Η δέκατη τρίτη έκδοση [Α1] του διεθνούς πίνακα κατάταξης πανεπιστημίων της QS, που συντάσσεται από την παγκόσμια δεξαμενή σκέψης της ανώτατης εκπαίδευσης QS Quacquarelli Symonds, επιβεβαιώνει ότι το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) είναι το καλύτερο διεθνές πανεπιστήμιο για 5η συνεχόμενη χρονιά.
Φέτος, περιλαμβάνονται στον πίνακα 6 ελληνικά πανεπιστήμια. Όμως τα 5 από τα 6 σημείωσαν πτώση σε σύγκριση με την προηγούμενη κατάταξή τους.
Tο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο παραμένει το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο που βρίσκεται πιο ψηλά στην κατάταξη, ανάμεσα στα 400 καλύτερα πανεπιστήμια παγκοσμίως. Όμως σημειώνει πτώση 19 θέσεων και βρίσκεται στην 395η θέση. Επιπλέον, δεν συγκαταλέγεται στην κατάταξη μεταξύ των κορυφαίων 250 ερευνητικών ιδρυμάτων, καθώς έπεσε 8 θέσεις σύμφωνα με το δείκτη παραπομπών ανά πανεπιστημιακό τομέα. Ακόμα σημαντικά ευρήματα είναι και τα παρακάτω:
- Η Ελλάδα έχει έναν εκπρόσωπο λιγότερο στη κατάταξη με τα κορυφαία 600 καθώς το Πανεπιστήμιο της Κρήτης δεν βρίσκεται πια σε αυτή τη κατηγορία
- Η κατάταξη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης έπεσε από την κατηγορία 461-470 στην κατηγορία 491-500
- Το Πανεπιστήμιο της Κρήτης δεν ανήκει πλέον στα κορυφαία 200 ερευνητικά ιδρύματα καθώς υπήρξε σημαντική μείωση στον δείκτη παραπομπών ανά πανεπιστημιακό τομέα, παράμετρος που χρησιμοποιείται από την QS ως ένδειξη για τη διεθνή επίδραση της έρευνας ενός πανεπιστημίου
- Ακόμα 4 ελληνικά πανεπιστήμια σημείωσαν μείωση στο δείκτη παραπομπών ανά πανεπιστημιακό τομέα
- Όμως, η Ελλάδα έχει και φέτος 3 εκπροσώπους στα κορυφαία 300 των ερευνητικών ιδρυμάτων – το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Πανεπιστήμιο Πατρών.
Σύμφωνα με την QS, η πτώση των ερευνητικών επιδόσεων των ελληνικών πανεπιστημίων οφείλεται στην αδυναμία τους να προσεγγίσουν νέους ερευνητές από το εξωτερικό. Πέντε από τα 6 ελληνικά πανεπιστήμια παρουσίασαν μείωση στην κατάταξη της αναλογίας διεθνών καθηγητών. Το Πανεπιστήμιο της Κρήτης σημείωσε πολύ μεγάλη πτώση που είχε ως αποτέλεσμα τη μηδενική εκπροσώπηση της Ελλάδας στη κατηγορία των 600 κορυφαίων. Ο αριθμός των πανεπιστημιακών τομέων στην Ελλάδα έχει παρουσιάσει μια μικρή αύξηση σε σύγκριση με το 2015. Ωστόσο, ο αριθμός των μελών ΔΕΠ που είναι διεθνείς έχει μειωθεί.
Ο Μπεν Σόουτερ, επικεφαλής έρευνας της QS, είπε: «Τα ποσοστά επιτυχίας της Ελλάδας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ελαφρώς κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και οι επιδόσεις της στο PISA (Program for International Student Assessment) υποδεικνύουν ότι τα ποσοστά επιτυχίας και πριν την τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι επίσης κάτω από το μέσο όρο. Συνεπώς, η διασφάλιση ότι ταλαντούχοι ερευνητές έχουν κίνητρα να συμμετάσχουν στο ελληνικό σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης είναι υψίστης σημασίας αν τα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα θέλουν να παραμείνουν ανταγωνιστικά στον τομέα της έρευνας.
Ο Σόουτερ προσθέτει ότι τα ευρήματα της QS είναι σύμφωνα με την παγκόσμια τάση. Πιστεύει ότι τα χαμηλά επίπεδα των δαπανών που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα για έρευνα και ανάπτυξη (1,24% του ΑΕΠ σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο 2,03%) στερούν από τα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν τους απαραίτητους πόρους έτσι ώστε να προσελκύσουν διεθνείς ερευνητές και να διεξάγουν σημαντικές έρευνες. [2][3][4]
Ο Σόουτερ είπε: “Ο φετινός πίνακας κατατάξεων υποδεικνύει ότι τα επίπεδα επένδυσης καθορίζουν ποιος σημειώνει πρόοδο και ποιος παρουσιάζει πτώση. Τα ιδρύματα σε χώρες που παρέχουν υψηλά επίπεδα στοχευμένης σε έρευνα χρηματοδότησης, είτε προέρχονται από δωρεές είτε από δημόσιες επιχορηγήσεις, έχουν σημειώσει άνοδο. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη της δυτικής Ευρώπης που έχουν πραγματοποιήσει ή σκοπεύουν να πραγματοποιήσουν περικοπές φαίνεται να χάνουν έδαφος σε σχέση με τα ασιατικά ή αμερικάνικα ομόλογά τους.”
Σε διεθνές επίπεδο, το πανεπιστήμιο του Στάνφορντ εκτοπίζει το πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ από τις τρεις πρώτες θέσεις. Αυτό σημαίνει ότι τα αμερικανικά ιδρύματα κατέχουν και τις τρείς πρώτες θέσεις για πρώτη φορά από τις εναρκτήριες κατατάξεις του 2004. Η Ρωσία, η Κίνα, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία απολαμβάνουν αξιοσημείωτη άνοδο ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και η Ιταλία χάνουν έδαφος.