Σύμφωνα με τη δημοσιευμένη λογιστική κατάσταση χρήσης για την περασμένη χρονιά, η εταιρία πέτυχε αύξηση πωλήσεων σε όγκο κατά 1,8%.
Πιο συγκεκριμένα, σε αξία οι πωλήσεις της ανήλθαν στα 324,7 εκατ. ευρώ από 314,513 εκατ. ευρώ το 2018 με τις καθαρές πωλήσεις (εξαιρουμένου δηλαδή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης) να διαμορφώνονται σε 206,826 εκατ. ευρώ από 197,963 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 4,5%. Το εν λόγω ποσοστό προήλθε κατά τη διοίκηση της εταιρίας, τόσο από τη θετική πορεία της μπύρας ΑΛΦΑ, όσο και από τα νέα λανσαρίσματα στις βασικές κατηγορίες μπύρας, αλλά και σε νέα σήματα όπως η Μάμμος, αλλά και ο μηλίτης.
Αντιθέτως, η εξαγωγική δυναμική της εταιρίας επιβραδύνθηκε ελαφρώς το 2018 καθώς οι πωλήσεις προς θυγατρικές του μητρικού ομίλου Heineken NV μειώθηκαν στα 8,297 εκατ. ευρώ από 10,798 εκατ. ευρώ το 2017.
Σε ότι αφορά την κερδοφορία της η εταιρία πέτυχε βελτίωση των EBITDA στα 17,154 εκατ. ευρώ (από 14,023 εκατ. ευρώ το 2017), και ακολούθως τα κέρδη προ φόρων αυξήθηκαν στα 17,617 εκατ. ευρώ από 13,940 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 26,3%. Τα κέρδη μετά από φόρους ωστόσο διαμορφώθηκαν στα 12,073 εκατ. ευρώ από 12,468 εκατ. ευρώ το 2017.
Η εταιρία που έχει συσσωρεύσει «κέρδη εις νέον» που ξεπερνούν τα 45 εκατ. ευρώ προτείνει μάλιστα διανομή μερίσματος για τη χρήση του 2018 της τάξης των 14,791 εκατ. ευρώ από 8,132 εκατ. ευρώ το 2017.
Σημειώνεται επίσης ότι η εταιρία το 2018 παρουσίασε εντυπωσιακή βελτίωση των ταμειακών της ροών οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 28,193 εκατ. ευρώ από 13,269 το 2017.
Στην περασμένη χρήση είχε επίσης θετική επίδραση από τη μείωση του προστίμου που της είχε επιβληθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Παράλληλα, υιοθετώντας πλήρως το ΔΠΧΠ 15 –που αφορά την απεικόνιση εσόδων από συμβάσεις με πελάτες- μείωσε τα λειτουργικά έξοδα κατά 26,728 εκατ. ευρώ, ποσό που ανάλογα εισφέρθηκε και αποτυπώθηκε στις πωλήσεις, όπως εξάλλου ορίζει το συγκεκριμένο πρότυπο. Σε αυτή τη λογιστική αποτύπωση εξάλλου οφείλεται και η μείωση των εξόδων προβολής και διαφήμισης, και κατ’ επέκταση των λοιπών λειτουργικών δαπανών της κατά 1,2%.
Στην περασμένη χρήση η εταιρία είχε επίσης θετική επίδραση από τη μείωση του προστίμου που της είχε επιβληθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Ειδικότερα, με απόφαση του Διοικητικού Εφετείου το ύψος του επιβληθέντος προστίμου περιορίστηκε στο ποσό των 26,733 εκατ. ευρώ. Σε συνέχεια της έκδοσης της απόφασης η εταιρεία κατέβαλε στο Ελληνικό Δημόσιο το υπόλοιπο ποσό των 13,225 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, έχει προσφύγει κατά της απόφασης επιβολής προστίμου με αίτηση αναίρεσης στο ΣτΕ, η οποία μετά από αναβολή έχει οριστεί να εκδικαστεί στις 2 Οκτωβρίου 2019.