Τα αποτελέσματα της έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το 2020 που ανακοινώθηκαν πρόσφατα και έρχονται να προστεθούν στα ευρήματα παρόμοιων ερευνών του ΙΕΛΚΑ σκιαγραφούν την παρούσα κατάσταση σε σχέση με την κατανάλωση τροφίμων στην Ελλάδα.
Καταρχάς καταγράφεται μία αύξηση στη δαπάνη τροφίμων το 2020 σε σχέση με το 2019. Συγκεκριμένα κατά 3,88% από 3.351,36 ευρώ ανά νοικοκυριό σε 3.481,56 ευρώ ανά νοικοκυριό. Η αύξηση ήταν ακόμα μεγαλύτερη για τα οινοπνευματώδη ποτά κατά 17,67% όπως και για τα οικιακά είδη άμεσης κατανάλωσης (π.χ. απορρυπαντικά, χαρτικά κλπ) κατά 11,24%. Αντίθετα μείωση παρουσίασαν τα είδη ατομικού ευπρεπισμού (π.χ. είδη προσωπικής φροντίδας) κατά -9,51% και ειδικά η εστίαση κατά -33,45%. Συνολικά, οι δαπάνες για διατροφή (αθροιστικά αγορές τροφίμων και εστίασης) παρουσίασαν το 2020 μείωση κατά -7.22%, από 5.478,12 ευρώ σε 5.082,84 ευρώ.
Παρά την αύξηση αυτή, διαχρονικά την τελευταία 10ετία 2009-2020 η δαπάνη των νοικοκυρών σε ήδη τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών έχει μειωθεί κατά -10,28% (βλ. σχήμα 1). Βέβαια, την 4ετία (2016-2019) η κατά κεφαλήν δαπάνη των νοικοκυριών σε τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά παρουσίαζε αύξηση από 1.337 ευρώ κατά κεφαλήν το 2016 σε 1.388 ευρώ το 2019, μεταβολή 3,83%, στην οποία ήρθε να προστεθεί η αύξηση του 2020 στα 1.449 ευρώ και συνολική αύξηση 8,36%, η οποία ολοκληρώθηκε σε ένα περιβάλλον σταθερών τιμών, καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή από το 2016 ως το 2020, παρέμεινε πρακτικά αμετάβλητος σε βάθος 5ετίας.
Σχήμα 1: Εξέλιξη ετήσιας δαπάνης σε τρόφιμα 2009-2019 (πηγή: επεξεργασία στοιχείων ΕΛ.ΣΤΑΤ.)Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι ενώ η δαπάνη των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου σε αξία 2016 ως το 2020, παρέμεινε πρακτικά αμετάβλητος σε βάθος 5ετίας.
Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι ενώ η δαπάνη των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου σε αξία παραμένει μειωμένη σε σχέση με την αρχή της προηγούμενης δεκαετίας, η δαπάνη ως ποσοστό επί των συνολικών αγορών των νοικοκυριών αυξήθηκε. Το 2009 η δαπάνη σε είδη διατροφής αντιστοιχούσε στο 17,3% των αγορών του μέσου νοικοκυριού, ενώ το 2020 αντιστοιχούσε στο 23,1% αυξήθηκε δηλαδή κατά 6%. Πρακτικά δηλαδή ενώ η δαπάνη σε είδη παντοπωλείου μειώθηκε, οι υπόλοιπες δαπάνες (π.χ. είδη ένδυσης, είδη επίπλωσης, υπηρεσίες) μειώθηκαν με ακόμα μεγαλύτερο ρυθμό (βλ. πίνακας 2). Η τάση αυτή έγινε πιο έντονη το 2020 οπότε και η δαπάνη σε τρόφιμα αυξήθηκε, ενώ αντίθετα η συνολική δαπάνη των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 9,90%.Η εξέλιξη αυτή είναι σε ένα βαθμό αναμενόμενη καθώς τα περισσότερα από τα προϊόντα παντοπωλείου και ειδικά τα είδη διατροφής εξυπηρετούν βασικές ανάγκες του καταναλωτή και κατά συνέπεια είναι πιο δύσκολο να περικοπούν σε περιόδους κρίσης.
Παράλληλα όπως φαίνεται στο σχήμα 2, καταγράφονται σημαντικές διαφοροποιήσεις στην αύξηση της ετήσια δαπάνης τροφίμων ανάμεσα στους διαφορετικούς τύπου νοικοκυριών. Μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται κυρίως στα νοικοκυριά με 1 παιδί έως 16 ετών, στα ζευγάρια με 1 παιδί κατά 11,82% και στις μονογονεϊκές οικογένειες με 1 παιδί κατά 7,78%, καθώς και στα νοικοκυριά με 1 άτομο έως 65 ετών κατά 7%.
Όσον αφορά τις επιμέρους κατηγορίες προϊόντων, ο πίνακας 3 παρουσιάζει τις μεταβολές στην ετήσια κατά κεφαλήν δαπάνη σε 32 επιλεγμένες κατηγορίες τροφίμων. Στις περισσότερες περιπτώσεις (27) καταγράφεται αύξηση με εντονότερες αυτές στα ποτά. Μείωση καταγράφεται σε μόλις 5 κατηγορίες κυρίως τις κατηγορίες κρεάτων (με εξαίρεση το χοιρινό) και στο γάλα. Πρακτικά επιβεβαιώνεται η αύξηση στην μαγειρική κατά την περίοδο των lockdown η οποία οδήγησε σε αύξηση της δαπάνης των νοικοκυριών για πρώτες ύλες για τα γεύματα της. Είναι σαφής η επίδραση της κλειστής εστίασης σε αυτές τις τάσεις, καθώς ειδικά στην περίπτωση των αλκοολούχων ποτών η κατανάλωση εκτός σπιτιού αντικαταστάθηκε από κατανάλωση εντός σπιτιού.