Πτωτικά κινήθηκε και για το 2016 η κατανάλωση μη αλκοολούχων αναψυκτικών στην Γερμανία, με βάση με τα προκαταρκτικά στοιχεία που αφορούν στα τρία πρώτα τρίμηνα του περασμένου έτους. Αντιθέτως, πρακτικά αμετάβλητη σε σύγκριση με το 2015 έδειξε να παραμένει πέρυσι η κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού και χυμών.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ένωσης Μη Αλκοολούχων Ποτών (WAFG), η μέση κατά κεφαλή κατανάλωση αναψυκτικών διαμορφώθηκε πέρυσι στα 116,3 λίτρα, έναντι 118,8 λίτρων το αμέσως προηγούμενο έτος, κάτι που μεταφράζεται σε μείωση της τάξης του 2,1%. Σημειώνεται δε ότι σε σύγκριση με το 2012, δηλαδή πριν μία πενταετία, η συνολική υποχώρηση που έχει καταγραφεί ανέρχεται στο 7,3%.
Όσον αφορά στις διάφορες υποκατηγορίες, η εικόνα είναι σαφώς καλύτερη για τα προϊόντα τύπου Cola, καθώς η κατανάλωση αυξήθηκε κατά 2,8% (36,8 λίτρα ετησίως πέρυσι από 35,8) σε όσα περιέχουν ζάχαρη, ενώ υποχώρησε κατά 1,3% (από τα 10 λίτρα στα 9,9) σε εκείνα που θεωρούνται light και χρησιμοποιούν άλλου τύπου γλυκαντικές ουσίες, όπως stevia. Αντιθέτως, «βουτιά» καταγράφηκε στην κατανάλωση λεμονάδας, με τις κλασικές ζαχαρούχες να υποχωρούν κατά 11,8% (από τα 29,9 λίτρα του 2015 στα 26,4 το 2016) και τις light κατά 4,4% (από 3,2 λίτρα σε 3,1).
Έτσι, στη συγκεκριμένη υποκατηγορία, η κατανάλωση σε προϊόντα τύπου Cola και λεμονάδες light υποχώρησε κατά 1,5%, ενώ η υποχώρηση στα αντίστοιχα είδη που περιέχουν ζάχαρη κατά 3,8%. Στην ίδια υποκατηγορία, κερδισμένα εμφανίζονται τα ανθρακούχα ποτά με βάση καφέ ή τσάι, η κατά κεφαλή κατανάλωση των οποίων αυξήθηκε πέρυσι κατά 4,8% και έφτασε τα 7,6 λίτρα.
Όσον αφορά στο εμφιαλωμένο νερό, όπως προαναφέρθηκε, η συνολική κατανάλωση παρέμεινε σχετικά σταθερή – για την ακρίβεια, υποχώρησε οριακά κατά 0,5%, από τα 153,4 λίτρα κατά κεφαλή το 2015 στα 152,7 λίτρα πέρυσι. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό οφείλεται πρωτίστως στη σταθερότητα της κατανάλωσης εμφιαλωμένου μεταλλικού και ιαματικού νερού – 148,8 λίτρα πέρυσι έναντι 149 το 2015 – καθώς η κατανάλωση επιτραπέζιου νερού υποχώρησε από τα 4,4 στα 3,9 λίτρα ή κατά 11,4%.
Τέλος, σε σχέση με τους χυμούς, η μέση ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση (πάντα με βάση τα στοιχεία για τα τρία πρώτα τρίμηνα) παρέμεινε αμετάβλητη στα 33 λίτρα.