Μείωση του τζίρου έως και 70% παρατηρείται στα λιανεμπορικά καταστήματα από τις 27 Ιουνίου κι έπειτα, την επομένη δηλαδή της ανακοίνωσης του πρωθυπουργού για τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Εξαίρεση αποτελούν τα καταστήματα τροφίμων και τα πρατήρια καυσίμων όπου ο τζίρος υπολογίζεται ότι έχει αυξηθεί το ίδιο χρονικό διάστημα κατά 30% περίπου. Η συνέχιση, ωστόσο, της τραπεζικής αργίας και οι κεφαλαιακοί περιορισμοί εκτιμάται ότι μεσοπρόθεσμα θα επιφέρουν πλήγμα και στους κλάδους του λιανεμπορίου που σήμερα ευνοούνται. Η ΕΣΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη και τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στο εξωτερικό εμπόριο, ανεβάζει την προκύπτουσα μέχρι στιγμής ζημιά στο ΑΕΠ της χώρας, μόνο από τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας στον κλάδο του εμπορίου στο 1,2 δισ. ευρώ με τάσεις περαιτέρω διόγκωσης του συγκεκριμένου ποσού όσο η κατάσταση δεν ομαλοποιείται.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ) ο τζίρος στα καταστήματα εκτός τροφίμων και καυσίμων εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε στο εξεταζόμενο δεκαήμερο σε περίπου 131 εκατ. ευρώ, ενώ την αντίστοιχη περίοδο τα προηγούμενα χρόνια ο τζίρος διαμορφωνόταν σε περίπου 436 εκατ. ευρώ. Αν μη τι άλλο, λοιπόν, οι κλάδοι του λιανεμπορίου που δεν σχετίζονται με την πώληση τροφίμων ή καυσίμων, έχουν χάσει μόλις σε δέκα ημέρες πάνω από 300 εκατ. ευρώ.
Την ίδια περίοδο εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά περίπου 30% ο τζίρος στα καταστήματα τροφίμων και στα πρατήρια καυσίμων. Έτσι, ενώ υπό κανονικές συνθήκες υπολογίζεται ότι στο δεκαήμερο 27/6 έως 7/7 ο τζίρος στις δύο αυτές κατηγορίες καταστημάτων θα διαμορφωνόταν (με βάση την εμπειρία των προηγούμενων ετών) σε 649 εκατ. ευρώ, λόγω της μεγάλης προσέλευσης των καταναλωτών όλες αυτές τις ημέρες στα σούπερ μάρκετ και στα πρατήρια καυσίμων, ο τζίρος τους υπολογίζεται ότι εκτοξεύθηκε στα 844 εκατ. ευρώ. Με άλλα λόγια το όφελος στον κλάδο τροφίμων και καυσίμων υπολογίζεται σε περίπου 195 εκατ. ευρώ, ενώ την ίδια ώρα οι απώλειες στους άλλους κλάδους μέσα μόνο σε δέκα ημέρες εκτιμώνται σε 305 εκατ. ευρώ. Θα μπορούσε να πει δηλαδή κάποιος ότι η καθαρή απώλεια για το λιανεμπόριο ανέρχεται ήδη σε 110 εκατ. ευρώ.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι δεν μπορεί να γίνει αυτός ο συμψηφισμός, υπό την έννοια ότι οι συνέπειες από την κατάσταση που επικρατεί στη αγορά είναι διαφορετικές για κάθε επιχείρηση και διαμορφώνονται αναλόγως του μεγέθους τους, του προσωπικού που απασχολούν, καθώς και των υποχρεώσεων που είχαν πριν την τραπεζική αργία και τα capital controls. Άλλωστε, ακόμη και οι κλάδοι που επωφελήθηκαν τις τελευταίες ημέρες από τον πανικό που επικράτησε στους καταναλωτές, θα υποστούν και αυτοί απώλειες εάν δεν ομαλοποιηθεί γρήγορα η κατάσταση.
Παράλληλα, οι παρατηρούμενες στρεβλώσεις στην καθημερινή λειτουργία χιλιάδων επιχειρήσεων έχουν άμεση επίδραση στην προσπάθεια επιβίωσής τους, διογκώνοντας με αυτόν τον τρόπο τις τάσεις συγκέντρωσης στην αγορά και εξόντωσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.