Το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) ολοκλήρωσε πρόσφατα ανάλυση της απασχόλησης στο λιανεμπόριο τροφίμων βάση των στοιχείων της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και εμπειρική έρευνα σε εταιρείες του κλάδου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. προκύπτει ότι το λιανεμπόριο τροφίμων εν μέσω της έντονης οικονομικής ύφεσης αποτελεί έναν από τους ελάχιστους κλάδους της οικονομίας που διατήρησε και αυξάνει την απασχόληση στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα από την επεξεργασία των στοιχείων απασχόλησης που παρέχει σε τριμηνιαία βάση η ΕΛ.ΣΤΑΤ. προκύπτει ότι την 6ετία 2010-2016 το λιανεμπόριο τροφίμων παρουσιάζει αύξηση της απασχόλησης κατά 7,4%, σε αντίθεση με το σύνολο του λιανικού εμπορίου το οποίο παρουσιάζει μείωση κατά -3,8% και συνολικά με την ελληνική οικονομία η οποία παρουσιάζει μείωση κατά -13,5%. Πρακτικά το λιανεμπόριο τροφίμων το 2016 απασχολούσε 13,7 χιλ. περισσότερους εργαζόμενους σε σχέση με το 2010 πλησιάζοντας τις 200 χιλ. άμεσα απασχολούμενους.
Συγκεκριμένα για το 2016 το λιανεμπόριο τροφίμων αύξησε την απασχόληση του 2,7% σε σχέση με το 2015, κατά 5,3 χιλ. εργαζομένους δηλαδή. Συνολικά το λιανικό εμπόριο παρουσιάζει επίσης αυξητική τάση το 2016 με αύξηση κατά 0,7% σε σχέση με το 2015.
Εξαιτίας της αύξησης που παρουσιάζει την τελευταία 6ετία το λιανεμπόριο τροφίμων και της ταυτόχρονης μείωσης των άλλων εμπορικών κλάδων, πλέον η απασχόληση του λιανεμπορίου τροφίμων αντιπροσωπεύει σχεδόν το 30% συνολικά του λιανικού και χονδρικού εμπορίου, έχοντας σημαντικά μεγαλύτερες πωλήσεις μάλιστα από το λοιπό λιανεμπόριο. Παράλληλα, ενώ η άμεση απασχόληση στο λιανεμπόριο τροφίμων το 2010 αντιπροσώπευε το 4,37% της Ελληνικής αγοράς εργασίας, το 2015 αντιπροσωπεύει το 4,88%, ξεπερνώντας κλάδους όπως είναι οι Κατασκευές, οι Τράπεζες, οι Μεταφορές και η Υγεία.
Η αύξηση αυτή της απασχόλησης στο λιανεμπόριο τροφίμων είναι αποτέλεσμα αρκετών παραγόντων:
- Των εξαγορών και συγχωνεύσεων, οι οποίες οδήγησαν τις νέες μεγαλύτερες εταιρείες να προβούν σε προσλήψεις προσωπικού τις οποίες δεν ήταν εφικτό να κάνουν τα μικρότερα σχήματα. Παράλληλα στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων αποχώρησης επιχειρήσεων από την αγορά, τα καταστήματα των εταιρειών δεν έκλεισαν, αλλά συνέχισαν να λειτουργούν υπό νέες διοικήσεις.
- Της ανάπτυξης νέων επιχειρήσεων στον κλάδο, είτε σε νέα κανάλια πώλησης όπως π.χ. τα ηλεκτρονικά σουπερμάρκετ, είτε σε εξειδικευμένα κανάλια όπως π.χ. delicatessen, εξειδικευμένα καταστήματα με ελληνικά προϊόντα, παραδοσιακά καταστήματα με τουριστικό χαρακτήρα κλπ.
- Της απελευθέρωσης των καναλιών πώλησης συγκεκριμένων προϊοντικών ομάδων (π.χ. απελευθέρωση της αγοράς βρεφικού γάλακτος, καπνού και τύπου, βιταμινών, συμπληρωμάτων διατροφής, νέα υγειονομική διάταξη) η οποία δημιούργησε αυξημένες ανάγκες απασχόλησης για προσωπικό στις εταιρείες του κλάδου.
- Τα ανεπτυγμένα δίκτυα προκαλούν επιπλέον νέες επενδύσεις στην οργάνωση, μηχανογράφηση και συντήρηση του δικτύου, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούν νέες ανάγκες σε υψηλών προσόντων προσωπικού.
- Της ανάπτυξης και εξυγίανσης των δικτύων του κλάδου των λιανικών πωλήσεων τροφίμων τα πρώτα χρόνια της οικονομικής ύφεσης την περίοδο 2010-2014 (κυρίως νέα καταστήματα σουπερ μάρκετ από τις μεγάλες και μεσαίες αλυσίδες του κλάδου, αλλά και αναβάθμιση του δικτύου με νέες τεχνολογίες, συστήματα και καινοτόμες διαδικασίες εξυπηρέτησης κλπ)
Σε σχέση με τα ποιοτικά στοιχεία της απασχόλησης στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, επισημαίνεται ότι οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ προσφέρουν εργασία σε ομάδες του πληθυσμού που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες στην εύρεση εργασίας, όπως οι νέοι, οι ανειδίκευτοι εργάτες και οι γυναίκες.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί η συμβολή του κλάδου στην αντιμετώπιση της ανεργίας στην επαρχία, εφόσον τα δίκτυα πωλήσεων των αλυσίδων δεν περιορίζονται στα αστικά κέντρα ή τις βιομηχανικές περιοχές της χώρας, αλλά καλύπτουν όλη την επικράτεια. Στο προσωπικό των αλυσίδων σούπερ μάρκετ υπερτερούν οι γυναίκες σε ποσοστά 65%-70%, ενώ περισσότερο από τα 2/3 των καταστημάτων των αλυσίδων δραστηριοποιούνται εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας.
Επιπλέον, μεγάλες εταιρείες του κλάδου έχουν αναγνωρισθεί και βραβευθεί επανειλημμένως για τις συνθήκες εργασίας που διασφαλίζουν για το προσωπικό τους, καθώς και για τις βέλτιστες πρακτικές τους στην ανάπτυξη του ανθρωπίνου δυναμικού.