Σε πτωτική τροχιά παρέμειναν οι λιανικές πωλήσεις ηλεκτρικών/ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών και το 2016, σε συνέχεια της αρνητικής εξέλιξης των προηγούμενων ετών. Οι τελευταίες μεταβολές και προοπτικές εξέλιξης του συγκεκριμένου κλάδου παρουσιάζονται στην κλαδική μελέτη που εκπόνησε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group ΑΕ.
Στην εγχώρια αγορά του λιανικού εμπορίου ηλεκτρικών/ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών είχε ήδη γίνει διείσδυση μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων του διεθνούς εμπορίου. Τα δίκτυα των οργανωμένων μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων διευρύνθηκαν με έντονο ρυθμό την τελευταία εικοσαετία. Ωστόσο, η βαθειά ύφεση που επικράτησε τα τελευταία έτη, οδήγησε σε διακοπή λειτουργίας αρκετών παραδοσιακών αλυσίδων, ενώ οι μεγάλες αλυσίδες που παραμένουν στην αγορά έχουν προχωρήσει τα τελευταία χρόνια, στα πλαίσια του εξορθολογισμού των δαπανών τους και της γενικότερης εταιρικής αναδιάρθρωσης, σε συγχωνεύσεις καταστημάτων και συρρίκνωση του δικτύου τους. Επίσης, μεγάλες αλλαγές σημειώθηκαν στην πλευρά των αγοραστικών ομίλων και των δικτύων τους, με την «ανάδειξη» ομίλων με νέο εμπορικό σήμα, οι οποίοι όμως απαρτίζονται κυρίως από μέλη που έχουν αποχωρήσει από παλαιότερα σχήματα που διέκοψαν τη λειτουργία τους.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων του εξεταζόμενου κλάδου είναι ιδιαίτερα έντονος. Τόσο η συμπίεση του περιθωρίου κέρδους, όσο και ο «πόλεμος τιμών», σε συνδυασμό με την πολιτική των διευκολύνσεων και προσφορών, είχαν σαν αποτέλεσμα την περαιτέρω όξυνση του ανταγωνιστικού κλίματος.
Η ζήτηση για τα εξεταζόμενα προϊόντα προέρχεται κατά κύριο λόγο από τρεις βασικές παραμέτρους: την αντικατάσταση λόγω βλαβών και παλαιότητας, τη δημιουργία νέων νοικοκυριών και την εμφάνιση προϊόντων που ενσωματώνουν νέες τεχνολογίες. Ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη ζήτηση ηλεκτρικών οικιακών συσκευών είναι ο ρυθμός προσθήκης νέων κατοικιών.
Σύμφωνα με το Μάρκο Κοντοέ, Senior Consultant Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της ICAP GROUP, το μέγεθος της αγοράς των αλυσίδων καταστημάτων ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών κινήθηκε συνεχώς ανοδικά το χρονικό διάστημα 2000-2008. Ωστόσο, την περίοδο 2009-2016, επηρεασμένη από τη ραγδαία επιδείνωση της εγχώριας οικονομίας, κατέγραψε πτώση (με εξαίρεση το 2014), με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης 6,3%.
Οι συνθήκες ύφεσης των τελευταίων ετών και οι αλλεπάλληλες μειώσεις στο εισόδημα μεγάλης μερίδας νοικοκυριών, είχαν ως αποτέλεσμα την πτώση της καταναλωτικής δαπάνης, με συνέπεια η αγορά ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών (μέσω καταστημάτων αλυσίδων) να παραμείνει σε πτωτική τροχιά το εξεταζόμενο διάστημα. Ως εκ τούτου, το μέγεθος αυτής καταγράφει διαχρονική υποχώρηση και εκτιμάται ότι το 2016 μειώθηκε κατά 3,1% έναντι του προηγούμενου έτους.
Πηγές του κλάδου τονίζουν ότι το μέγεθος της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών θεωρείται «μικρό» για να συντηρήσει πολλές αλυσίδες λιανικού εμπορίου, επικαλούμενοι το γεγονός ότι σε ευρωπαϊκές χώρες με πολλαπλάσιο πληθυσμό λειτουργούν λιγότερα εμπορικά σήματα.
Η Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, αναφέρει σχετικά με τη σύνθεση των πωλήσεων των αλυσίδων του κλάδου, ότι η αγορά ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών το 2016 αφορούσε κυρίως Λευκές Συσκευές και Κλιματιστικά σε ποσοστό 41% και Μαύρες Συσκευές σε ποσοστό 19%, ενώ η συμμετοχή των Μικροσυσκευών εκτιμάται σε 14%. Η Κινητή και Σταθερή Τηλεφωνία απέσπασε 12% των πωλήσεων, ενώ τα προϊόντα Πληροφορικής το 11%.
Στα πλαίσια της μελέτης συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός επιχειρήσεων του κλάδου βάσει δείγματος ιδιωτικών εταιρειών εκμετάλλευσης αλυσίδων, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμοι ισολογισμοί των χρήσεων 2014 και 2015. Το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 12,3% σε σχέση με το 2014, ενώ τα ίδια κεφάλαια μειώθηκαν οριακά (κατά 0,9%). Οι μεσομακροπρόθεσμες υποχρεώσεις περιορίστηκαν κατά 12,5%, ενώ και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις μειώθηκαν κατά 14,2% περίπου.
Οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών εκμετάλλευσης αλυσίδων καταστημάτων ηλεκτρικών/ηλεκτρονικών συσκευών κατέγραψαν μείωση κατά 2,6% το 2015/14. Το μικτό κέρδος ενισχύθηκε (κατά 5,3%) το 2015 και το λειτουργικό αποτέλεσμα περιορίστηκε σε οριακά αρνητική τιμή. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε βελτίωση του καθαρού (προ φόρου) αποτελέσματος και ανάκτηση της κερδοφορίας, καθώς από ζημίες το 2014, κατέγραψε κέρδη το 2015.
Τέλος, το περιθώριο μικτού κέρδους για το σύνολο των εταιρειών του δείγματος εμφάνισε πτωτική πορεία την εξεταζόμενη περίοδο. Το μέσο περιθώριο καθαρού κέρδους και το περιθώριο EBITDA των εξεταζόμενων εταιρειών του κλάδου ήταν αρνητικά την τελευταία πενταετία, ενώ το 2012 εμφάνισαν ραγδαία επιδείνωση.