Ανοδική πορεία ακολουθούν οι ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας με την χώρα να βελτιώνει το προφίλ της στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επενδυτικό κοινό. Το γεγονός επιβεβαιώνει το ποσοστό της τάξης του 15% στο οποίο έφτασε η συμμετοχή των επενδύσεων στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας από το σύνολο των άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) στη χώρα μας, την τελευταία τριετία, ποσοστό που μάλιστα προσεγγίζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (19%) την ίδια περίοδο.
Αυτό προκύπτει από την δεύτερη μεγάλη έρευνα της ΕΥ Ελλάδος, EY Attractiveness Survey Ελλάδα 2020, η οποία διενεργήθηκε μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων από το CSA Institute, μεταξύ 22 Μαΐου και 9 Ιουνίου και αναλύει τις επιδόσεις της χώρας στον τομέα των επενδύσεων τα τελευταία χρόνια, καταγράφοντας και τις απόψεις της επενδυτικής κοινότητας για τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες της χώρας ως επενδυτικού προορισμού, με βάση ένα δείγμα 203 στελεχών μεγάλων, ξένων επιχειρήσεων, εκ των οποίων το 55% (111) έχουν ήδη επενδυτική παρουσία στην Ελλάδα. Στο θετικό προφίλ της χώρας ως ελκυστικού προορισμού για ξένες επενδύσεις συμβάλλουν και άλλα θετικά στοιχεία της χώρας όπως η ποιότητα ζωής (81%), οι υποδομές τηλεπικοινωνιών (69%) και το επίπεδο των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού (66%) , που χτίζουν το προφίλ της ως ελκυστικό προορισμό για ξένους επενδυτές. Ωστόσο υπάρχουν τομείς, στους οποίους η χώρα οφείλει να συνεχίσει να εστιάζει για να βελτιώσει ακόμα περαιτέρω το επενδυτικό της κλίμα. Αυτοί είναι η στήριξη της καινοτομίας και της υψηλής τεχνολογίας – όπου το τελευταίο διάστημα γίνονται αρκετά βήματα- και η μείωση της φορολογίας, η διαδικασία απονομής δικαιοσύνης (33%) και η ενίσχυση της παιδείας και των δεξιοτήτων (31%).
Αξίζει να σημειωθεί ότι η στήριξη της καινοτομίας είναι ο πρώτος παράγοντας που λαμβάνουν υπόψη οι επενδυτές με ποσοστό 38% ενώ αμέσως μετά ακολουθεί η φορολογία με ποσοστό 36%. Το 67% των επενδυτών, δηλώνουν ότι θα ήταν πιο πρόθυμοι να επενδύσουν στη χώρα μας, αν αντιμετωπιστούν τα αρνητικά σημεία που λειτουργούν σήμερα αποτρεπτικά. Το ποσοστό φτάνει στο 83% μεταξύ όσων είναι ήδη εγκατεστημένοι στην Ελλάδα. Επιπλέον δυο στους τρεις επενδυτές (69%) αναμένουν περαιτέρω βελτίωση την επόμενη τριετία, ποσοστό πολύ υψηλότερο από αυτά άλλων χωρών, όπου πραγματοποιήθηκαν παρόμοιες έρευνες φέτος.
Εντυπωσιακά αυξημένα είναι τα ποσοστά των επενδυτών, που αναγνωρίζουν ως στοιχεία ελκυστικότητας της Ελλάδας, το σταθερό πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον (65% από 38%) και τις πολιτικές της χώρας για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή (56% από 42%). Στις αδυναμίες συγκαταλέγονται το γραφειοκρατικό και διοικητικό περιβάλλον, η φορολογία και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση.
Ενθαρρυντικό είναι και το γεγονός ότι η θετική προδιάθεση της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας απέναντι στην Ελλάδα παγιώνεται, παρά το αρνητικό ψυχολογικό κλίμα, που δημιούργησε η πανδημία του COVID-19, σύμφωνα με την έκθεση, EY Attractiveness Survey Ελλάδα 2020 της ΕΥ Ελλάδος, με θέμα την ελκυστικότητα της χώρας, ως επενδυτικός προορισμός την οποία δημοσιεύει ο ΣΕΠΕ.
Σύμφωνα με το ΕΥ European Investment Monitor, η Ελλάδα απορρόφησε, το 2019, το 0,34% των ευρωπαϊκών ΑΞΕ, ποσοστό δυσανάλογα μικρό σε σχέση με τον πληθυσμό και το ΑΕΠ της, καταγράφοντας, ωστόσο, αύξηση κατά 69% σε σχέση με το 2018. Η επίδοση αυτή, κατατάσσει τη χώρα στην 29η θέση για το 2019, έναντι της 35ης το 2018 και της 32ης, που κατείχε κατά μέσο όρο στο σύνολο της τελευταίας δεκαετίας.
Υψηλό, αν και μειωμένο σε σχέση με πέρσι (47%), παραμένει και το ποσοστό (38%) όσων εκτιμούν ότι η εικόνα της χώρας, ως πιθανός επενδυτικός προορισμός, έχει βελτιωθεί τον τελευταίο χρόνο.
Ελκυστική χαρακτηρίζει και την πολιτική για τις επενδύσεις που ακολουθεί η χώρα το 62% των επιχειρήσεων σε σχέση με το 50% πέρυσι. Σύμφωνα με την έρευνα, το 28% δηλώνει ότι σκοπεύει να επενδύσει στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο, έναντι 26% στην Πορτογαλία, 16% στη Γαλλία και 10% στο Βέλγιο.