Με τη συνέπεια και τη σταθερότητα να χαρακτηρίζουν την επενδυτική δραστηριότητα της Unilever στην Ελλάδα, η εταιρεία που διαχρονικά στηρίζει την ελληνική παραγωγή συνεχίζει στην ίδια πορεία, δίνοντας παράλληλα όλο και μεγαλύτερη έμφαση στην Αειφορία.
Ποιο είναι το αποτύπωμα της Unilever στην ελληνική οικονομία; Ποια είναι τα βασικά οικονομικά μεγέθη της εταιρείας, πόσους ανθρώπους απασχολεί, πόσες παραγωγικές μονάδες διαθέτει; Ποιες συνεργασίες διατηρεί με Έλληνες προμηθευτές;
H Unilever λειτουργεί στη χώρα μας δύο κέντρα διανομής και τρία εργοστάσια: σε Α. Ι. Ρέντη, Νέο Φάληρο και Γαστούνη Ηλείας. Εκεί παράγεται το 65% των τροφίμων και άλλων προϊόντων και κωδικών που διακινούμε στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας ως επί το πλείστον ελληνικές πρώτες ύλες. Παράλληλα, μέσω του joint venture με την εταιρεία Tseriotis, η Unilever Ελλάδος λειτουργεί εργοστάσιο και διακινεί πληθώρα επιτυχημένων προϊόντων και στην Κύπρο.
Το πιο σημαντικό μας «αποτύπωμα» στην κοινωνία σχετίζεται με τους ανθρώπους. Τους 850 εργαζομένους μας σε Ελλάδα και Κύπρο, που με την καθημερινή τους προσπάθεια και τις καινοτόμες ιδέες τους συμβάλλουν στη μακροχρόνια και επιτυχημένη πορεία μας, καθώς και τους 740 Έλληνες άμεσους προμηθευτές, με τους οποίους συνεργαζόμαστε σε μακροχρόνια βάση.
Τα τελευταία χρόνια και παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία η εταιρεία έχει προχωρήσει σε σημαντικές επενδύσεις σε νέες μονάδες παραγωγής και σε νέες εγκαταστάσεις. Μπορείτε να μας παρουσιάσετε αυτές τις κινήσεις; Τι ακριβώς περιελάμβαναν και ποιο ήταν το ύψος των χρημάτων που δαπανήθηκαν;
Η ιστορικότητα και η συνέχεια του επενδυτικού μας προγράμματος, συνολικού ύψους 250 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2008-2013, επιβεβαιώνει την εμπιστοσύνη της Unilever στη χώρα μας. Η Ελλάδα ήταν, είναι και θα είναι σημαντικό κομμάτι της Ευρώπης για την Unilever.
Για το λόγο αυτό, παρά την οικονομική κρίση, υλοποιήσαμε στο ακέραιο το επενδυτικό μας πρόγραμμα με αφετηρία την επιτυχή υλοποίηση της εξαγοράς του συνόλου των μετοχών της Ελαΐς Α.Ε. το 2008, την οποία ακολούθησαν μια σειρά επενδύσεων αναδιάρθρωσης των εργοστασίων μας, καθώς και εξαγορές και στρατηγικές συνεργασίες επέκτασης του προϊοντικού μας χαρτοφυλακίου.
Ανάμεσα σε αυτές, η επέκταση του εργοστασίου μας στον Α.Ι. Ρέντη, το οποίο απέκτησε στρατηγική σημασία για τη Unilever διεθνώς, καθώς σε αυτό παράγονται και εξάγονται εξειδικευμένα προϊόντα σε εταιρείες του ομίλου σε 10 χώρες. Το 2012, τέθηκε σε λειτουργία το νέο κέντρο διανομής και αποθήκευσης τροφίμων στο Σχηματάρι, συμβάλλοντας στην αύξηση της αποδοτικότητας της εταιρείας και διατηρώντας θέσεις εργασίας σε μια περιοχή με υψηλή ανεργία.
Την ίδια περίοδο, ολοκληρώθηκαν οι εξαγορές του κλάδου παγωτού της ΕΒΓΑ και των προϊόντων προσωπικής φροντίδας της Sara Lee, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο τις προτάσεις μας προς τους καταναλωτές.
