Το 80% των Ευρωπαίων πιστεύει ότι πίσω από τα προϊόντα παραποίησης/απομίμησης βρίσκονται εγκληματικές οργανώσεις και θεωρεί ότι η αγορά τέτοιων προϊόντων έχει εξαιρετικά αρνητικό αντίκτυπο στις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας. Το 83% των συμμετεχόντων στην έρευνα πιστεύει επίσης ότι κάτι τέτοιο ενισχύει την αντιδεοντολογική συμπεριφορά, ενώ τα δύο τρίτα τη θεωρούν ως απειλή για την υγεία και την ασφάλεια και για το περιβάλλον.
Όσον αφορά την πειρατεία, το 82% των Ευρωπαίων συμφωνεί ότι η απόκτηση ψηφιακού περιεχομένου μέσω παράνομων πηγών ενέχει τον κίνδυνο επιβλαβών πρακτικών (απάτες ή ακατάλληλο για ανηλίκους περιεχόμενο).
Παρά τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα, η μελέτη αποκαλύπτει επίσης ότι 1 στους 3 Ευρωπαίους (31%) εξακολουθεί να θεωρεί αποδεκτή την αγορά προϊόντων παραποίησης/απομίμησης όταν η τιμή του γνήσιου προϊόντος είναι υπερβολικά υψηλή, ποσοστό που ανέρχεται στους μισούς (50%) στην περίπτωση των νεότερων καταναλωτών ηλικίας 15-24 ετών.
Μεταβαίνοντας από τη θεωρία στην πράξη, το 13% των Ευρωπαίων αναφέρει ότι έχει αγοράσει σκοπίμως προϊόντα παραποίησης/απομίμησης τους τελευταίους 12 μήνες. Το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 26% για τα άτομα ηλικίας 15 έως 24 ετών, ποσοστό διπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ μειώνεται στο 6% στην ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών και κάτω του 5% στα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω.
Σε επίπεδο χώρας, το ποσοστό των καταναλωτών που έχει αγοράσει σκοπίμως προϊόντα παραποίησης/απομίμησης κυμαίνεται από 24% στη Βουλγαρία έως 8% στη Φινλανδία. Εκτός από τη Βουλγαρία, η σκόπιμη αγορά προϊόντων παραποίησης/απομίμησης υπερβαίνει τον μέσο όρο της ΕΕ στην Ισπανία (20%), την Ιρλανδία (19%), το Λουξεμβούργο (19%) και τη Ρουμανία (18%).
Η μείωση της τιμής των γνήσιων προϊόντων παραμένει ο λόγος που αναφέρεται συχνότερα (43%) προκειμένου να διακοπεί η αγορά προϊόντων παραποίησης/απομίμησης. Ο κίνδυνος της κακής εμπειρίας (προϊόντα κακής ποιότητας για το 27% των ατόμων, κίνδυνοι για την ασφάλεια για το 25% και ποινές για το 21%) αποτελεί επίσης βασικό παράγοντα που εμποδίζει τους καταναλωτές να αγοράζουν προϊόντα παραποίησης/απομίμησης.
Αβεβαιότητα μεταξύ των καταναλωτών
Η αβεβαιότητα όσον αφορά τη γνησιότητα παρουσιάζει επίσης αυξητική τάση. Σχεδόν 4 στους 10 Ευρωπαίους (39%) έχουν αναρωτηθεί αν έχουν αγοράσει κάποιο προϊόν παραποίησης/απομίμησης, ενώ οι μισοί νέοι (52%) δήλωσαν το ίδιο.
Οι ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών είναι επίσης σημαντικές: ενώ περίπου το ένα τέταρτο των καταναλωτών στη Δανία και στις Κάτω Χώρες (26%) δεν ήταν βέβαιο κατά πόσον το προϊόν που αγόρασε ήταν γνήσιο, το αντίστοιχο ποσοστό αυξάνεται στο 72% στη Ρουμανία.
Οι Ευρωπαίοι δείχνουν επίσης αβεβαιότητα σχετικά με τη νομιμότητα των πηγών που χρησιμοποιούν για το διαδικτυακό περιεχόμενο, με το 41% να διερωτάται κατά πόσον μια πηγή στην οποία παρασχέθηκε πρόσβαση ήταν νόμιμη ή όχι.
Ο εκτελεστικός διευθυντής του EUIPO, Christian Archambeau, δήλωσε τα εξής:
Η κατανόηση των αντιλήψεων των πολιτών συμβάλλει στη διεξαγωγή ουσιαστικών συζητήσεων τόσο με τους καταναλωτές όσο και με τα ενδιαφερόμενα μέρη, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων ευαισθητοποίησης και προβολής. Η τελευταία έκδοση της μελέτης σχετικά με την αντίληψη για τη διανοητική ιδιοκτησία παρέχει νέες συναφείς πληροφορίες σχετικά με την αντίληψη περί παραβίασης των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και υπογραμμίζει για μία ακόμη φορά την ανάγκη στήριξης της προστασίας των καταναλωτών. Επιβεβαιώνει επίσης τις θετικές εξελίξεις όσον αφορά την ευαισθητοποίηση και τη διαθεσιμότητα ψηφιακού περιεχομένου από νόμιμες πηγές.
Ψηφιακή πειρατεία και αθλητικές εκδηλώσεις
Οι Ευρωπαίοι αντιτίθενται γενικά στη χρήση πειρατικού περιεχομένου: Το 80% δηλώνει ότι προτιμά να χρησιμοποιεί νόμιμες πηγές για την πρόσβαση σε διαδικτυακό περιεχόμενο, εάν είναι διαθέσιμη μια οικονομικά προσιτή επιλογή.
Πράγματι, σχεδόν 9 στα 10 άτομα γνωρίζουν τουλάχιστον μία νόμιμη επιλογή για την πρόσβαση σε περιεχόμενο στη χώρα τους και περισσότεροι από 4 στους 10 Ευρωπαίους (43%) έχουν πληρώσει για την πρόσβαση, την τηλεφόρτωση ή τη μετάδοση περιεχομένου που προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας από νόμιμη υπηρεσία κατά το προηγούμενο έτος.
Ωστόσο, μεγάλη πλειονότητα των ατόμων (65%) θεωρεί αποδεκτή την πειρατεία όταν το περιεχόμενο δεν είναι διαθέσιμο στη συνδρομητική τους υπηρεσία.
Επιπλέον, το 14% των Ευρωπαίων παραδέχεται ότι απέκτησε σκοπίμως πρόσβαση σε περιεχόμενο μέσω παράνομων πηγών κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Το ποσοστό αυξάνεται σε 1 στους 3 (33%) για τους νέους ηλικίας 15 έως 24 ετών. Αυτό ισχύει ιδίως στην περίπτωση της παρακολούθησης αθλητικών αγώνων, με τη χρήση παράνομων συσκευών ή εφαρμογών μετάδοσης συνεχούς ροής.
Το ποσοστό των ατόμων που έχουν πρόσβαση σε πειρατικό περιεχόμενο ποικίλλει επίσης ανά χώρα, καθώς κυμαίνεται από 9% στη Φινλανδία και τη Δανία έως 22% στη Μάλτα.
Η καλύτερη τιμή και η μεγαλύτερη ποικιλία περιεχομένου από νόμιμες πηγές είναι οι συνηθέστεροι λόγοι για την απομάκρυνση των καταναλωτών από πειρατικό περιεχόμενο.