Η 2η ετήσια έκθεση του Παρατηρητηρίου, που υλοποιείται με την υποστήριξη της Deloitte, επιβεβαιώνει ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός παραμένει μια σύνθετη διαδικασία με σημαντικό χρόνο ολοκλήρωσης.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Οι μετρήσεις του δείκτη DMI του Παρατηρητηρίου είναι πιο σύνθετες και εξειδικευμένες σε σχέση με άλλους δείκτες (πχ DESI, IMD, WEF, κτλ). Εστιάζουν στη σ+κριτική προσέγγιση σε σχέση με τους εταίρους μας στην ΕΕ. Τα στοιχεία δείχνουν τη χώρα να ακολουθεί πορεία βελτίωσης, σε πολλές περιπτώσεις με αξιοσημείωτη ταχύτητα. Οι αλλαγές κινούνται μεν στη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο διαφαίνεται καθαρά πως από τη μια χρονιά στην άλλη, δεν είναι δυνατή η κάλυψη των μεγάλων κενών.
Ιδιαίτερα, δε, όταν η υπόλοιπη Ευρώπη προχωράει ταχύτερα σε ευρείες μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της. Συνεπώς, η μικρή βελτίωση στη συγκριτική θέση της Ελλάδας (27η από 28η το 2019) υπογραμμίζει την ανάγκη να προχωρήσουμε ταχύτερα σε σχέση όχι μόνο με το παρελθόν μας, αλλά με την υπόλοιπη ΕΕ. Δεν αρκεί δηλαδή να πραγματοποιούμε τις σωστές μεταρρυθμίσεις, αλλά να τις πραγματοποιούμε με μεγαλύτερη ταχύτητα και εύρος από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Διαφορετικά, η θέση της Ελλάδας δεν θα αλλάζει σημαντικά. Αναμένουμε τους νεότερους δείκτες το 2021 για να αποτυπωθεί, συγκριτικά με την ΕΕ, η επίπτωση των μεταρρυθμίσεων που πραγματοποιούνται τη χρονιά που διανύουμε, στη λειτουργία του δημοσίου, στην επιχειρηματικότητα, στις υποδομές, κτλ.
Τα επόμενα βήματα για τη χώρα
Η πανδημία έχει δώσει αφορμή να προχωρήσουν ταχύτερα οι δράσεις ψηφιοποίησης στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα, να διευρυνθεί η τηλεργασία και να αναζητηθούν νέοι τρόποι οργάνωσης της παραγωγής.
Όμως ο δρόμος για τη μετάβαση στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση είναι μακρύς και προϋποθέτει επενδύσεις σε τεχνολογία, αναβάθμιση δεξιοτήτων, δημιουργία νέων εθνικών υποδομών και το κατάλληλο ρυθμιστικό περιβάλλον. Η ΕΕ επιταχύνει το ψηφιακό μετασχηματισμό της, θέτοντας τα θέματα αυτά σε κορυφαία αναπτυξιακή προτεραιότητα στο νέο ΕΣΠΑ αλλά και στο Ταμείο Ανάκαμψης. Για να επιτευχθούν ανάλογες επιδόσεις στην Ελλάδα απαιτείται ο συνδυασμός τεσσάρων βασικών διαστάσεων:
• Ρυθμιστικό περιβάλλον και δημόσια διοίκηση: Τα βήματα προόδου αντανακλώνται στη σταδιακή βελτίωση της ψηφιακής ωριμότητας της δημόσιας διοίκησης κατά τέσσερις θέσεις (24η από 28η). Παράλληλα όμως αντανακλάται και η ανάγκη περαιτέρω απλοποίησης του ρυθμιστικού περιβάλλοντος. Παρά τις νομοθετικές παρεμβάσεις, η συγκριτική ωριμότητα της Ελλάδας στο ρυθμιστικό περιβάλλον παρουσιάζει πτώση στην 28η θέση. Ο βασικός λόγος είναι ότι στην υπόλοιπη ΕΕ, οι μεταρρυθμίσεις εφαρμόζονται ταχύτερα. Οι πρόσφατες νομοθετήσεις είναι μεν φιλόδοξες, αλλά η αντιστροφή της υστέρησης προέρχεται από την ταχύτητα πραγματικής εφαρμογής (και όχι απλά της ψήφισης στη Βουλή). Ενδεικτικά, στον πρόσφατο Κώδικα Ψηφιακής Διακυβέρνησης (Ν.4727/2020), εκκρεμούν περίπου 120 υπουργικές αποφάσεις για την πλήρη εφαρμογή του. Επιπλέον, η περαιτέρω επιτάχυνση στην ψηφιοποίηση των διεπαφών με τις επιχειρήσεις και η διασύνδεση των ηλεκτρονικών μητρώων (όπου η Ελλάδα είναι στην 26η θέση) είναι κρίσιμο να ολοκληρωθεί ταχύτατα. Σημαντικά βήματα που πρέπει επιπλέον να πραγματοποιηθούν στο άμεσο μέλλον περιλαμβάνουν τη συμμόρφωση του Δημόσιου με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR), την κωδικοποίηση της νομοθεσίας, την ενίσχυση του πλαισίου της κυβερνοασφάλειας και του πλαισίου φερεγγυότητας των ηλεκτρονικών καταστημάτων, αλλά και την ανάπτυξη εθνικής στρατηγικής και κανόνων για την Τεχνητή Νοημοσύνη και τα ανοικτά δεδομένα.
