Τις παρατηρήσεις του επί του σχεδίου νόμου για τις τηλεοπτικές άδειες απέστειλε την Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου το ΕΣΡ, δίνοντας, μάλιστα, την –μάλλον καθυστερημένη- απάντηση του στις αναφορές του Γενικού Γραμματέα Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, Λευτέρη Κρέτσου περί παράτασης της περιόδου διαβούλευσης, προκειμένου να τοποθετηθεί το ΕΣΡ.
«Θεωρούμε αναγκαίο να υπενθυμίσουμε ότι περί τα τέλη Ιουλίου 2015 ο Γενικός Γραμματέας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας κ. Ελευθέριος Κρέτσος είχε δηλώσει σε απάντηση αιτήματός μας ότι δεν κρίνει αναγκαία τη συμμετοχή στη διαβούλευση του ΕΣΡ, μολονότι στο σχέδιο νόμου αναφέρεται ο κομβικός ρόλος της Αρχής στο θέμα των αδειοδοτήσεων. Περί τα τέλη Αυγούστου η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, περιέργως ανακοίνωσε ότι αναμένει τις απόψεις του ΕΣΡ για τις οποίες ένα μήνα πριν δεν ενδιαφερόταν» αναφέρει χαρακτηριστικά η επιστολή που υπογράφει η Αντιπρόεδρος του ΕΣΡ Λίνα Αλεξίου.
Ακόμη η κ. Αλεξίου αναφέρεται και στο πρόβλημα της μη πλήρωσης τριών κενών θέσεων (συμπεριλαμβανομένης αυτής του Προέδρου του ΕΣΡ), γεγονός που, όπως σημειώνει, «καθιστά δυσχερέστατη τη λειτουργία του, καθώς και στις μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό και ειδικούς επιστήμονες. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι από τις 81 προβλεπόμενες στο Οργανόγραμμα του ΕΣΡ θέσεις, έχουν απομείνει καλυμμένες λιγότερες από τις μισές. Για να επιτελέσει τον σοβαρό ρόλο της η Αρχή κρίνουμε ότι θα πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν αρμοδίως τα ανωτέρω προβλήματα (όπως και άλλα τεχνικά) το ταχύτερο δυνατό».
Όσον αφορά το νομοσχέδιο το ΕΣΡ αναφέρει πως «η κυβερνητική πρωτοβουλία δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την κατεπείγουσα επεξεργασία των σχετικών ζητημάτων από την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 20.9.2015» και προσθέτει πως «ως η αρμόδια ρυθμιστική αρχή περιορίζεται στην παρούσα φάση να γνωστοποιήσει ορισμένες γενικές παρατηρήσεις και επιφυλάσσεται στην αναλυτική παρουσίαση των θέσεών του σε μεταγενέστερο στάδιο».
Από την άλλη βέβαια, αναφέρει πως «το σχέδιο νόμου φαίνεται ότι έχει συνταχθεί χωρίς να έχει προηγηθεί σοβαρή μελέτη των θεμάτων που ανακύπτουν από τη λειτουργία της επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης αλλά και ευρύτερα της παροχής οπτικοακουστικών υπηρεσιών από άλλα δίκτυα» και πως «ακολουθεί την πεπατημένη των προηγούμενων ανεφάρμοστων νόμων όπου όλα ανατίθενται στους αρμόδιους υπουργούς, ενώ το ΕΣΡ περιορίζεται σε μια απλή γνωμοδοτική αρμοδιότητα».
Επίσης, παρουσιάζεται να διατηρεί σοβαρές ενστάσεις για την διαδικασία πλειοδοσίας που θα ακολουθηθεί.
Αναλυτικά οι παρατηρήσεις του ΕΣΡ έχουν ως εξής:
1. Το σχέδιο νόμου φαίνεται ότι έχει συνταχθεί χωρίς να έχει προηγηθεί σοβαρή μελέτη των θεμάτων που ανακύπτουν από τη λειτουργία της επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης αλλά και ευρύτερα της παροχής οπτικοακουστικών υπηρεσιών από άλλα δίκτυα (π. χ. διαδίκτυο, πάροχοι δορυφορικών ή ευρυζωνικών υπηρεσιών). Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ολοκληρώσει την ψηφιακή μετάβαση, ζητήματα όπως ο αριθμός των διαθέσιμων αδειών, το είδος αυτών (π.χ. κανάλια υψηλής και συμβατικής ευκρίνειας, συνδρομητικά ή μη) και η οικονομική βιωσιμότητα των κάθε κατηγορίας σταθμών προϋποθέτουν μελέτη που διεξάγεται συνήθως από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή κατόπιν διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους. Αντί αυτών, το σχέδιο νόμου ακολουθεί την πεπατημένη των προηγούμενων ανεφάρμοστων νόμων όπου όλα ανατίθενται στους αρμόδιους υπουργούς, ενώ το ΕΣΡ περιορίζεται σε μια απλή γνωμοδοτική αρμοδιότητα.
2. Η επιλογή με το σχέδιο νόμου του συστήματος του πλειοδοτικού διαγωνισμού δημιουργεί καταρχήν τις προϋποθέσεις για την ανέλιξη μιας ταχύτερης διαδικασίας, θα πρέπει ωστόσο να διευκρινιστούν τα εξής:
α. Ο καθορισμός των κριτηρίων αδειοδότησης των παρόχων περιεχομένου (δηλαδή των τηλεοπτικών σταθμών) συναρτάται άμεσα με τους κανόνες λειτουργίας τους. Δυστυχώς το σχέδιο νόμου επαναλαμβάνει υφιστάμενες διατάξεις που ρυθμίζουν την αναλογική τηλεόραση αναπαράγοντας σε ορισμένες περιπτώσεις ασάφειες και ερμηνευτικά προβλήματα της υφιστάμενης νομοθεσίας. Εξάλλου, το γεγονός ότι η νομοθεσία αυτή θα πρέπει να εφαρμοστεί σε ήδη λειτουργούσες επιχειρήσεις, δημιουργεί την υποχρέωση της Πολιτείας να μην εξαντλήσει την αυστηρότητά της στη διατύπωση τελικά μη εφαρμόσιμων διατάξεων. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να δοθεί δυνατότητα πρόβλεψης συμβατικής τήρησης με την ευθύνη της εποπτικής αρχής, για να καλύπτεται η δυνατότητα προσαρμογής στις εκάστοτε συνθήκες της αγοράς.
β. Σε περίπτωση που επιλεγεί το σύστημα του πλειοδοτικού διαγωνισμού, θα πρέπει να διευκρινιστεί από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή (και όχι από τους συναρμόδιους υπουργούς, όπως γίνεται με το σχέδιο νόμου), η τιμή εκκίνησης ανά κατηγορία δημοπρατούμενης άδειας, κατόπιν δημόσιας διαβούλευσης, και αφού επίσης προσδιοριστεί με σαφήνεια και με βάση την ευρωπαϊκή εμπειρία ο φορέας στον οποίο πιστώνονται τα ποσά αυτά. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται ότι σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές νομοθεσίες προβλέπεται ένα ετήσιο τέλος που καταβάλλεται ως αντάλλαγμα στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή.
ΠΗΓΗ: advertising.gr