Τις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή του Νόμου 4279/2014 σε όλους τους εμπλεκόμενους παρουσιάζει αναλυτικά στο adbusiness o Μανόλης Παπαπολύζος και σημειώνει πως η μόνη λύση για το θέμα είναι η αναστολή, η διαβούλευση και η κατάληξη σε ένα μοντέλο που, με κοινές παραδοχές και αμοιβαίες παραχωρήσεις, θα εξυπηρετεί όλους.
Συνέντευξη στον ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΟΥΚΑΛΑ
adb: Έχουν περάσει εννέα μήνες από την ψήφιση του ν. 4279, που αλλάζει άρδην τα συναλλακτικά ήθη στις σχέσεις διαφημιστικών εταιρειών/media agencies - διαφημιζόμενων και ΜΜΕ και η εφαρμογή του αναμένεται για την 1η Ιουλίου. Ποιες ενέργειες έχει πραγματοποιήσει μέσα σε αυτό το διάστημα για το θέμα η ΕΔΕΕ ξεκινώντας ήδη από εκείνες τις ημέρες;
Μ.Π.: Όπως όλοι γνωρίζουμε, την 1η Αυγούστου 2014 κατατέθηκε η περιβόητη τροπολογία που αφορά τη διαφήμιση και τα ΜΜΕ και αλλάζει άρδην το νόμο που ισχύει σήμερα. Η ΕΔΕΕ τις επόμενες τρεις ημέρες έκανε δύο πράγματα: Πρώτον, ενημέρωσε γραπτώς τόσο τους αρμόδιους υπουργούς, όσο και όλους τους βουλευτές του Β΄ Θερινού Τμήματος της Βουλής, τεκμηριώνοντας γιατί αυτή η ρύθμιση ήταν κακή, τόσο ως αντισυνταγματική νομοθετική πρωτοβουλία της τότε Κυβέρνησης όσο και ως κρατική παρέμβαση σε μια αγορά που μόνο αρνητικές συνέπειες θα επέφερε στον κλάδο μας, χωρίς όφελος για οποιονδήποτε άλλο εταίρο. Πολλά από τα επιχειρήματα της ΕΔΕΕ ακούστηκαν τότε στην αίθουσα της Ολομέλειας, κυρίως σε ό,τι αφορούσε το απαράδεκτο του αιφνιδιασμού και την απουσία διαβούλευσης.
Δεύτερον, προχωρήσαμε σε επαφές με την τότε κυβέρνηση και συναντηθήκαμε με την υφυπουργό Σοφία Βούλτεψη και τον υπουργό Δημήτρη Σταμάτη, προσπαθώντας να εξηγήσουμε γιατί αυτό που πήγαιναν να κάνουν ήταν λάθος. Αυτό που καταφέραμε τότε ήταν αρχικά να πάει πιο πίσω η εφαρμογή του νόμου και κατά δεύτερον να εισαχθεί η διαχειριστική αμοιβή (service fee) για τις διαφημιστικές και τα media agencies, που πρακτικά αναγνωρίζει τις υπηρεσίες που παρέχει η αγορά μας στα ΜΜΕ και ήταν ένας τρόπος για να μη διαλυθεί αμέσως η αγορά μας. Με αυτές τις τροποποιήσεις, ο νόμος ψηφίστηκε τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου 2014, χωρίς έκθεση του Λογιστηρίου του Κράτους για τις επιπτώσεις του νόμου, το λεγόμενο impact assessment. Το τραγελαφικό είναι ότι ο τ.υπουργός υποστήριζε στη Βουλή ότι υπάρχει έκθεση του ΓΛΚ, που επρόκειτο όμως για απάντηση από το ΓΛΚ ότι δεν μπορούσε να κάνει αυτήν την έκθεση σε αυτά τα χρονικά περιθώρια... Σημειωτέον πως τότε στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εκπροσωπείτο από τον σημερινό υπουργό Υγείας, Παναγιώτη Κουρουμπλή, αποχώρησε καταγγέλλοντας τη διαδικασία και σημειώνοντας πως όταν έρθει στην εξουσία, θα προχωρήσει στην κατάργηση του νόμου.