Επίσης, σε αυτή τη δύσκολη περίοδο για την ελληνική οικονομία και αγορά αποφασίσατε να αναθέσετε σε τρίτους την παραγωγή προϊόντων προσωπικής υγιεινής και οικιακού καθαρισμού. Τι σας οδήγησε στη συγκεκριμένη στρατηγική απόφαση και σε τι μέρος του τζίρου σας αντιστοιχούν τα προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα;
Διαχρονική δέσμευσή μας υπήρξε η στήριξη της ελληνικής παραγωγής. Πέραν των τριών εργοστασίων που διατηρεί η εταιρεία μας στην Ελλάδα από το 1962, υλοποιήσαμε το 2013 τη μεταφορά δεκάδων κωδικών προϊόντων μας από το εξωτερικό σε Έλληνες προμηθευτές. Αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής μας είναι σήμερα το 70% του τζίρου μας στα τρόφιμα και 65% του τζίρου μας συνολικά να παράγεται στη χώρα μας.
Σε μια επιπλέον προσπάθεια τόνωσης της εγχώριας παραγωγής, στα εργοστάσια του Ρέντη και της ΕΒΓΑ, παράγονται πλέον αρκετοί κωδικοί προϊόντων που εξάγονται σε άλλες χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται η Unilever.
Τι περιλαμβάνουν τα αναπτυξιακά σας πλάνα στην Ελλάδα για τα επόμενα χρόνια; Έχετε δρομολογήσει κάποιες κινήσεις όσον αφορά την ανάπτυξη νέων προϊόντων, τις υποδομές ή την τιμολογιακή πολιτική;
Κάθε χρόνο παρουσιάζουμε καινούργια προϊόντα, καθώς πιστεύουμε ότι η καινοτομία είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Είναι ο τρόπος να ανταποκρινόμαστε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στις ανάγκες των καταναλωτών μας. Εκτός όμως από την καινοτομία, βασική επιδίωξή μας είναι η διαρκής βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων μας. Είναι ο λόγος που εξελίσσουμε συνεχώς τις συνθέσεις των τροφίμων μας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατροφικές συστάσεις, μειώνοντας τα κορεσμένα λιπαρά, τη ζάχαρη, το αλάτι και τις θερμίδες.
Παράλληλα, στη Unilever στοχεύουμε στη διαρκή βελτίωση της σχέσης ποιότητας και τιμής, με δεδομένο ότι η τιμή στην Ελλάδα, λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο για τους καταναλωτές. Δεν πρέπει όμως η χαμηλότερη τιμή να σημαίνει χαμηλή ποιότητα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο προσπαθούμε να έχουμε στο χαρτοφυλάκιο των προϊόντων μας επιλογές και προτάσεις που να καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα από πλευράς τιμών, χωρίς κανένα συμβιβασμό στην ποιότητα, για να απευθυνόμαστε σε όλους τους καταναλωτές. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, η σειρά βασικών τροφίμων με την επωνυμία «Ελαΐς» και κάποια από τα παγωτά της Algida και της ΕΒΓΑ που διατίθενται σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές.
Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη και η Αειφορία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της κουλτούρας της Eλαΐς-Unilever Hellas, η οποία πραγματοποιεί ενέργειες αφενός στήριξης της ελληνικής κοινωνίας αφετέρου μείωσης του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος. Μπορείτε να μας παρουσιάσετε συνοπτικά τη στρατηγική σας σε αυτό τον τομέα;
Η αειφορία, η βιώσιμη ανάπτυξη, ήταν στόχος μας από την ίδρυση της εταιρείας μας μέχρι σήμερα. Στην πράξη σημαίνει ότι θέλουμε να αναπτυχθούμε δυναμικά ως επιχείρηση, αλλά όχι εις βάρος της κοινωνίας και του περιβάλλοντος. Γιατί μόνο έτσι η κοινωνία και οι πολίτες θα μας δώσουν το δικαίωμα να υπάρχουμε και να αναπτυσσόμαστε. Μόνο έτσι θα βρίσκουμε τις πρώτες ύλες για τα προϊόντα που παράγουμε και θα έχουμε εμείς και οι κοινωνίες στις οποίες δραστηριοποιούμαστε συνέχεια και ποιότητα ζωής.
