Ιδιωτικής ετικέτας είναι σχεδόν τρία στα δέκα προϊόντα που βάζουν στο καλάθι του σούπερ μάρκετ οι καταναλωτές, ποσοστό υψηλό, παρά το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι θεωρούν λιγότερο ανταγωνιστικές τις τιμές τους σε σύγκριση με τα αντίστοιχα επώνυμα. Πάντως, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας εξακολουθούν να θεωρούνται από τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ σημαντικό πυλώνα της ανάπτυξής τους και βασικό στοιχείο που μπορεί να τις διαφοροποιεί έναντι του ανταγωνισμού.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα που διενήργησε το Ερευνητικό Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών προκειμένου να διερευνήσει τη στάση του αγοραστικού κοινού έναντι των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας , το 29,1% των προϊόντων που αγοράζουν κατά μέσο όρο οι καταναλωτές από το σούπερ μάρκετ πρόκειται για ιδιωτικής ετικέτας. Το 2017 το μερίδιο ήταν 28,3%, το 2016 είχε φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο (31,5%), το 2015 ήταν 28,9%, το 2014 28,2%, ενώ το 2011 ήταν αρκετά χαμηλότερο, 21,5%.
Το 81,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έχουν πιο συμφέρουσα τιμή, ποσοστό πολύ χαμηλότερο από αυτό που είχε καταγραφεί στην αντίστοιχη περσινή έρευνα και ήταν 91,3%. Η σημαντική αυτή απόκλιση οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις εκτεταμένες σε ποσοστό και διάρκεια προσφορές που πραγματοποιεί λιανεμπόριο και βιομηχανία στα επώνυμα προϊόντα, προσφορές οι οποίες καταλήγουν να κλείνουν την «ψαλίδα» στις τιμές μεταξύ των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας και των επώνυμων.
Την ίδια ώρα αυξάνεται το ποσοστό των καταναλωτών που θεωρούν ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι ανώτερης ποιότητας από τα επώνυμα, στο 11,1% από 9,2% στην αντίστοιχη περσινή έρευνα. Βεβαίως, την ίδια ώρα έχει αυξηθεί και το ποσοστό όσων έχουν ακριβώς την αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι χαμηλότερης ποιότητας σε σύγκριση με τα αντίστοιχα επώνυμα: φέτος διαμορφώθηκε σε 32,1% από 24,1% πέρυσι. Η πλειονότητα, πάντως, των καταναλωτών θεωρεί ότι δεν υπάρχουν διαφορές στην ποιότητα ανάμεσα στα δύο είδη προϊόντων με το σχετικό ποσοστό να διαμορφώνεται φέτος σε 56,8% έναντι 66,7% πέρυσι, στοιχείο καθοριστικό για την διείσδυση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στα ελληνικά νοικοκυριά.
Με βάση την αξιολόγηση τιμής, ποιότητας και συσκευασίας, το 60,4% των καταναλωτών θεωρεί ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι όμοια με τα αντίστοιχα επώνυμα, ποσοστό σημαντικό αλλά χαμηλότερο σε σύγκριση με πέρυσι. Η κάμψη αυτή οφείλεται αφενός στην υποχώρηση των τιμών των επώνυμων, η οποία απομακρύνει μερίδα των καταναλωτών από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας ή τουλάχιστον σε κάποιες κατηγορίες όπου οι προσφορές στα επώνυμα είναι εκτεταμένες και αφετέρου στην ισχύ, αν και περιορισμένης σε σχέση με πέρυσι, της επίδρασης που έχει ακόμη στην καταναλωτική συμπεριφορά η απουσία του σήματος «Μαρινόπουλος».
Το 28,2% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι γενικά τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι χειρότερα από τα επώνυμα (από 22,6% πέρυσι), ενώ το 11,4% (από 11,1%) θεωρεί ότι είναι καλύτερα.
Στο πλαίσιο της έρευνας εκτιμήθηκε και η ικανοποίηση των καταναλωτών από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Δυσαρεστημένοι δήλωσαν το 8,5% (από 4,7% πέρυσι), ικανοποιημένοι το 56,7% (από 65,5% πέρυσι) ενώ ούτε ικανοποιημένοι ούτε δυσαρεστημένοι δήλωσε το 34,8% (από 29,8% πέρυσι) του δείγματος.
Η έρευνα έχει σε δείγμα 1.365 νοικοκυριών σε όλη την Ελλάδα με τυχαία δειγματοληψία και χρήση δομημένου ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου. Την ευθύνη της έρευνας είναι ο καθηγητής κ. Γεώργιος Μπάλτας.