Η ΕΔΕΕ, θέλοντας να καλύψει το κενό του impact assessment, ανέθεσε τον Οκτώβριο 2014 στην εταιρεία Deloitte να υλοποιήσει σχετική μελέτη, η οποία ως σημείο αναφοράς έχει τους ισολογισμούς των εταιρειών της ΕΔΕΕ (διαφημιστικές και media agencies) για το 2013 που αποτελούσαν και αποτελούν ακόμα και σήμερα τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία. Βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από αυτήν είναι πως ο νόμος αυτός έχει αρνητικές συνέπειες για όλους! Ακόμη και για τα Μέσα εκείνα που πιθανώς να ήθελαν να εφαρμοστεί, προσβλέποντας στον περιορισμό των εκπτώσεων, κυρίως στους μικρούς διαφημιζόμενους! Είναι κάτι το εντυπωσιακό!
adb: Μπορείτε να μας αναλύσετε λίγο περισσότερο τις επιπτώσεις που αναμένεται να έχει στην αγορά η εφαρμογή του νόμου, όπως αυτές προκύπτουν από τη μελέτη της Deloitte; Να ξεκινήσουμε από το χώρο των διαφημιστικών και των media agencies;
Μ.Π.: Κατ’ αρχήν να σημειώσω πως για τις ανάγκες της συγκεκριμένης μελέτης έχουν γίνει κάποιες υποθέσεις και παραδοχές. Συγκεκριμένα, έχει γίνει η παραδοχή ότι οι διαφημιστικές εταιρείες κρατούν από την ετήσια επιβράβευση το 9,9% και τα media agencies το 5% και πως τα δύο αυτά μεγέθη θα αντικατασταθούν από το λεγόμενο service fee του 4% με την εφαρμογή του νόμου. Με βάση αυτή την υπόθεση, λοιπόν, από την έρευνα προκύπτει πως διαφημιστικές εταιρείες και media agencies θα καταγράψουν απώλεια λειτουργικής κερδοφορίας ύψους 7,7 εκατ. ευρώ, καθώς και απώλεια της ρευστότητας που έχει δημιουργηθεί με το υφιστάμενο καθεστώς, της τάξεως των 27,4 εκατ. ευρώ. Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να οδηγήσουν σε ανάγκες αύξησης δανεισμού κατά 44 εκατ. ευρώ προκειμένου να καλυφθούν οι ταμειακές ανάγκες που θα προκύψουν. Σε αυτά τα ποσά συνυπολογίζονται και 10 εκατ. ευρώ που αντιστοιχούν στις ανάγκες προσαρμογής των εταιρειών στις νέες συνθήκες, που οδηγούν στην απώλεια 425 τουλάχιστον θέσεων εργασίας από τον κλάδο. Βέβαια, για να προκύψει αυτός ο δανεισμός, θα πρέπει να υπάρχουν και τράπεζες που να θέλουν και να μπορούν να προχωρήσουν σε αυτά τα δάνεια! Από την ύπαρξή τους, εξαρτάται η επόμενη ημέρα, καθώς υπάρχουν εταιρείες με σημαντικές ανάγκες προσαρμογής ή/και υψηλό δανεισμό, με τις υποχρεώσεις τους αυτή τη στιγμή προς τράπεζες και προμηθευτές -κυρίως ΜΜΕ- να υπολογίζεται πως αγγίζουν τα 194 εκατ. ευρώ. Εάν δεν εξασφαλίσουν νέο δανεισμό, αντιλαμβάνεσθε τι θα συμβεί.
