Ανοδική πορεία ακολουθεί η εγχώρια αγορά του Λογισμικού (Software) και των Υπηρεσιών Πληροφορικής τα τελευταία έτη στην Ελλάδα. Εκτιμάται ότι, λόγω του COVID-19, οι περισσότερες εταιρείες θα αυξήσουν τους προϋπολογισμούς τους για απομακρυσμένες τεχνολογίες (που επιτρέπουν την τηλε-εργασία) και για την κυβερνοασφάλεια (cyber security) και το γεγονός αυτό θα έχει θετικό αντίκτυπο για τον κλάδο.
Το 2019, η αγορά Λογισμικού σημείωσε άνοδο 2,9% σε σχέση με το 2018. Παρουσιάζει δε συνεχή άνοδο από το 2014 και σε σχέση με το 2013 έχει αυξηθεί κατά 21% περίπου.
Κυρίαρχη κατηγορία στην εγχώρια αγορά λογισμικού είναι το Application Software, καθώς καλύπτει ποσοστό 67%. Το υπόλοιπο ποσοστό της αγοράς αφορά την κατηγορία Systems Software.
Όσον αφορά την εγχώρια αγορά των Υπηρεσιών Πληροφορικής (IT Services) το 2019 ενισχύθηκε κατά 2,3%, σε σχέση με το 2018. Όπως και στην περίπτωση του Λογισμικού, η αγορά των Υπηρεσιών Πληροφορικής κινείται ανοδικά από το 2014 και έπειτα, έχοντας διευρυνθεί κατά 12,7% την περίοδο 2013-2019.
Στον κλάδο του Λογισμικού και των Υπηρεσιών Πληροφορικής, σύμφωνα με σχετική κλαδική μελέτη της ICAP, δραστηριοποιείται πολύ μεγάλος αριθμός εταιρειών, με τις περισσότερες εξ αυτών να είναι μικρού μεγέθους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η βασική δραστηριότητα των εταιρειών συνίσταται στην παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών με αντικείμενο την επιλογή και εγκατάσταση εξοπλισμού πληροφορικής και την ολοκλήρωση (integration) ή/ και παραμετροποίηση λογισμικού.
Ανοδική πορεία
“Παρά το γεγονός ότι οι εταιρείες πληροφορικής υπέστησαν απώλειες την περίοδο 2009-2013, αυτές ήταν σημαντικά μικρότερες σε σχέση με άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας και κατάφεραν λίαν συντόμως να επιστρέψουν σε αναπτυξιακή τροχιά. Στη συνέχεια, η σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας και η επαναφορά της σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το 2017 και έπειτα, συνέβαλε με τη σειρά της στην ανοδική πορεία του κλάδου”, σχολιάζει η μελέτη.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η διεθνής ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης περιορίζεται λόγω του χαμηλού βαθμού ψηφιοποίησης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεών της. Πρόκειται για πρόβλημα που απαιτεί τη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση, της τεχνολογίας και των δεξιοτήτων. Η έμφαση δίνεται στις ψηφιακές ικανότητες και τις προηγμένες δεξιότητες, που είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση του παγκόσμιου ανταγωνισμού και των κοινωνικών προκλήσεων, καθώς και για την απόδοση των οφελών του ψηφιακού μετασχηματισμού σε κάθε πολίτη και επιχείρηση.
Συνεπώς, η ζήτηση για τις Υπηρεσίες Πληροφορικής και για το λογισμικό εξαρτάται, πλέον, σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη των επιχειρήσεων - πελατών του κλάδου να μετασχηματιστούν ψηφιακά όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ώστε να καταφέρουν να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
“Εκτός του ιδιωτικού τομέα και ο δημόσιος τομέας κινείται προς την κατεύθυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, ώστε να μειωθεί η γραφειοκρατία, που αποτελεί χρόνιο πρόβλημα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης και να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά του. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μεγάλες ευκαιρίες για τις εταιρείες του κλάδου”, διαπιστώνει η μελέτη.
Οι εταιρείες
Προκειμένου να εξετάσει την ένταση του ανταγωνισμού, που επικρατεί στον κλάδο, η ICAP μελέτησε τους συντελεστές συγκέντρωσης των μεγαλύτερων εταιρειών. Σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα της μελέτης, ο βαθμός συγκέντρωσης στον κλάδο είναι χαμηλός, δεδομένου ότι οι πέντε μεγαλύτερες εταιρείες κάλυψαν το 22% των συνολικών πωλήσεων το 2019.
Αντίστοιχα, οι δέκα μεγαλύτερες εταιρείες απέσπασαν το 37% των συνολικών εσόδων του κλάδου το ίδιο έτος. Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των εταιρειών του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός πενταετίας βάσει δείγματος 17 εταιρειών, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για κάθε έτος της πενταετίας 2015-2019.
Το σύνολο του ενεργητικού των εταιρειών του δείγματος του ομαδοποιημένου ισολογισμού κινήθηκε καθοδικά την εξεταζόμενη πενταετία και μειώθηκε σωρευτικά κατά 6,2% το 2019/2015. Αντιθέτως, ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό με τη συνολική του μεταβολή να διαμορφώνεται στο +24%.
Σε ομαδοποιημένο επίπεδο, το περιθώριο μικτού κέρδους διαμορφώθηκε στο 20% και το περιθώριο EBITDA στο 6,4%.