• Έξυπνο Εργοστάσιο και ψηφιακή ωριμότητα επιχειρήσεων. Η ανάγκη ψηφιακής στρατηγικής σε εθνικό, αλλά και σε επιχειρησιακό επίπεδο αναδεικνύεται ως ιδιαίτερα κρίσιμη παράμετρος για την προσαρμογή στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση, και την επίτευξη του στόχου για 15% της βιομηχανίας στο ΑΕΠ. Η σχετικά χαμηλή θέση της Ελλάδας ως προς την ψηφιακή ωριμότητα των επιχειρήσεων (25η θέση) έχει τις ρίζες της στην εκτεταμένη χρήση ΤΠΕ ξεπερασμένων δυνατοτήτων (πχ 11η θέση στη χρήση λογιστικών συστημάτων και εφαρμογών διαχείρισης της παραγωγής προηγούμενης γενιάς), ενώ η έλλειψη εθνικού σχεδίου για επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες (πχ Cloud, RFID, τεχνητή νοημοσύνη, κτλ) διατηρεί τις επιδόσεις χαμηλά. Η συνεισφορά του κλάδου ΤΠΕ στο ΑΕΠ, στην απασχόληση και στην εξωστρέφεια παραμένει ομοίως περιορισμένη (28η θέση). Η υψηλή εξάρτηση του κλάδου από έργα του δημοσίου τομέα, η απουσία διεθνώς αναγνωρίσιμων προϊόντων, η ελλιπής διασύνδεση με πανεπιστήμια, η απουσία κινήτρων και διάφορα αντικίνητρα στην προσέλκυση επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας είναι καθοριστικοί παράγοντες της υστέρησης. Στόχος πλέον πρέπει να είναι η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού στη βιομηχανία και σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας με: αναβάθμιση ψηφιακών συστημάτων διοίκησης και ελέγχου της παραγωγής, τεχνολογικά εξελιγμένο εξοπλισμό στην παραγωγή, σύγχρονες τεχνολογίες (Big Data Analytics, Internet of Things, Cloud Computing, Artificial Intelligence, Blockchain, Virtual & Augmented Reality, Cybersecurity, digital twins, κτλ), παραγωγή τεχνολογιών ψηφιακού μετασχηματισμού στην Ελλάδα, διασύνδεση της εφοδιαστικής αλυσίδας, εφαρμογές e-commerce, κτλ.
