Ένα τολμηρό αλλά και υλοποιήσιμο όραμα για την ανάπτυξη του οικοσυστήματος των startups στην Ελλάδα, το Host-Up Greece, παρουσίασε η The Boston Consulting Group (BCG) από το βήμα του επενδυτικού συνεδρίου του ΣΕΒ «Σχεδιάζουμε το μέλλον με επενδύσεις» στην ενότητα «Επενδύσεις στην ψηφιακή οικονομία, καινοτομία και startup».
«Την στιγμή που η Ελλάδα μετατρέπεται σε κέντρο νεοφυών επιχειρήσεων με την αρωγή και του Ταμείου Επιχειρηματικών Συμμετοχών Equifund, της επενδυτικής πλατφόρμας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, απαιτούνται νομοθετικές δράσεις και καινοτόμες πρωτοβουλίες αλλά και η συμμαχία κυβερνητικών φορέων, μεγάλων εταιρειών και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ώστε να διασφαλιστεί η άνθηση του “υπό κατασκευή” ακόμα οικοσυστήματος νεοφυών επιχειρήσεων της χώρας» τόνισε ο κ. Βασίλης Αντωνιάδης, Senior Partner και Managing Director της BCG και επικεφαλής του γραφείου της Αθήνας, προσθέτοντας ότι με τις κατάλληλες παρεμβάσεις η χώρα μας μεσοπρόθεσμα μπορεί να αποκτήσει ένα οικοσύστημα καινοτομίας σαν αυτό του Ισραήλ.
Η έρευνα για την επιτάχυνση της ανάπτυξης του οικοσυστήματος των startups διενεργήθηκε από την BCG σε στενή συνεργασία με τον ΣΕΒ και συμμετοχή εμπλεκομένων του ελληνικού startup οικοσυστήματος και μελέτησε βέλτιστες πρακτικές άλλων χωρών. Τα αποτελέσματα της έρευνας συνοψίζονται σε 15 συγκεκριμένες προτάσεις που, σε συνδυασμό με το Equifund, μπορούν να επιφέρουν την ραγδαία ανάπτυξη του οικοσυστήματος μέχρι το 2022. Όπως υπογράμμισε ο κ. Αντωνιάδης, εμπόδια όπως η έλλειψη εφαρμοσμένων δεξιοτήτων (π.χ. ανάπτυξη λογισμικού για iOS) στο, κατά τα άλλα μορφωμένο, ανθρώπινο δυναμικό, η ανεπαρκής συνεργασία μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και startups, ο φόβος της αποτυχίας από τους νέους, αλλά και το σύνθετο και περιοριστικό οικονομικό περιβάλλον, ωθεί σε μια αντιπαραγωγική διάρθρωση της αγοράς, με χρονοβόρες διαδικασίες και φραγμούς, που πρέπει να υπερκεραστούν.
Υποδεικνύοντας τους τρόπους με τους οποίους αυτή η ευκαιρία επιχειρηματικότητας θα υλοποιηθεί, ο κ. Αντωνιάδης αναφέρθηκε σε τέσσερις βασικούς πυλώνες δράσης.
Πρώτος πυλώνας είναι η δημιουργία δικτύου καινοτομίας στο οποίο θα συμμετέχουν από κοινού πανεπιστήμια, μεγάλες επιχειρήσεις, και startups. Ο πυλώνας αυτός, όπως εξήγησε, μπορεί να ενισχυθεί, αφενός με την ανάπτυξη ενός παγκόσμιου προγράμματος δικτύωσης για την προώθηση του mentoring, κι αφετέρου με την δημιουργία ενός ανεξάρτητου, ιδιωτικού ταμείου έρευνας κι ανάπτυξης, χρηματοδοτούμενου πρωτίστως από μεγάλες ελληνικές εταιρείες. Άκρως απαραίτητη, σύμφωνα με τον κύριο Αντωνιάδη, είναι και η προσέλκυση μεγάλων και καινοτόμων επιχειρήσεων του εξωτερικού, κατά το πρόσφατο παράδειγμα της Tesla, η οποία μπορεί να επιτευχθεί με την παροχή των κατάλληλων κινήτρων, αλλά και την δημιουργία ενός ευνοϊκού φορολογικού περιβάλλοντος. Παράλληλα, μπορεί να ακολουθηθεί και το παράδειγμα μεγάλων πόλεων του εξωτερικού, όπως η Βαρκελώνη, που έχει αναπτύξει innovation districts για τις startups και τα ερευνητικά κέντρα της πόλης (επιχειρηματικά και ακαδημαϊκά), που λειτουργούν ως καταλύτης ανάπτυξης της καινοτομίας.
