Η κυλιόμενη 6μηνιαία Έρευνα Τάσεων στο Λιανεμπόριο FMCG του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) καταγράφει τις απόψεις των στελεχών επιχειρήσεων του κλάδου για τα κύρια κλαδικά θέματα και προκλήσεις. Η έρευνα διεξήχθη τον 11 Ιουλίου έως 19 Ιουλίου 2019 με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου και δείγμα 157 ανώτερα και ανώτατα Στελέχη Επιχειρήσεων (Λιανεμπόριο-Αλυσίδες σουπερμάρκετ και Προμηθευτές FMCG) από τη Γενική Διεύθυνση και τα τμήματα Marketing, Πωλήσεων. Αγορών, Οικονομικών, Πληροφορική κλπ.
Τα αποτελέσματα καταγράφουν τις προσδοκίες των στελεχών για το Β’ εξάμηνο 2019 οι οποίες συνοψίζονται σε:
- Αύξηση των πωλήσεων το επόμενο 6μηνο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2018
- Σαφής βελτίωση του οικονομικού κλίματος
- Έμφαση στην καινοτομία
Σε σχέση με τις προσδοκίες για τις πωλήσεις του κλάδου (βλ. σχήμα 1), για πρώτη φορά σε μέτρηση καταγράφεται απόλυτη πλειοψηφία η οποία εκτιμά ότι οι πωλήσεις θα κινηθούν αυξητικά σε ποσοστά 58%, έναντι 8% για μείωση, η οποία είναι η μεγαλύτερη η οποία έχει καταγραφεί την τελευταία 4ετία. Μεσοσταθμικά τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα εκτιμούν ότι θα καταγραφεί αύξηση της τάξης του 1,5% στις πωλήσεις το εξάμηνο Ιούλιος 2019-Δεκέμβριος 2019 σε σχέση με το ίδιο εξάμηνο του 2018. Βέβαια οι πωλήσεις στο λιανεμπόριο τροφίμων σχετίζονται άμεσα με την ψυχολογία των καταναλωτών και την ευρύτερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση και ενδεχομένως πολιτικές εξελίξεις να επιδράσουν σε αυτή την πρόβλεψη. Σημειώνεται ότι η μέτρηση ξεκίνησε μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου.
Η θετική τάση που καταγράφηκε στην αποτίμηση της εξέλιξης της οικονομικής κατάστασης της χώρας το 2019 παρουσιάζει βελτίωση σε αυτή τη μέτρηση. Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία σε ποσοστό 57% θεωρεί ότι η οικονομική κατάσταση παρέμεινε αμετάβλητη, το 15% ότι χειροτέρεψε και το 29% ότι βελτιώθηκε. Συγκριτικά με τις μετρήσεις του 2017 και 2018 η οικονομική κατάσταση πρόκειται για σαφώς καλύτερο αποτέλεσμα. Παρόλα αυτά είναι σημαντικό ότι το οικονομικό κλίμα παρουσιάζει νέα βελτίωση (σχήμα 3), η οποία οφείλεται στην βελτίωση των οικονομικών συνθηκών της αγοράς, όσο και στις θετικές προσδοκίες των στελεχών για τις πωλήσεις. Αυτό το αποτέλεσμα αποδίδεται στις προσδοκίες για την κεφαλαιοποίηση σε πωλήσεις και κερδοφορία από τις πρόσφατες εξαγορές και συγχωνεύσεις, αλλά και στο γενικότερα ευνοϊκό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην αγορά.
Παρά την συγκρατημένη αισιοδοξία που καταγράφεται, τα προβλήματα συνεχίζουν να υπάρχουν με τα κυριότερα να φαίνονται στο σχήμα 4:
Τα εξωγενή προβλήματα εξακολουθούν να έχουν την πρώτη θέση. Συγκεκριμένα, και πάλι καταγράφεται ως βασικό πρόβλημα η αβεβαιότητα περιβάλλοντος (κοινωνικού-οικονομικού) – αν και αρκετά χαμηλότερα από προηγούμενες μετρήσεις – κάτι που αποδίδεται τόσο στις εσωτερικές εξελίξεις στη χώρα, όσο και στις γενικότερες αλλαγές που διέρχεται ο συγκεκριμένος κλάδος διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα. Ο υψηλός ΦΠΑ πέφτει στην 6η θέση με μόλις 27%. Σίγουρα σημαντικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη έπαιξε η πρόσφατη μεταφορά πολλών τροφίμων από τον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ 24% στον χαμηλό 13%, κάτι το οποίο όπως φαίνεται και στο σχήμα 6 κρίνεται θετικά από την συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων. Το πρόβλημα των μειωμένων πωλήσεων παρουσιάζει επίσης πτώση καθώς ανεβαίνει στην 9η θέση με 22%, ενώ αντίθετα τα λειτουργικά θέματα των επιχειρήσεων εμφανίζουν ένταση με τη χαμηλή κερδοφορία παραμένει σημαντικό πρόβλημα με μικρή μείωση με 41% και τα κόστη λειτουργίας με 35%.Τέταρτο πιο σημαντικό πρόβλημα είναι η γραφειοκρατία και η πολυνομία με 29% και πέμπτο πρόβλημα η δυσκολία εύρεσης και ανάπτυξης προσωπικού-στελεχών με 27%.
Στο σχήμα 5 καταγράφονται οι προτεραιότητες των επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η πλειοψηφία των στόχων του κλάδου έχουν να κάνουν με την καινοτομία και τις επενδύσεις. Συγκεκριμένα αν εξαιρέσουμε την πρώτη γενική προτεραιότητα της αύξησης πωλήσεων, η οποία είναι κοινή για όλες τις επιχειρήσεις, όλες οι υπόλοιπες προτεραιότητες αποτελούν περιοχές με σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον και έχουν ανάγκη την καινοτομία όπως νέες υπηρεσίες και προϊόντα, καλύτερη εξυπηρέτηση πελατών, αναβάθμιση δικτύου και πολυκαναλική διάθεση προϊόντων, αξιοποίηση δεδομένων κλπ.
Η επόμενη έρευνα θα πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριο 2020.