Έχουμε συμπληρώσει τρία χρόνια από τη δημοσιοποίηση και δέσμευσή μας στο Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για την Αειφορία, ένα 10ετές πρόγραμμα το οποίο αγκαλιάζει όλο τον κύκλο ζωής -από τις πρώτες ύλες και την παραγωγή έως την απόρριψη- όλων των προϊόντων μας, σε όλες τις χώρες που δραστηριοποιούμαστε. Βλέπουμε ήδη να έχουν επιτευχθεί σημαντικά αποτελέσματα, γεγονός που ισχυροποιεί την πεποίθησή μας ότι οι επιχειρήσεις πρέπει και μπορούν να είναι κομμάτι των λύσεων που ζητάνε η κοινωνία και οι πολίτες της.
Δράσεις όπως οι «Διαδρομές Καρδιάς» του Becel pro-activ, η κινητή οδοντιατρική μονάδα της ΑΙΜ που έχει εξετάσει πάνω από 300.000 παιδιά, η «Γειτονιά Αλληλεγγύης» που πραγματοποιείται σε συνεργασία με τη Unicef τα τελευταία δύο χρόνια, είναι κάποια πολύ λίγα δείγματα τοπικών πρωτοβουλιών. Δράσεις για τις οποίες είμαστε περήφανοι και πίσω από τις οποίες υπάρχει ο ενθουσιασμός των συναδέλφων μου, οι οποίοι έχουν πιστέψει στο Σχέδιο Αειφορίας και, τολμώ να πω, το έχουν απογειώσει!
Η αειφορία τελικά συνδέεται με ανάπτυξη ή είναι απλά μια μόδα των καιρών και μια πολύ θεωρητική έννοια;
Θα προσπαθήσω να σας δώσω την απάντηση μέσα από ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα που εφαρμόζουμε στην Ελλάδα: το πρόγραμμα αειφόρου καλλιέργειας τομάτας, που εγκαινιάσαμε το 2011 και πραγματοποιείται στη Γαστούνη Ηλείας. Με στόχο να ενισχύσουμε τη βιωσιμότητα της τοπικής παραγωγής, συνεργαζόμαστε με 100 ντόπιους παραγωγούς τομάτας. Χάρη στην εκπαίδευση και την εφαρμογή ορθών γεωργικών πρακτικών, οι γεωργοί αυτοί έχουν πετύχει να κάνουν καλό στο περιβάλλον και να αυξήσουν το εισόδημά τους μέσω της μείωσης του κόστους, περιορίζοντας αισθητά το νερό άρδευσης που χρησιμοποιούν στα χωράφια τους και τα απορρίμματα.
Σε επιχειρηματικό επίπεδο, για τους παραγωγούς, η αειφόρος αυτή καλλιέργεια έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της απόδοσης των χωραφιών και την αύξηση των καλλιεργούμενων στρεμμάτων. Και το πιο σημαντικό, έχουν εξασφαλίσει ότι όλη η σοδειά τους αγοράζεται από το εργοστάσιό μας στο πλαίσιο των αρχών της συμβολαιακής γεωργίας, για να καλύψει τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς για τα προϊόντα Pummaro αλλά και να εξαχθεί στη Unilever Ευρώπης για τα προϊόντα Knorr.
Παράλληλα με τα οφέλη για τους καλλιεργητές, υπάρχει σαφής βελτίωση και στους περιβαλλοντικούς δείκτες που αφορούν στη λειτουργία του εργοστασίου μας. Κι αυτό γιατί η τομάτα που παράγεται είναι καλύτερης ποιότητας, με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε νερό, οπότε απαιτείται λιγότερη ενέργεια για τη συμπύκνωσή της.
Σε γενικές γραμμές, αυτό είναι το σχέδιό μας για την αειφορία: κάνουμε καλό στο περιβάλλον, μειώνουμε τα κόστη μας και στηρίζουμε την κοινωνία και τους πολίτες της.