Στη έρευνα της Grant Thornton με τίτλο ‘Ελληνική Επιχειρηματικότητα: Σημάδια Aντοχής & Aχτίδες Aνάκαμψης’, η εταιρεία συνδέει την δυναμική ανάπτυξης και την χρηματοοικονομική υγεία εταιρειών διαφόρων κλάδων και δημιουργεί ένα «Financial Growth / Health Matrix», κατατάσσοντας σε αυτό τους κλάδους και αναγνωρίζοντας έτσι 4 κατηγορίες «Illuminators», «Spotlighters», «Gloomers», «Moonlighters» με κοινά χαρακτηριστικά.
Ως «Illuminators», αναγνωρίζονται κλάδοι όπως Είδη Προσωπικής Φροντίδας και Ανακύκλωσης και Διαχείρισης Απορριμμάτων αλλά και βιομηχανικοί κλάδοι όπως Χημικά και Πλαστικά. Παράλληλα, αναγνωρίζονται και αναπτυσσόμενοι κλάδοι όπως οι Μεταφορές, αλλά και παραδοσιακοί κλάδοι όπως ο Καπνός.
Ως «Spotlighters», αναγνωρίζονται κλάδοι όπως Τουριστικές Υπηρεσίες και Ξενοδοχεία. Επίσης κλάδοι πρωτογενούς παραγωγής όπως Γεωργικά Προϊόντα, Κτηνοτροφία, αλλά και προϊόντα και δραστηριότητες σχετικές με αυτούς τους τομείς.
Ως «Moonlighters», αναγνωρίζονται κλάδοι όπως Φαρμακευτικών εταιρειών και Διαφόρων Ειδών Διατροφής, Παραγωγής Αλκοολούχων Ποτών, Τυχερά Παιχνίδια και Επαγγελματικές Υπηρεσίες.
Ως «Gloomers», αναγνωρίζονται κλάδοι όπως Ακίνητα, Ιχθυοκαλλιέργειες, Βαριά Βιομηχανικά Προϊόντα, Εκδόσεις, Τηλεόραση, Εφημερίδες, Διαφήμιση, Ιατρικές Υπηρεσίες, Αυτοκίνητα, Κατασκευές και σχετιζόμενα με κατασκευές προϊόντα.
Σε κάθε κλάδο, υπάρχουν τόσο εταιρείες που παρουσιάζουν δυναμική ανάπτυξης και ισχυρή χρηματοοικονομική διάρθρωση, όσο και εταιρείες με καθοδική πορεία των εργασιών τους και αδύναμη χρηματοοικονομική θέση, με την γενική ωστόσο εικόνα του κλάδου, να αποτελείται από τη συνισταμένη του συνόλου των
εταιρειών που περιλαμβάνει.
Από τη χαρτογράφηση σε επίπεδο εταιρειών, της ελληνικής επιχειρηματικότητας, προκύπτει ότι παρά το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον των τελευταίων ετών, υπάρχουν επιχειρήσεις με ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη και ενθαρρυντική πορεία των εργασιών τους.
Οι εταιρείες που ανέλυσε η έρευνα, κατά την 5ετία 2013 -2009 απώλεσαν, το 8,5% του κύκλου εργασιών τους, το 8% του ενεργητικού τους και το 7,7% των ιδίων κεφαλαίων τους. Επίσης το περιθώριο EBITDA μειώθηκε κατά 30% και ο καθαρός τους δανεισμός κατά 15%.
Σημειώνεται ότι οι κλάδοι των οποίων οι πωλήσεις φαίνεται να υποχωρούν σημαντικά, είναι αυτοί που είναι προσανατολισμένοι στην εγχώρια αγορά και κυρίως κλάδοι που εξαρτώνται από το ύψος των κρατικών δαπανών ο περιορισμός των οποίων τους έχει πλήξει σε πολύ μεγάλο βαθμό. Σε αυτούς τους κλάδους εντοπίζεται και το βασικότερο πρόβλημα είσπραξης των απαιτήσεών τους.