adb: Για τους διαφημιζόμενους ποιες θα είναι οι επιπτώσεις;
Μ.Π.: Κατ’ αρχήν θα κληθούν να καταβάλουν Αγγελιόσημο σε μεγαλύτερη βάση υπολογισμού. Η Deloitte υπολογίζει πως η πρόσθετη επιβάρυνση θα είναι της τάξης των 15 εκατ. ευρώ. Ανάλογου ύψους απώλειες αναμένονται και όσον αφορά τις εκπτώσεις των μικρών κυρίως διαφημιζομένων, καθώς αυτοί θα απολέσουν την ομπρέλα της διαπραγματευτικής ισχύος των εταιρειών του κλάδου μας. Επίσης, από την έρευνα προκύπτει πως θα υπάρξει επιβάρυνση της ρευστότητας των διαφημιζομένων κατά 21,5 εκατ. ευρώ λόγω της μείωσης των ημερών καταβολής Αγγελιοσήμου. Η μέχρι σήμερα πρακτική λέει ότι πολλοί διαφημιζόμενοι κατέβαλλαν το αγγελιόσημο και τους λοιπούς φόρους μαζί με τις υποχρεώσεις προς τα Μέσα, με τις διαφημιστικές εταιρείες και τα media agencies να προχωρούν σε χρηματοδότηση της καταβολής των φορολογικών επιβαρύνσεων των πελατών τους. Πλέον οι διαφημιζόμενοι θα πρέπει να είναι αυτοί που πρέπει να προχωρούν στην έγκαιρη εξόφλησή τους. Τέλος, υπάρχει και το κόστος διαχείρισης, που δεν είναι εύκολο να αποτιμηθεί, αλλά από την έρευνα προκύπτει πως θα δεκαπλασιαστεί με την εφαρμογή του νόμου, καθώς θα αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των αντισυμβαλλομένων, με τους οποίους θα συναλλάσσεται ο κάθε διαφημιζόμενος.
adb: Ανάλογες αρνητικές εξελίξεις αναμένεται να υπάρξουν και στα ΜΜΕ;
Μ.Π.: Στην περίπτωση των ΜΜΕ, ο περιορισμός των εκπτώσεων προς τους μικρούς διαφημιζόμενους υπολογίζεται πως μπορεί να τους προσφέρει 15 εκατ. ευρώ. Αρκεί βέβαια οι πελάτες αυτοί να συνεχίσουν να διαφημίζονται. Από την άλλη, όμως, η Deloitte υπολογίζει απώλειες επίσης 15 εκατ. ευρώ για τα ΜΜΕ λόγω της μείωσης που αναμένεται να καταγραφεί στη διαφημιστική δαπάνη, προκειμένου να καλυφθεί η αύξηση του Αγγελιοσήμου, που ανέφερα προηγουμένως.
Επίσης, τα μέσα αναμένεται να έχουν μέγιστο όφελος ρευστότητας 27,4 εκατ. ευρώ. Είναι οι απώλειες ρευστότητας που εκτιμάται πως θα έχουν διαφημιστικές και media agencies. Βέβαια, για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να διατηρηθούν οι μέρες είσπραξης από τα Μέσα και οι μέρες πληρωμής από τους διαφημιζόμενους. Θα πρέπει δε να επισημανθεί πως υπολογίζεται ότι τα Μέσα θα καταγράψουν και απώλεια άμεσης ρευστότητας περίπου 47 εκατ. ευρώ για τους πρώτους οκτώ μήνες, καθώς θα περιοριστεί η δυνατότητα δημιουργίας ρευστότητας από τις διαφημιστικές και τα media agencies, αφού δεν θα υπάρχουν πλέον οι επιταγές τους και η μόνη πιθανή πηγή χρηματοδότησης θα είναι οι τράπεζες, με λύσεις όπως η χρηματοδότηση τιμολογίων από το factoring που θα δημιουργήσει αυτό το χρηματοδοτικό κενό. Πρόκειται για πολύ σημαντικό ποσό για τις σημερινές συνθήκες της αγοράς. Επίσης, και εδώ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 43 φορές το κόστος διαχείρισης. Ακόμη και αν τελικά η πώληση -και πάλι- γίνεται μέσω διαφημιστικών εταιρειών και media agencies, υπάρχει και το λογιστικό κόστος, καθώς και η ανάγκη συλλογής των πληρωμών από τους χιλιάδες μικρούς πελάτες.
