Ζημιές καταγράφουν οι περισσότερες επιχειρήσεις του κλάδου την τελευταία διετία, όπως δείχνει η ανάλυση των στοιχείων των δημοσιευμένων ισολογισμών από την Direction Business Reports.
Ο πιο αντιπροσωπευτικός κλάδος της ελληνικής βιομηχανίας αλλά και των ελληνικών νοικοκυριών είναι αυτός των τροφίμων και των ποτών, καθώς η αύξηση ή η μείωση του εισοδήματος των πολιτών αποτυπώνεται άμεσα στις πωλήσεις του κλάδου, που είναι το α και το ω μιας ελληνικής οικογένειας.
Δηλαδή, το τελευταίο προϊόν που εγκαταλείπει μια μέση ελληνική οικογένεια σε περίοδο ύφεσης, όπως είναι αυτή που διανύουμε, είναι τα τρόφιμα. Όταν ξεκίνησε η ύφεση στην Ελλάδα το 2008, ο κλάδος τροφίμων και ποτών επέδειξε μεγάλες αντοχές, αφού προερχόταν από χρόνια με έντονη επενδυτική δραστηριότητα, εξάλλου θεωρούνται και είναι ανελαστικές οι δαπάνες για τη μέση ελληνική οικογένεια. Από το 2012 όμως τα πρώτα ισχυρά ρήγματα στις επιχειρήσεις είχαν διαφανεί, αφού είχε κοπεί η πιστωτική διευκόλυνση από τις τράπεζες για όσες επιχειρήσεις ήταν υπερδανεισμένες. Δυστυχώς, η εικόνα του κλάδου το 2013, αλλά και το 2014, δείχνει αρνητική πορεία, με τις περισσότερες επιχειρήσεις να καταγράφουν πολυετείς ζημιές.
Αύξηση της απασχόλησης
Τα τρόφιμα - ποτά είναι δύο από τους εννέα βιομηχανικούς κλάδους στους οποίους κατεγράφη αύξηση της απασχόλησης το τρίτο τρίμηνο του 2013, σε μια ακόμη ένδειξη ότι έχει ανακοπεί, αν και δεν έχει ακόμη τερματιστεί, η συρρίκνωση των θέσεων εργασίας στην ελληνική μεταποιητική βιομηχανία, που ανέρχεται σε 38,1% μεταξύ 2008-2013, καθώς στην πενταετία αυτή στο μεταποιητικό τομέα χάθηκαν 206.500 θέσεις εργασίας. Ενώ το σύνολο των θέσεων εργασίας στον τομέα κατά το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους μειώθηκε κατά 5,8%, σε σύγκριση με την ίδια χρονική περίοδο του 2012, σημειώθηκε αύξηση της απασχόλησης σε ορισμένους μεγάλους βιομηχανικούς κλάδους βαρύνουσας σημασίας για τον τομέα, καθώς και σε ορισμένους κλάδους συγκριτικά ήσσονος σημασίας.
Η αύξηση αυτή, πάντως, συνδέεται πιθανότατα όχι μόνο με τις διαφαινόμενες τάσεις σταθεροποίησης ή και ανάκαμψης του όγκου της παραγωγής ορισμένων κλάδων λόγω εξαγωγικής επέκτασης, αλλά και, κυρίως, με τη διεύρυνση της μερικής απασχόλησης με ωρομίσθιο και της εκ περιτροπής εργασίας, που μπορεί να οδηγούν στο επίπεδο επιχειρήσεων και κλάδων σε αύξηση του εργατικού δυναμικού, με παράλληλη μείωση του αριθμού των σταθερά και πλήρως απασχολουμένων. Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων σημειώνεται ακόμη και σε κλάδους που εξακολουθούν να φθίνουν παραγωγικά. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, εκτιμάται ότι αυξήθηκε ο αριθμός των εργαζομένων: - Στη βιομηχανία τροφίμων κατά 12.180 άτομα, από 96.587 άτομα σε 108.767 άτομα, με ποσοστιαία αύξηση των θέσεων εργασίας κατά 12,6%. Σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2008, η απασχόληση στον κλάδο το ίδιο τρίμηνο του 2013 ήταν μειωμένη κατά 0,9%.- Στη βιομηχανία ποτών κατά 261 άτομα, από 9.064 άτομα σε 9.325 άτομα, με ποσοστιαία αύξηση των θέσεων εργασίας κατά 2,9%. Σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2008, η απασχόληση στον κλάδο το ίδιο τρίμηνο του 2013 ήταν μειωμένη κατά 19,7%.
