Xαμηλότερος των προσδοκιών αποδεικνύεται ο τζίρος της χριστουγεννιάτικης αγοράς φέτος, επηρεασμένος αφενός από την έλλειψη διαθέσιμου εισοδήματος, αλλά κυρίως λόγω του κλίματος αβεβαιότητας από τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της ΕΣΕΕ, το βασικό συμπέρασμα από την κίνηση των εμπορικών καταστημάτων την περίοδο των Χριστουγέννων, είναι η περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης. Οι τοπικές αγορές στη συντριπτική τους πλειονότητα θεωρούν ότι σημειώθηκε πτώση των πωλήσεων στα εμπορικά καταστήματα της περιοχής τους συγκριτικά με την περσινή εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων. Οι περισσότεροι μικρομεσαίοι έμποροι κάνουν λόγο για μια μέση μείωση της εμπορικής κίνησης της τάξεως του 6-8% στις αγορές των μεγάλων αστικών κέντρων και περίπου 10% στις περιφερειακές αγορές. Όπως σημειώνει η ΕΣΕΕ, η πτώση ρεκόρ στη χριστουγεννιάτικη ζήτηση σημειώθηκε το 2012, με το ιστορικό χαμηλό του -30%, ενώ το 2013 η μείωση στο λιανικό εμπόριο είχε υπερβεί το -10%.
Για άλλη μια χρονιά το χριστουγεννιάτικο δώρο του ιδιωτικού τομέα, αφιερώθηκε σε γιορτινές αγορές από τους περισσότερους καταναλωτές την περίοδο πριν τα Χριστούγεννα. Άλλωστε το 70% της συνολικής εμπορικής κίνησης των εορταστικών αγορών γίνεται την περίοδο πριν τα Χριστούγεννα, και το υπόλοιπο 30% μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.
Αναλυτικότερα, οι μέρες με τη μεγαλύτερη αγοραστική κίνηση σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα στοιχεία αναφέρονται με σειρά σημαντικότητας, η προπαραμονή των Χριστουγέννων 23/12, η οποία σύμφωνα με 5 στους 10 εμπόρους ήταν η καλύτερη μέρα από άποψη αγοραστικής κίνησης και τζίρου, ενώ για 3 στους 10 ήταν η παραμονή των Χριστουγέννων 24/12. Κατά γενική ομολογία τα εμπορικά καταστήματα δεν είχαν ιδιαίτερη κίνηση την Κυριακή 14/12, ενώ σύμφωνα με 2 στους 10 δούλεψαν πολύ ικανοποιητικά την Κυριακή 21/12 πριν τα Χριστούγεννα και την τελευταία Κυριακή του χρόνου 28/12.
Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες εμπορικών επιχειρήσεων τόνισαν ότι, ενώ υπήρχε αρκετός κόσμος στους εμπορικούς δρόμους, οι περισσότεροι εξ αυτών είχαν διάθεση ή δυνατότητα μόνο για βόλτα και όχι για αγορές, καταδεικνύοντας για ακόμη μία φορά πως μείζον θέμα αποτελεί η έλλειψη ρευστότητας που ταλανίζει το καταναλωτικό κοινό.
Οι εκπρόσωποι του εμπορίου περιγράφοντας τις αλλαγές που έχουν υποστεί οι καταναλωτικές συμπεριφορές, τονίζουν πως πλέον το καταναλωτικό κοινό αναζητά κυρίως τα πιο οικονομικά προϊόντα από κάθε είδος, ώστε ακόμα και όσοι ψώνισαν στις γιορτές διέθεσαν κατά 20% μικρότερα ποσά σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Χαρακτηριστικά, ενώ ο μέσος όρος της συνολικής αξίας αγορών για χριστουγεννιάτικα δώρα στην Ευρώπη των 28, ήταν 488 ευρώ, στην Ελλάδα ήταν αντίστοιχα 406 ευρώ.
Από τα πρώτα συγκριτικά στοιχεία της αγοράς, φαίνεται ότι ο κλάδος όπου διαπιστώθηκε η μεγαλύτερη μείωση της ζήτησης των Χριστουγέννων είναι η κατηγορία της ένδυσης και υπόδησης. Επιβεβαιώνεται και φέτος, η στροφή των καταναλωτών σε μικροδωράκια, συμβολικού περισσότερο χαρακτήρα με δυναμική επιλογή των ηλεκτρονικών «μικροδώρων». Θετικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι, αυτή η στροφή προτίμησης απέτρεψε τη μείωση στη ζήτηση των βιβλίων. Όπως ήταν αναμενόμενο, καλύτερη εικόνα παρουσίασε η ζήτηση σε τρόφιμα και παιδικά/παιχνίδια, δηλαδή στους δύο κλάδους που έχουν αποδειχτεί οι πιο ανθεκτικοί στις περικοπές των εορταστικών δαπανών, καθώς τόσο τα τρόφιμα που αφορούν στο γιορτινό τραπέζι, όσο και τα προϊόντα που σχετίζονται με το παιδί, είναι άμεσα συνυφασμένα με τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα.
Όπως προειδοποιεί η ΕΣΕΕ «εάν τελικά τα αποτελέσματα της εμπορικής κίνησης της περιόδου των Χριστουγέννων, επιβεβαιωθούν από την κίνηση της Πρωτοχρονιάς και συνεχιστούν κατά τη διάρκεια των χειμερινών εκπτώσεων, τότε η κατάσταση θα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για το μέλλον των εμπορικών επιχειρήσεων. Η χριστουγεννιάτικη περίοδος, αναμενόταν να δώσει «ανάσες» στις εμπορικές επιχειρήσεις. Αντί αυτού, η κατάσταση της αγοράς, μπορεί να περιγραφεί με τον ψυχολογικό όρο της «αμφιθυμίας», αφού καταναλωτές και έμποροι ήθελαν και ήλπιζαν στη χαρά των εορτών, αλλά δυστυχώς τα γεγονότα δεν το επέτρεψαν, με αποτέλεσμα η αρχική χαρά να οδηγείται σε θλίψη».