adb: Τα ασφαλιστικά ταμεία πώς θα επηρεαστούν από την εφαρμογή του νόμου;
Μ.Π.: Η μελέτη υπολογίζει επισφάλειες είσπραξης Αγγελιοσήμου 15 εκατ. ευρώ, κυρίως από τους μικρούς διαφημιζόμενους, αφού άλλο είναι να έχεις να κάνεις με 40 πελάτες και άλλο με χιλιάδες, κυρίως μικρούς. Επίσης, είναι πρακτικά αδύνατον να υποχρεωθούν να καταβάλουν Αγγελιόσημο διαφημιζόμενοι χωρίς εταιρική παρουσία στην Ελλάδα που τιμολογούνται στο εξωτερικό. Άλλωστε, τα τιμολόγια των ΜΜΕ αναφέρουν μόνο για πληροφοριακούς λόγους το ποσό του Αγγελιοσήμου που προκύπτει, ενώ την ευθύνη του υπολογισμού, συλλογής και απόδοσης έχει η διαφημιστική εταιρεία, αν υπάρχει. Και γνωρίζουμε ότι υπάρχουν διαφημιζόμενοι από το εξωτερικό που προτιμούν να τιμολογούνται απευθείας από τα ΜΜΕ, γιατί μέσω διαφημιστικών εταιρειών και media agencies επιβαρύνονται με Αγγελιόσημο. Είναι δύσκολο να κάνει κανείς προβλέψεις αν και κατά πόσον θα διευρυνθεί αυτή η απώλεια, αλλά αυτό που διαβάζουμε στις εφημερίδες είναι η τάση πολυεθνικές εταιρείες να αποχωρούν, επιλέγοντας να έχουν απλά κάποιο αντιπρόσωπο στη χώρα μας. Επίσης, και εδώ η μελέτη προβλέπει την αύξηση κατά 43 φορές του κόστους διαχείρισης, εξαιτίας της αύξησης των αντισυμβαλλομένων. Στην ουσία, διαλύεται ένας φοροεισπρακτικός μηχανισμός που λειτουργούσε και μπορούσε να ελεγχθεί εύκολα, καθώς αφορούσε τις περίπου 40 εταιρείες του χώρου της επικοινωνίας. Οι δε εταιρείες αυτές, μάλιστα, όλα αυτά τα χρόνια κατέβαλλαν στο ακέραιο όλους τους φόρους που αναλογούσαν ακόμα και για τη διαφημιστική προβολή διαφημιζομένων που τελικά χρεοκόπησαν και άφησαν «φέσια» παντού. Αν συνυπολογίσει κανείς και τη μείωση της βάσης παραγωγής του Αγγελιοσήμου λόγω της επιβολής του Ειδικού Φόρου Τηλεόρασης (και πιθανόν άλλων φόρων που εξετάζει η Κυβέρνηση), δεν μπορούμε να δούμε πώς τα ταμεία Τύπου θα μπορούσαν να είναι ευτυχή με αυτό το νόμο.
adb: Με βάση αυτήν τη μελέτη ποια είναι τα βήματα στα οποία προχωράτε και με ποιο στόχο;
Μ.Π.: Η αξιολόγηση αυτή δείχνει πως στην ουσία ο Νόμος 4279/2014 δεν δημιουργεί θετικές επιπτώσεις για κανέναν. Είναι “lose-lose-lose”. Είναι απορίας άξιον πώς δημιουργήθηκε ένας νόμος με τον οποίο όλοι χάνουν! Αυτό θέλουμε να καταστήσουμε σαφές σε όλους τους εμπλεκόμενους σε αυτή την αγορά και να τους ενημερώσουμε για τους κινδύνους που ενυπάρχουν στην εφαρμογή του νόμου. Στόχος μας είναι να πείσουμε την κυβέρνηση να προχωρήσει στην αναστολή της εφαρμογής του νόμου.
Φυσικά, δεν παραγνωρίζουμε πως υπάρχουν προβλήματα. Τα ΜΜΕ, για παράδειγμα, διαμαρτύρονται για την πίεση που ασκούμε για καλύτερες τιμές προς όφελος των πελατών μας καθώς και για τις ημέρες πληρωμής. Βέβαια, η εκτίμησή τους είναι πολύ χειρότερη από την πραγματικότητα. Κατ’ αρχήν, όπως φαίνεται και από τους ισολογισμούς μας, η συνολική αγορά διαφημιστικών εταιρειών και media agencies τα τελευταία -αρκετά- χρόνια δεν έχει κέρδη, άρα όλες οι εκπτώσεις επιστρέφονται στους πελάτες μας. Όσον αφορά δε στις ημέρες πληρωμής, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πλέον σχεδόν το 40% των τιμολογίων των πελατών είναι φόροι, δηλαδή Αγγελιόσημο, ΦΠΑ και εσχάτως ΕΦΤ. Καθώς, λοιπόν, πρέπει να καταβάλλουμε αυτούς τους φόρους χωρίς συζήτηση μέσα σε 30-35 ημέρες, όσο αυξάνεται η συμμετοχή των φόρων στην πίτα και όσο δεν αλλάζουν προς το καλύτερο οι όροι πληρωμής από τους διαφημιζομένους, τόσο αυτό θα έχει αντίκτυπο στα Μέσα. Δυστυχώς. Από τη μελέτη προκύπτει ότι η διαφορά ημερών είσπραξης και πληρωμής είναι ανάξια λόγου.
