Αντιμέτωποι με μια νέα απειλή, η οποία αυτή τη φορά προέρχεται από τις Βρυξέλλες, βρίσκονται οι Έλληνες αποσταγματοποιοί. Στο πλαίσιο της αναθεώρησης του κοινοτικού κανονισμού 110/2008 δρομολογείται η άρση του περιορισμού της υποχρέωσης των γεωγραφικών ενδείξεων εντός της γεωγραφικής ζώνης προέλευσης.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι το κομμάτι της εμφιάλωσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε θέσεις εργασίας, προστιθέμενη αξία προϊόντος, διασφάλιση, έλεγχος παραγόμενων ποσοτήτων, μπορεί να χαθεί για τη χώρα μας και το ούζο, το τσίπουρο, η τσικουδιά και κάθε άλλο παραδοσιακό ποτό με γεωγραφική ένδειξη να διακινείται χύμα προς τις ξένες αγορές και εκεί να εμφιαλώνεται. Εάν ευοδωθεί το παραπάνω σχέδιο, τότε κινδυνεύουν με αφανισμό πολλές, κυρίως μικρές, εταιρείες παραγωγής αποσταγμάτων και εκτιμάται ότι θα χαθεί το 75% των θέσεων εργασίας του κλάδου.
Αυτό που έχει ολοκληρωθεί είναι ο πρώτος γύρος διαπραγματεύσεων ανάμεσα στα κράτη -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον Σεπτέμβριο αναμένεται να ξεκινήσει ο δεύτερος γύρος, κάτι που σημαίνει ότι πρώτον, δεν είναι οριστική η άρση της παραπάνω υποχρέωσης και δεύτερον, ότι υπάρχει ίσως περιθώριο άσκησης πιέσεων, σε συνεργασία πιθανώς και με άλλες χώρες, προκειμένου να διατηρηθεί το υφιστάμενο καθεστώς.
Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσαν χθες οι αποσταγματοποιοί κατά την ανοιχτή συνεδρίαση της ετήσιας γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ).
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 223 μονάδες παραγωγής ελληνικών αλκοολούχων ποτών και το 70% της ελληνικής παραγωγής είναι αλκοολούχα με προστευόμενη γεωγραφική ένδειξη. Το 2016 η παραγωγή ανήλθε σε 18,3 εκατομμύρια λίτρα και εξήχθη το 69% αυτής. Τα έσοδα που έχει το ελληνικό δημόσιο από την επιβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα εγχωρίως παραγόμενα ποτά είναι ετησίως 89 εκατ. ευρώ.
Το ενδεχόμενο πλήγμα από την αλλαγή του κοινοτικού θεσμικού πλαισίου δεν σημαίνει βεβαίως ότι τα άλλα δύο σημαντικά πλήγματα που υφίστανται οι αποσταγματοποιοί κυρίως στα χρόνια της κρίσης, δηλαδή η υπερφορολόγηση και ο αθέμιτος ανταγωνισμός από τα χύμα προϊόντα, είναι μικρότερα. Το αντίθετο, μάλλον. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το πρόβλημα έχει διογκωθεί σε βάρος των νόμιμων παραγωγών, σε βάρος των κρατικών εσόδων και βεβαίως σε βάρος των καταναλωτών.
Ειδικότερα, από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι το 2016 τα έσοδα του κράτους από τον ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά υποχώρησαν κάτω από τα επίπεδα του 2009, όταν δηλαδή δεν είχαν γίνει οι διαδοχικές αυξήσεις των φόρων. Συγκεκριμένα, το 2016 τα έσοδα ανήλθαν σε 281 εκατ. ευρώ (μη συμπεριλαμβανομένων των εσόδων από τον ΕΦΚ στη μπύρα που διαμορφώθηκαν σε 155 εκατ. ευρώ και στο κρασί που ανήλθαν σε 24 εκατ. ευρώ) ενώ το 2009 βρίσκονταν στα 289 εκατ. ευρώ. Την ίδια ώρα παρατηρείται πτώση της κατανάλωσης που στα τοπικά αλκοολούχα ποτά διαμορφώθηκε σε 41% την περίοδο 2010-2016. Βεβαίως, ένα μέρος της κατανάλωσης αυτής εκτιμάται ότι κατευθύνθηκε στο κρασί, που μέχρι πέρυσι δεν επιβαρυνόταν με ΕΦΚ, και στα χύμα προϊόντα που αποτελούν ίσως και τη μεγαλύτερη πληγή για τον κλάδο. Ο όγκος του παράνομα διακινούμενου χύμα τσίπουρου υπολογίζεται ότι υπερβαίνει τα 24 εκατ. λίτρα ετησίως, ενώ η δηλωθείσα παραγωγή είναι περίπου 6,67 εκατομμύρια εκατόλιτρα, εκ των οποίων τα 2,67 των επίσημων αποσταγματοποιών και τα υπόλοιπα των λεγόμενων διήμερων, που διακινείται χύμα και με ελάχιστη -όταν δηλώνεται- φορολογική επιβάρυνση.
Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη χθεσινή εκδήλωση από τον διευθυντή του Τελωνείου Αθηνών κ. Α. Λυμπέρη το 2016 πραγματοποιήθηκαν 66.651 έλεγχοι, κάτι που συνιστά αύξηση 74,98% σε σύγκριση με το 2015. Στο πλαίσιο των ελέγχων αυτών καταγράφηκαν 4.482 παραβάσεις. Πέρυσι κατασχέθηκαν 250.000 λίτρα τσίπουρου. Μέσα στο 2017 θα πραγματοποιηθούν 50.000 τελωνειακοί έλεγχοι και άλλοι 15.400 με τις 10 κινητές μονάδες που διαθέτει πλέον η υπηρεσία. Στόχος είναι να κατασχεθούν 240.000 λίτρα. Μέχρι στιγμής έχουν κατασχεθεί εντός του 2017 120.000 λίτρα.