Έναν από τους ελάχιστους κλάδους της οικονομίας που διατηρεί την απασχόληση στην Ελλάδα εν μέσω της έντονης οικονομικής ύφεσης αποτελεί το λιανεμπόριο τροφίμων. Αυτό τουλάχιστον καταδεικνύει πρόσφατη ανάλυση της απασχόλησης στο λιανεμπόριο τροφίμων που ολοκλήρωσε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) βάση των στοιχείων της ΕΛ.ΣΤΑΤ..
Συγκεκριμένα, από την επεξεργασία των στοιχείων απασχόλησης που παρέχει σε τριμηνιαία βάση η ΕΛ.ΣΤΑΤ. προκύπτει ότι την 5ετία 2010-2014 το λιανεμπόριο τροφίμων παρουσιάζει αύξηση της απασχόλησης κατά 1,60%, σε αντίθεση με το σύνολο του λιανικού εμπορίου το οποίο παρουσιάζει μείωση κατά 7,15% και συνολικά με την ελληνική οικονομία η οποία παρουσιάζει μείωση κατά 19,44%. Συγκεκριμένα, για το 2014, το λιανεμπόριο τροφίμων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο με τον δείκτη να μειώνεται ελάχιστα κατά 0,24% σε σχέση με το 2013, παρουσιάζοντας όμως σημαντική αύξηση κατά 2,69% το 4ο τρίμηνο του 2014, η οποία συνεχίζεται και το 1ο τρίμηνο του 2015. Συνολικά το λιανικό εμπόριο παρουσιάζει επίσης σταθεροποιητική τάση το 2014 με ελάχιστη μείωση κατά 0,15% σε σχέση με το 2013.
Εξαιτίας της αύξησης που παρουσιάζει την τελευταία 4ετία το λιανεμπόριο τροφίμων και της ταυτόχρονης μείωσης των άλλων εμπορικών κλάδων, πλέον η απασχόληση του λιανεμπορίου τροφίμων αντιπροσωπεύει σχεδόν το 40% της απασχόλησης του λιανικού εμπορίου και το 31% συνολικά του λιανικού και χονδρικού εμπορίου. Παράλληλα, ενώ η άμεση απασχόληση στο λιανεμπόριο τροφίμων το 2010 αντιπροσώπευε το 4,37% της Ελληνικής αγοράς εργασίας, το 2014 αντιπροσωπεύει το 5,57%, ξεπερνώντας κλάδους όπως είναι οι Κατασκευές, οι Μεταφορές και η Υγεία.
Η αύξηση αυτή της απασχόλησης στο λιανεμπόριο τροφίμων είναι αποτέλεσμα δύο κυρίως παραγόντων, πρώτον της ανάπτυξης και εξυγίανσης των δικτύων του κλάδου των λιανικών πωλήσεων τροφίμων (κυρίως νέα καταστήματα σουπερ μάρκετ από τις μεγάλες αλυσίδες του κλάδου, αλλά και αναβάθμιση του δικτύου με νέες τεχνολογίες, συστήματα κλπ) και δεύτερον από την απελευθέρωση των καναλιών πώλησης συγκεκριμένων προϊοντικών ομάδων (π.χ. απελευθέρωση της αγοράς βρεφικού γάλακτος, καπνού και τύπου, βιταμινών, συμπληρωμάτων διατροφής, νέα υγειονομική διάταξη) η οποία δημιούργησε αυξημένες ανάγκες απασχόλησης για προσωπικό στις εταιρείες του κλάδου. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ανεπτυγμένα δίκτυα προκαλούν επιπλέον νέες επενδύσεις στην οργάνωση, μηχανογράφηση και συντήρηση του δικτύου, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούν νέες ανάγκες προσωπικού.
Σημειώνεται ότι η αύξηση της απασχόλησης έρχεται ενάντια στις πιέσεις που ασκεί η μείωση των πωλήσεων στον κλάδο η οποία για το ίδιο διάστημα έχει δείξει μειώσεις της τάξης του 20%.
Αξιοσημείωτη είναι η συγκριτική εξέλιξη του εργασιακού κόστους, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. μετά από μία αρκετά μεγάλη περίοδο ο δείκτης κόστους εργασίας συνολικά στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο (όλων των ειδών) παρουσίασε αύξηση κατά 2,68%. Η αύξηση του κόστους εργασίας αποδίδεται στην αύξηση των μισθών κατά 4,42% το 2014 σε σχέση με το 2013 παρότι τα λοιπά κόστη και οι εργοδοτικές εισφορές παρουσίασαν μείωση κατά 5,41%.
Σε σχέση με τα ποιοτικά στοιχεία της απασχόλησης στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, επισημαίνεται ότι οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ προσφέρουν εργασία σε ομάδες του πληθυσμού που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες στην εύρεση εργασίας, όπως οι νέοι, οι ανειδίκευτοι εργάτες και οι γυναίκες.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί η συμβολή του κλάδου στην αντιμετώπιση της ανεργίας στην επαρχία, εφόσον τα δίκτυα πωλήσεων των αλυσίδων δεν περιορίζονται στα αστικά κέντρα ή τις βιομηχανικές περιοχές της χώρας, αλλά καλύπτουν όλη την επικράτεια. Στο προσωπικό των αλυσίδων σούπερ μάρκετ υπερτερούν οι γυναίκες σε ποσοστά 65%-70%, ενώ περισσότερο από τα 2/3 των καταστημάτων των αλυσίδων δραστηριοποιούνται εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας.
Μεγάλες εταιρείες του κλάδου έχουν αναγνωρισθεί και βραβευθεί επανειλημμένως για τις συνθήκες εργασίας που διασφαλίζουν για το προσωπικό τους, καθώς και για τις βέλτιστες πρακτικές τους στην ανάπτυξη του ανθρωπίνου δυναμικού.