Αυτό που είναι αναγκαίο είναι να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση για τα προβλήματα στην αγορά. Είναι παράλογο να ζητάμε από το νομοθέτη να αποκτήσει μόνος του την πλήρη εικόνα, και ένας νόμος που δημιουργείται από κάποιον που δεν έχει την πλήρη εικόνα του θέματος αλλά μονομερή πληροφόρηση, δεν μπορεί να λύσει κανένα πρόβλημα. Γι’ αυτό έχει αξία το impact assessment, όπως αυτή η μελέτη της Deloitte, που αποτυπώνει τις επιπτώσεις για όλους τους εμπλεκόμενους.
adb: Η κυβέρνηση έχει εικόνα των επιπτώσεων που θα έχει η εφαρμογή του νόμου;
Μ.Π.: Έχει άποψη στο βαθμό που μπορεί να έχει άποψη μια νεοσύστατη κυβέρνηση. Έχει λάβει τα στοιχεία που συζητάμε, καθώς και αναλυτική επεξήγησή τους. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι δίκαιο να απαιτούμε από μια νέα κυβέρνηση να είναι 100% γνώστης όλων αυτών. Αφενός οι προτεραιότητές της είναι διαφορετικές -και αυτό είναι απολύτως κατανοητό- αφετέρου μόνο εάν κινείσαι στο χώρο μπορείς να έχεις πλήρη γνώση των θεμάτων. Η κυβέρνηση έχει ανάγκη από ειδικούς συμβούλους που να ξέρουν το χώρο. Κανείς δεν περιμένει από την κυβέρνηση να γνωρίζει τα πάντα, ενώ είμαι βέβαιος πως κανείς δεν θα είχε ασχοληθεί με τον δικό μας χώρο εάν δεν υπήρχαν τα ΜΜΕ, που ενδιαφέρουν ως the fourth estate την κυβέρνηση.
adb: Υπάρχει χρόνος για αναστολή ή κατάργηση του νόμου, δεδομένης της έναρξης εφαρμογής της ισχύος του την 1η Ιουλίου; Είστε αισιόδοξος;
Μ.Π.: Όσο περνάει ο καιρός, τόσο τα πράγματα ζορίζουν από άποψη ρευστότητας στην αγορά. Αυτό είναι το πρώτο δεδομένο. Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και πλέον είναι επείγον να διευθετηθεί το θέμα. Όσο πλησιάζουμε στην 1η Ιουλίου, τόσο θα στερεύει η αγορά από χρήματα. Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Θεωρώ πως η εξεύρεση λύσης είναι μονόδρομος, καθώς σε διαφορετική περίπτωση οι επιπτώσεις θα είναι τεράστιες. Δεν είναι μόνο οι 425 άνθρωποι που θα χάσουν τη δουλειά τους από τις εταιρείες μας, γεγονός που, δυστυχώς, δεν φαίνεται να απασχολεί και κανέναν· οι επιπτώσεις αφορούν και τα ΜΜΕ. Καθώς η λειτουργία των ΜΜΕ επηρεάζει και τη λειτουργία της Δημοκρατίας, θεωρώ πως πρέπει όλοι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Πρέπει εκ των πραγμάτων να βρεθεί μια λύση και η λύση είναι η αναστολή, η διαβούλευση και η κατάληξη σε ένα μοντέλο που, με κοινές παραδοχές και αμοιβαίες παραχωρήσεις, θα εξυπηρετεί όλους. Βέβαια, ό,τι κι αν κάνουμε εμείς, εάν συνεχιστεί η μείωση της δαπάνης, η αγορά στο σύνολό της είναι καταδικασμένη.
