναι σημαντική η εντατικοποίηση των συζητήσεων στο Συμβούλιο για την υιοθέτηση της πρότασης Οδηγίας που έχει ήδη υποβληθεί ως μέρος του συνολικού πακέτου για τη δημιουργία του κοινού μηχανισμού επίλυσης διαφορών που αφορούν τη διπλή φορολογία.
Στόχος:
1. Ένα σύγχρονο, απλό, αποτελεσματικό και δίκαιο φορολογικό σύστημα.
2. Ένα προβλέψιμο και σταθερό φορολογικό σύστημα για τις επιχειρήσεις.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στην ανάγκη ο επιμερισμός των ενοποιημένων κερδών να μην τιμωρεί μέσω του συνυπολογισμού των πωλήσεων μικρές χώρες, που λόγω της μικρής τους εθνικής αγοράς μπορεί να έχουν μικρό μερίδιο των πωλήσεων ειδικά των εξωστρεφών επιχειρήσεων. Σχετικά, η προτεινόμενη Οδηγία για την πλήρη CCCTB θα έπρεπε να σταθμίσει κατάλληλα τις πωλήσεις στη σχετική μαθηματική εξίσωση.
Παρά τα τεχνικά αυτά ζητήματα και ορισμένα επιμέρους ζητήματα, που θα μπορούσαν να επιλυθούν πριν την υιοθέτηση της Οδηγίας, η Κοινή Φορολογική Βάση αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση και εμβάθυνση της Ενιαίας Αγοράς – ζήτημα τεχνικό και όχι ορατό στο ευρύ κοινό, αλλά και ιδιαίτερης σημασίας για τις επιχειρήσεις. Επί της ουσίας αποτελεί μια έκφραση της Ευρώπης που διευκολύνει την καθημερινότητα των επιχειρήσεων και πολιτών.