Ήπια ανάκαμψη κατά 2,8% στα 3,96 εκατ. εκατόλιτρα σημείωσε η εγχώρια κατανάλωση μπύρας το 2013, έπειτα από μια πενταετία διαρκούς πτώσης, μεταβολή που αποδίδεται στην αύξηση της εντός οικίας κατανάλωσης, όπως αναφέρει μελέτη της IBHS Α.Ε.
Αξιοσημείωτη είναι η υποχώρηση που εμφάνισε τα προηγούμενα χρόνια η αγορά όπου ήταν αρκετά μικρότερη έναντι των ανταγωνιστικών βαριών αλκοολούχων ποτών, καθώς οι Έλληνες καταναλωτές είτε μειώνουν την κατανάλωσή τους, είτε τα αντικαθιστούν με πιο φθηνά ποτά, όπως η μπίρα και το κρασί, αφού οι τιμές τους έχουν αυξηθεί σημαντικά λόγω της υψηλής φορολόγησης.
Σύμφωνα με την IBHS, η άνοδος του 2013 τροφοδοτήθηκε και από την ανάπτυξη αρκετών κωδικών με εκτεταμένο εύρος τιμών, ιδίως στον τομέα των value for money προϊόντων. Επίσης, η τουριστική κίνηση ενισχύθηκε σημαντικά, με τις αφίξεις αλλοδαπών τουριστών να αυξάνονται κατά 15,5% στους 17,9 εκατ. επισκέπτες.
Πάντως, το 2014 σημειώθηκε, σύμφωνα με εκτιμήσεις, νέα υποχώρηση 3% σε όγκο, παρά τη σημαντική άνοδο της εισερχόμενης τουριστικής κίνησης, καθώς η πλειοψηφία των τουριστών επιλέγει πλέον all inclusive υπηρεσίες, ενώ οι καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δεν ευνόησαν την κατανάλωση.
Στην έρευνα επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, πως σημαντική εξέλιξη αποτελεί η εξαγορά της Ολυμπιακής Ζυθοποιίας Α.Ε. από τη Μύθος Ζυθοποιία Α.Ε. του Ομίλου Carlsberg. Η κίνηση αυτή εκτιμάται ότι θα διαφοροποιήσει σημαντικά τα μερίδια αγοράς του κλάδου, καθώς το νέο σχήμα, συγκεντρώνοντας μερίδιο που αναμένεται να διαμορφωθεί περίπου στο 30%, θα αποτελέσει έναν ισχυρότερο ανταγωνιστή για την επικεφαλής Αθηναϊκή Ζυθοποιία Α.Ε.
Από την ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων οκτώ επιχειρήσεων του κλάδου προέκυψε πως ο κύκλος εργασιών το 2013 υποχώρησε περαιτέρω κατά 2,2% στα 491 εκατ. ευρώ, μείωση που προήλθε από την Αθηναϊκή Ζυθοποιία, ενώ τα ΚΠΤΦΑ μειώθηκαν κατά 32% στα 54,24 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον Χρυσόστομο Κάτση, διευθύνοντα σύμβουλο της Infobank Hellastat, «η χαμηλή κατά κεφαλή κατανάλωση δεικνύει ότι η αγορά ενέχει προοπτικές ανάπτυξης, όχι όμως σε σημαντικό βαθμό, καθώς πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι τα καταναλωτικά πρότυπα μεταξύ Ελλήνων και άλλων Ευρωπαίων πολιτών διαφέρουν σημαντικά. Πιο ευοίωνες προοπτικές ενέχουν τα προϊόντα εγχώριας παραγωγής, τα οποία έχουν ήδη αρχίσει να υποκαθιστούν σταδιακά τα εισαγόμενα εμπορικά σήματα»