Οι επαφές με τους άλλους φορείς
adb: Από τις επαφές με τους άλλους θεσμικούς φορείς της αγοράς Επικοινωνίας και ΜΜΕ τι προκύπτει; Κινείστε στο ίδιο μήκος κύματος;
Μ.Π.: Θεωρώ πως όλοι έχουμε κοινή αντίληψη στο ζήτημα, αν και ο καθένας έχει διαφορετικές προτεραιότητες. Δική μας προτεραιότητα είναι σαφώς το ζήτημα της αναστολής εφαρμογής του νόμου, καθώς επηρεάζει τη δουλειά μας άμεσα. Οι διαφημιζόμενοι και κυρίως τα ΜΜΕ έχουν μάλλον άλλες προτεραιότητες που καλούνται να αντιμετωπίσουν αυτή την περίοδο. Αυτοί που ανησυχούν περισσότερο, είμαστε εμείς, αν και δεν θα έπρεπε να είμαστε μόνο εμείς!
adb: Ποια είναι η επιδίωξή σας όσον αφορά το νόμο και πώς εμπλέκονται οι υπόλοιποι φορείς;
Μ.Π.: Η επιδίωξή μας είναι η αναστολή ή η κατάργηση του νόμου χωρίς, από την άλλη μεριά, να παραγνωρίζει κανείς το γεγονός πως πρέπει να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση, ένας διάλογος ανάμεσα στα εμπλεκόμενα μέρη, προκειμένου να έρθει η αγορά μας σε ισορροπία. Εάν δεν γίνει αυτό, θα έχουμε και στο μέλλον ανάλογα φαινόμενα. Αναγνωρίζουμε το μεγάλο θέμα που έχουν τα ΜΜΕ με τις ημέρες πληρωμής και ξέρουμε πως πρέπει να σκεφτούμε “out of the box” και δημιουργικά, για να λύσουμε το ζήτημα. Υπάρχουν καλές πρακτικές σε άλλες χώρες, που μπορούμε να υιοθετήσουμε ή να προσαρμόσουμε, χωρίς να καταστρέφεται κανείς. Στο θέμα των πληρωμών, μπορούμε να επινοήσουμε ένα μηχανισμό είσπραξης και απόδοσης των απαιτήσεων προς τα ΜΜΕ, με αυστηρούς κανόνες, ώστε να λυθεί μια και έξω το θέμα. Ενδεχομένως, κάτι σαν το σύστημα εκκαθάρισης συναλλαγών του Χρηματιστηρίου. Χρειαζόμαστε όμως την έγκριση του κράτους, γιατί τα ΜΜΕ είναι σημαντικά για τη λειτουργία της Δημοκρατίας και κυρίως γιατί ένα σύστημα που έχει την έγκριση του κράτους, δεν θα διατρέχει κίνδυνο από τους νόμους περί ανταγωνισμού. Όσον αφορά στις τιμές, έχουν κάποιο δίκιο τα ΜΜΕ στις διαμαρτυρίες τους για τη μεγάλη πίεση των διαπραγματεύσεων. Από την άλλη μεριά όμως, δεν θέλουμε τα ΜΜΕ να είναι αυτά που θα καθορίζουν πού θα πηγαίνουν οι πελάτες. Η αγορά πρέπει να λειτουργεί με ανταγωνισμό, αλλά με εχέγγυα πως δεν θα υπάρχουν έκτροπα σε καμία περίπτωση και από καμία πλευρά. Πρέπει όμως να πορευθούμε με τη λογική του joint industry και όχι με μονομερείς πρωτοβουλίες που δεν θα εκφράζουν όλην την αγορά. Πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι η Αγορά έχει ανάγκη και τα τρία μέρη για να λειτουργήσει. Δεν γίνεται να λειτουργήσει αν επιβάλλεις τη θέληση του ενός μόνον ή αν η Αγορά για μεγάλο χρονικό διάστημα έχει έναν κερδισμένο μόνον. Πρέπει όλοι να κερδίζουν σε μια σχέση win-win-win. Μοντέλο που έχει μέσα τον όρο “lose” δεν είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα. Αυτό είναι ίσως το σημαντικότερο ζήτημα. Με αποδυναμωμένα μέρη ή με μέρη που δεν βρίσκονται σε ισορροπία, δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη στην αγορά μας.