«Μεγάλος ο βαθμός δυσκολίας του νέου Μνημονίου για τους μικρομεσαίους του ελληνικού εμπορίου» αναφερει ο Προέδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης για το νέο μνημόνιο και τονίζει πως «απαιτείται μια Ελληνική Κυβέρνηση «εθνικής σοβαρότητας» με πολύ δουλειά στο εσωτερικό της Χώρας εκ μέρους του ίδιου του Πρωθυπουργού και των «ανασχηματισμένων» Υπουργών του, για λιγότερα επιχειρηματικά εμπόδια και μικρότερες επενδυτικές καθυστερήσεις, καθώς και επαρκή οικονομική στήριξη των μικρομεσαίων της αγοράς, ώστε να πληρωθεί ο βαρύς λογαριασμός του νέου μνημονίου, με τη δημιουργία «νέου χρήματος» και νέων θέσεων εργασίας. Απαιτείται, επίσης, ένα «Αναπτυξιακό Σχέδιο με απασχόληση» από κοινού συμφωνημένο μεταξύ Κυβέρνησης και Κοινωνικών Εταίρων το οποίο όλοι μαζί θα κληθούμε να υπηρετήσουμε.»
Αναλυτικά η δήλωση έχει ως εξής:
«...Η επόμενη ημέρα του νέου Μνημονίου αποτελεί μια επώδυνη πρόκληση για όσους κατάφεραν με μεγάλο αγώνα να επιβιώσουν και να διατηρήσουν ζωντανές τις επιχειρήσεις τους. Είναι βέβαιο ότι η νέα δανειακή σύμβαση παρουσιάζει έναν μεγάλο βαθμό δυσκολίας για τους μικρομεσαίους της αγοράς και το ελληνικό εμπόριο, αφού η εφαρμογή της σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και από εμάς τους ίδιους. Η ελληνική αγορά και το ελληνικό εμπόριο προσλαμβάνει ως θετικά, τη δημιουργία ενός αισθήματος σταθερότητας για τα επόμενα τρία χρόνια, την συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον επανασχεδιασμό των εργασιακών σχέσεων, τη δικαίωση στο πάγιο αίτημά μας για τις Κυριακές και κυρίως την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών που θα βοηθήσει επιτέλους στο πρόβλημα της ρευστότητας και της ανάκτησης της τραπεζικής πίστης, όπως και την επιλογή εξατομικευμένων λύσεων για τα κόκκινα δάνεια.
Η νέα δανειακή σύμβαση του 3ου μνημονίου έχει τιμωρητικούς όρους, αλλά δεν θα πάψουμε να ελπίζουμε, αφού ακόμα και έτσι, μας δίνεται τουλάχιστον η ευκαιρία για μία ακόμη προσπάθεια. Δυστυχώς, η ελληνική αγορά έχει υποστεί τεράστια πλήγματα τους τελευταίους έξι μήνες και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του «Μαύρου Ιουλίου», ενώ προσπαθεί στο υπόλοιπο μισό του τουριστικού Αυγούστου να ανακτήσει κάτι επιπλέον, που θα της επιτρέψει να συνεχίσει να λειτουργεί. Οι άνθρωποι της αγοράς δεν έχουμε άγνοια κινδύνου, αλλά πλήρη επίγνωση των δυσκολιών που μας περιμένουν τα επόμενα χρόνια. Καλούμαστε, λοιπόν, έστω και αδύναμοι, να αντιμετωπίσουμε το νέο μνημόνιο, ως μοναδική επιλογή για να δουλέψουμε και να κρατήσουμε και πάλι την τύχη μας στα δικά μας χέρια. Ο βαθμός δυσκολίας στην εφαρμογή των όρων της νέας δανειακής σύμβασης είναι μεγάλος γιατί η κατάσταση είναι πλέον πολύ οριακή, τόσο στην κοινωνία όσο και στην οικονομία και απαιτείται ως πάθημα που έγινε μάθημα, όλα τα νέα και παλαιά μέτρα του τρίτου μνημονίου στη πορεία εφαρμογής τους να εκτιμώνται προσεκτικά, να αναθεωρούνται σταδιακά και να διορθώνονται έγκαιρα, για να μην έχουμε την ίδια τύχη και κατάληξη με τα δύο προηγούμενα μνημόνια.
Ωστόσο, για να επανεκκινήσει η πραγματική οικονομία και για το «καλό του τόπου», πρέπει την επόμενη ημέρα της νέας δανειακής σύμβασης να αποτραπεί το «απρόβλεπτο πολιτικό ρίσκο» που προέρχεται είτε από επιπόλαιες και κοντόφθαλμες πολιτικές σκοπιμότητες ενός πολιτικού μικρομεγαλισμού, είτε από το πείσμα ελάχιστων ιδεοληπτικών «δεκαροδραχμιστών». Απαιτείται μια Ελληνική Κυβέρνηση «εθνικής σοβαρότητας» με πολύ δουλειά στο εσωτερικό της Χώρας εκ μέρους του ίδιου του Πρωθυπουργού και των «ανασχηματισμένων» Υπουργών του, για λιγότερα επιχειρηματικά εμπόδια και μικρότερες επενδυτικές καθυστερήσεις, καθώς και επαρκή οικονομική στήριξη των μικρομεσαίων της αγοράς, ώστε να πληρωθεί ο βαρύς λογαριασμός του νέου μνημονίου, με τη δημιουργία «νέου χρήματος» και νέων θέσεων εργασίας. Απαιτείται, επίσης, ένα «Αναπτυξιακό Σχέδιο με απασχόληση» από κοινού συμφωνημένο μεταξύ Κυβέρνησης και Κοινωνικών Εταίρων το οποίο όλοι μαζί θα κληθούμε να υπηρετήσουμε. Το ελληνικό εμπόριο είτε εισαγωγικό, είτε εξαγωγικό, είτε χονδρικό, είτε λιανικό, είτε διαμετακομιστικό, είναι σημαντικός πολλαπλασιαστής αξίας και διαχρονικά μια σταθερή δύναμη για την ελληνική οικονομία. Όμως, για να μπορέσει να πληρώσει τον λογαριασμό του νέου μνημονίου που του αναλογεί, θα πρέπει σε επίπεδο ελληνικών μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων να ενισχυθεί και να μεγεθυνθεί...»