Η παροχή των κατάλληλων κινήτρων και η δημιουργία ενός ευνοϊκού φορολογικού περιβάλλοντος αποτελεί τον δεύτερο πυλώνα δράσης, με στόχο την τόνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας από startups και την προσέλκυση ταλέντου. Με στοχευμένες δράσεις, όπως αυτές που ακολούθησαν η Κύπρος και η Πορτογαλία, μπορούν να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάστροφη του λεγόμενου «brain drain» και την στελέχωση, τόσο startups όσο και μεγάλων εταιριών, με το έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο έφυγε από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Τρίτος και κρίσιμος πυλώνας είναι η εναρμόνιση του ανθρώπινου δυναμικού με τις τρέχουσες ανάγκες της αγοράς. «Μέσω δοκιμασμένων πρακτικών και με την συνεργασία πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων θα μπορέσουμε να εξοπλίσουμε τους εργαζόμενους με υψηλή κατάρτιση και εξειδικευμένες δεξιότητες».
Τελευταίο πυλώνα αποτελεί η διαθεσιμότητα χρηματοδότησής για startups σε όλους τους κλάδους και στάδια ανάπτυξης, μετά τη λήψη του Equifund, που μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενός συνδυασμού ιδιωτικών και δημόσιων χρηματοδοτικών εργαλείων.
«Στην υλοποίηση των ανωτέρω θα συνέβαλε αρχικά η κατάρτιση ενός οδικού χάρτη για τα επόμενα πέντε χρόνια, με ρεαλιστικά ορόσημα, αλλά και η ίδρυση ενός ειδικού οργανισμού, όπως το Host-Up Greece, αφιερωμένου στην ανάπτυξη και τη στήριξη του οικοσυστήματος των startups στην Ελλάδα, κατά παράδειγμα άλλων επιχειρηματικών κέντρων του εξωτερικού, όπως το Ισραήλ» κατέληξε ο κ. Αντωνιάδης.
Στην δράση του Equifund αναφέρθηκε από πλευράς του ο κ. Αλέξης Χαρίτσης, αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας κι Ανάπτυξης, τονίζοντας ότι το νέο εργαλείο θα διαθέσει έως 1 δισεκατομμύριο ευρώ για χρηματοδότηση αρχικού σταδίου (early stage) και σταδίου ανάπτυξης (growth stage) ελληνικών startups έως το 2022. Όπως είπε, «το εργαλείο του Equifund ξεφεύγει από την λογική των παλαιών επιδοτήσεων χωρίς αντίκρισμα και για το λόγο αυτό θα έχει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην ελληνική οικονομία». Τέλος υπογραμμίζοντας την ανάγκη ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, το οποίο θα βασίζεται στην έρευνα και την τεχνολογία, σημείωσε ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις από πλευράς της κυβέρνησης έχουν ήδη ξεκινήσει και αναμένεται να συνεχιστούν λαμβάνοντας υπόψη και την αξιόλογη έρευνα και προτάσεις της BCG.
Στο παράθυρο καινοτομίας του Εquifund αναφέρθηκε και από πλευράς του ο κ. Γιάννης Τσακίρης, Head of Division SE Europe and EU Neighborhood του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, τονίζοντας ότι ο «θετικός αντίκτυπος του Equifund αναμένεται να ξεπεράσει τα στενά όρια των πέντε χρόνων».
Στην αντίστιξη μεταξύ επιχείρησης και startup αναφέρθηκε από πλευράς του ο Simon Schaefer, διευθύνων σύμβουλος της Startup Portugal. Ερωτηθείς για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα, ο κ. Schaefer υπογράμμισε ως πρωταρχική πρόκληση την αλλαγή αντίληψης- πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει «επιχείρηση χωρίς τεχνολογία» σημείωσε χαρακτηριστικά. Επιπλέον χαρακτήρισε το «momentum κατάλληλο για την Ελλάδα, με την κρίση να μην αποτελεί στίγμα αλλά έναυσμα για μια νέα αρχή βασισμένη στα σπουδαία συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας».
Την αναγκαιότητα δημιουργίας innovation districts, φορολογικών κινήτρων για τις startup επιχειρήσεις αλλά και ενός δικτύου για την εναρμόνιση των εργαζομένων με τις σημερινές απαιτήσεις υπογράμμισε ο κ. Κωνσταντίνος Κόκκαλης, Αντιπρόεδρος της Intracom Συμμετοχών.
Στο μεγάλο πρόβλημα που παραμένει παρά τα θετικά βήματα που γίνονται, το οποίο δεν είναι άλλο από την έλλειψη επικοινωνίας των μεγάλων επιχειρήσεων με την startup επιχειρηματική σκηνή αναφέρθηκε, τέλος, ο κ. Σπύρος Μαγιάτης CTO και co-founder της Workable. «Θα πρέπει να ενισχύσουμε την επικοινωνία αυτή ώστε οι startups να κατανοήσουν τις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων και να υλοποιήσουν λύσεις που θα έχουν ευρεία υποδοχή και ανταπόκριση» κατέληξε.