Επενδύσεις και εξωστρέφεια
Σύμφωνα με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, η βιομηχανία τροφίμων και ποτών παραμένει ένας από τους πιο δυναμικούς, ανταγωνιστικούς και εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής μεταποίησης, με έντονη επενδυτική και εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη, διατηρώντας τη δυνατότητα να παίξει σημαντικό ρόλο στην αναπτυξιακή τόνωση της ελληνικής οικονομίας. Η παραγωγή ειδών αρτοποιίας και αλευροειδών προϊόντων, η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων και τα ποτά συνιστούν τους σημαντικότερους υποκλάδους του τομέα. Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών στηρίζεται περισσότερο στα ξένα κεφάλαια για τη χρηματοδότηση των περιουσιακών της στοιχείων, παρότι ο δείκτης δανειακής επιβάρυνσης βελτιώθηκε το 2010, κυρίως λόγω περιορισμού της πιστοληπτικής επέκτασης. Συγχρόνως, ο περιορισμός των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων βελτίωσε και τη γενική ρευστότητα των επιχειρήσεων του κλάδου, η οποία κυμαίνεται σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Πληθώρα προκλήσεων
Οι προκλήσεις στο χώρο των ελληνικών τροφίμων είναι ποικίλες και προέρχονται τόσο από το εγχώριο, όσο και από το διεθνές περιβάλλον. Οι διακυμάνσεις των τιμών, η αναμενόμενη μελλοντική αύξηση της ζήτησης για τρόφιμα, οι επιπτώσεις του ανταγωνισμού από νέους ανερχόμενους παίκτες στην παγκόσμια αγορά, η ταχύτερη μείωση της διαθεσιμότητας των φυσικών πόρων στη γεωργική παραγωγή, οι αυξημένες καταναλωτικές απαιτήσεις ως προς την ασφάλεια των τροφίμων και τη ζήτηση για τρόφιμα με ειδικά χαρακτηριστικά, ο σεβασμός στην ποιότητα, είναι μερικές από τις σημαντικότερες διεθνείς προκλήσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος και ο εγχώριος τομέας.
Ο ελληνικός κλάδος τροφίμων και ποτών αντιμετωπίζει και μια πληθώρα «εσωτερικών» προκλήσεων, οι οποίες εκπορεύονται και από το δύσκαμπτο πολλές φορές θεσμικό πλαίσιο, αλλά και από το μακροοικονομικό περιβάλλον και τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, τις αντίξοες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και την οικονομική ύφεση. Από την άλλη όμως πλευρά, το ΙΟΒΕ επισημαίνει πως οι ευκαιρίες για ανάκαμψη είναι πολλές και περιλαμβάνουν ενέργειες και δράσεις που συνδέονται με την αξιοποίηση των παραδοσιακών χαρακτηριστικών των ελληνικών τροφίμων, τις συνέργιες των επιχειρήσεων σε όλη της αλυσίδα αξίας των τροφίμων, την επιμονή στη συντονισμένη προσπάθεια δημιουργίας μιας ισχυρής και άμεσα αναγνωρίσιμης ελληνικής ταυτότητας τροφίμων (ελληνικό brand name), την πιο οργανωμένη και αποτελεσματική προώθηση των προϊόντων, την ενσωμάτωση της καινοτομίας, της έρευνας και της διαφοροποίησης του προϊόντος, με την ταυτόχρονη ένταξη των νέων, σύγχρονων τεχνολογιών στην παραγωγή, αλλά και την συνεργασία με κρατικούς και ερευνητικούς φορείς που θα στηρίξουν την προσπάθεια ενημέρωσης και προβολής του ελληνικού προϊόντος, μέσα από ένα μελετημένο και μακρόπνοο σχεδιασμό. Στο παραπάνω πλαίσιο, ιδιαίτερα σημαντική είναι η συνεισφορά και ο λειτουργικός ρόλος του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών, ο οποίος, μέσα από τη συμμετοχή του σε επιχειρησιακά προγράμματα, διεθνείς εκθέσεις, συνέδρια και την αποτελεσματικότερη συνεργασία με τις επιχειρήσεις και τους σχετικούς συνδέσμους μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα στην προσπάθεια ενίσχυσης της εξαγωγικής δραστηριότητας και της εξωστρέφειας του τομέα, ταυτόχρονα με την οργανωμένη προώθηση του ελληνικού brand name τροφίμων.
Τέλος, ως προς την επίτευξη και των παραπάνω στόχων, καθίσταται αναγκαία η δημιουργία ενός κοινού οράματος ανάδειξης και υποστήριξης των ελληνικών τροφίμων σε όλο το φάσμα της αλυσίδας αξίας τροφίμων και βιοαγροδιατροφής, το οποίο θα δώσει πνοή στην εξωστρέφεια των επιχειρήσεων και την περαιτέρω ανάπτυξη των εξαγωγών. Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την κοινή σύμπλευση των επιχειρήσεων και τη στήριξη ενός κοινού οράματος, σε ένα υγιές επιχειρηματικό περιβάλλον στον τομέα, συνδέονται με μια σειρά από αναγκαίες παρεμβάσεις και δράσεις, όπως είναι η επίλυση των προβλημάτων διοικητικού βάρους, η εξυγίανση και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου, η στήριξη της καινοτομίας και της έρευνας, αλλά και η σωστή εκπαίδευση και η ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων και κατάλληλα προσαρμοσμένων στις σύγχρονες απαιτήσεις της αγοράς επαγγελματικών ειδικοτήτων στον κλάδο.
Σημείωση: Τα στοιχεία προέρχονται από την έκδοση της Direction Business Network, «Οι Ισχυροί της Ελληνικής Οικονομίας».
Για περισσότερες πληροφορίες διαβάστε εδώ