Μία στις τέσσερις εταιρείες εμφανίζει διαχρονικά αρνητικό κεφάλαιο κίνησης. Το ποσοστό των εταιρειών που εμφανίζουν αρνητικό κεφάλαιο κίνησης αυξάνεται όσο αυξάνεται το μέγεθός τους. Το θετικό κεφάλαιο κίνησης που εμφανίζουν οι Μίκρο εταιρείες διαχρονικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική εικόνα καθώς από το χρόνο είσπραξης των απαιτήσεών τους προκύπτει εμφανώς το σημαντικότατο πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν, με την εικόνα να διαστρεβλώνεται ακόμα περισσότερο από τη μη διενέργεια των απαιτούμενων προβλέψεων έναντι των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων.
Ανάλογη του μεγέθους η δυνατότητα των εταιρειών να αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους με τις εταιρείες των μικρότερων κατηγοριών και ειδικά τις Μίκρο να αδυνατούν επί της ουσίας να τις αποπληρώσουν.
Πολύ χαμηλή η δανειακή επιβάρυνση των Μίκρο εταιρειών με τις εταιρείες της κατηγορίας να είναι σχεδόν αποκλεισμένες από την τραπεζική χρηματοδότηση.
Την μεγαλύτερη δανειακή επιβάρυνση εμφανίζουν κλάδοι που σχετίζονται με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, κλάδοι που σχετίζονται με τις ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες καθώς και κλάδοι που συνδέονται με την αγροτική παραγωγή. Οι
κλάδοι αυτοί εμφανίζουν έντονη εσωστρέφεια ενώ η αυξημένη μόχλευση που εμφανίζουν κάποιοι από αυτούς συνδέεται άμεσα με τη μείωση των κρατικών δαπανών.
Η κύρια μείωση του καθαρού δανεισμού προήλθε από τις Μικρομεσαίες (€ 5,5 δις), γεγονός που προκαλεί εντύπωση, ιδιαίτερα εάν συγκριθεί με τη μείωση που υπήρξε στις Πολύ Μεγάλες επιχειρήσεις η οποία ανήλθε στα € 2,2 δις.
Ολοένα και μειώνεται η δυνατότητα των εταιρειών να καλύπτουν τα χρηματοοικονομικά τους έξοδα με τα λειτουργικά τους κέρδη. Το κόστος χρηματοδότησης αυξάνεται σημαντικά, ενώ ταυτόχρονα έχουν συμπιεστεί τα περιθώρια κέρδους μιας και ο ανταγωνισμός γίνεται ολοένα και εντονότερος.
Σε μία από τις τέσσερις σχεδόν εταιρείες ο κύκλος εργασιών δεν επαρκεί για να καλύψει τις δανειακές τους υποχρεώσεις, ενώ σε μία στις τρείς εταιρείες τα λειτουργικά κέρδη δεν επαρκούν να καλύψουν τα χρηματοοικονομικά κόστη, με την
κατάσταση να επιδεινώνεται όσο μικραίνει το μέγεθος των εταιρειών.
Η αποπληρωμή του δανεισμού για αρκετούς κλάδους είναι σχεδόν αδύνατη υπό τις παρούσες συνθήκες με τον δανεισμό τους να έχει διαμορφωθεί σε επίπεδα δραστηριότητας που δεν προβλέπεται να ανακτηθούν στο άμεσο μέλλον.
Οι εταιρείες στο σύνολό τους κατορθώνουν να σταθεροποιήσουν τα περιθώρια κέρδους προσαρμόζοντας τα λειτουργικά τους έξοδα στα ολοένα μειούμενα επίπεδα δραστηριότητας.
Διαχρονικά χαμηλά τα περιθώρια κέρδους για τους παραγωγικούς κλάδους, αντίθετα υψηλότερα είναι τα περιθώρια για τους κλάδους με βασικό αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών και την εμπορία.
Πάνω από € 6 δις η μείωση των επενδύσεων από το 2011 στο 2013.
Η αποπληρωμή των υφιστάμενων δανείων και η έλλειψη νέων χρηματοδοτήσεων, οποιασδήποτε μορφής, χαρακτηρίζουν την εξεταζόμενη περίοδο εντείνοντας το πρόβλημα ρευστότητας.