• Σύγχρονες ψηφιακές δεξιότητες. Οι ψηφιακές δεξιότητες αποτελούν καθοριστικό παράγοντα της ανθεκτικότητας και ανταγωνιστικότητας για επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Στη σχετική κατάταξη, η θέση της Ελλάδας παραμένει χαμηλή (27η), όπως και για την ενδο-επιχειρησιακή κατάρτιση (24η). Οι αιτίες αυτού του φαινομένου έχουν αναλυθεί εις βάθος σε προηγούμενα Special Reports του ΣΕΒ και αφορούν κυρίως στην ελλιπή σύνδεση της εκπαίδευσης και κατάρτισης με την αγορά εργασίας, το χαμηλό επίπεδο συνεχιζόμενης κατάρτισης (reskilling/upskilling) και την απουσία μηχανισμού παρακολούθησης και αξιολόγησης των ψηφιακών δεξιοτήτων. Παράλληλα, και στις καθημερινές ψηφιακές δεξιότητες, όπως το e-banking και το ηλεκτρονικό εμπόριο η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά χαμηλά (26η και 18η αντίστοιχα), ενώ σε άλλες, όπως τη συμμετοχή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο (11η). Ζητούμενο παραμένει η ανάπτυξη εθνικού πλάνου δεξιοτήτων για την ψηφιακή οικονομία με προγράμματα εκπαίδευσης, επανεκπαίδευσης, και διά βίου μάθησης στις ψηφιακές τεχνολογίες και την πληροφορική, τη θέσπιση του θεσμού της «μαθητείας» με στόχο τη μεγαλύτερη διασύνδεση μεταξύ αγοράς εργασίας και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, χρηματοδότηση του 15% των διδακτορικών σε θέματα Industry 4.0.
• Εθνικές υποδομές ΤΠΕ: Στις εθνικές υποδομές, αν και υλοποιούνται με γρήγορους ρυθμούς σημαντικές επενδύσεις συνδέσεων υπερ-υψηλής ταχύτητας που θα συμβάλουν καθοριστικά στην επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής Ατζέντας 2025, επειδή και η υπόλοιπη ΕΕ προχωράει σε αντίστοιχες, η προσπάθεια δεν μεταφράζεται σε άνοδο στην κατάταξη. Η βελτίωση της διείσδυσης των ευρωζωνικών δικτύων και η μετάβαση στην εποχή του 5G είναι κρίσιμες προϋποθέσεις για την απαραίτητη τεχνολογική προσαρμογή.
ΣΕΒ και ψηφιακός μετασχηματισμός
Για τον ΣΕΒ, η τεχνολογική προσαρμογή και οι σύγχρονες δεξιότητες συνθέτουν ένα αδιαίρετο μείγμα. Για αυτό, στηρίζει και ενισχύει συστηματικά την αναβάθμιση της ψηφιακής ωριμότητας των επιχειρήσεων και της οικονομίας στην Ελλάδα. Έχοντας υποβάλλει στην κυβέρνηση μια ολοκληρωμένη πρόταση στρατηγικής για τη «Βιομηχανία 4.0» (εδώ) ο ΣΕΒ συνεχίζει με εξειδικευμένες προτάσεις για τη χρηματοδότηση του ψηφιακού και τεχνολογικού μετασχηματισμού και την ενθάρρυνση ψηφιακών επενδύσεων. Επίσης, ενημερώνει συστηματικά τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους για τις προκλήσεις της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, μέσα από εξειδικευμένα εργαστήρια. Τα θέματα που έχουν προγραμματιστεί για το επόμενο τετράμηνο είναι: Κυβερνο-ασφάλεια (στις 25/11), Τεχνητή Νοημοσύνη, Ψηφιακή εμπειρία του πελάτη, Διασυνδεδεμένο δίκτυο εφοδιασμού, Η αξία των δεδομένων, Το μέλλον της εργασίας, Έξυπνες πόλεις. Παράλληλα, συνεχίζονται τα εργαστήρια αναβάθμισης των δεξιοτήτων των στελεχών επιχειρήσεων σε συνεργασία με το ALBA.
Σύνοψη χαρτογράφησης ψηφιακής και τεχνολογικής ωριμότητας
Με βάση το σύνθετο δείκτη SEV Digital Maturity Index 2020 (αφορά μετρήσεις 2019 μέχρι και τις αρχές του 2020), η Ελλάδα καταλαμβάνει την προ-τελευταία θέση στην Ε.Ε. ως προς την ψηφιακή ωριμότητα και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Αν και χαμηλά, έχει ήδη διαπιστωθεί βελτίωση της βαθμολογίας αλλά και της θέσης της Ελλάδας κατά μία θέση κατάταξης σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Οι μετρήσεις του δείκτη DMI είναι πιο σύνθετες και εξειδικευμένες σε σχέση με άλλους δείκτες (πχ DESI, IMD, WEF, κτλ), δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη σύγκριση με τις επιδόσεις χωρών της ΕΕ-28.
Οι βελτιώσεις στο ψηφιακό περιβάλλον της χώρας είναι θετικές, αλλά δεν έχουν ούτε την ταχύτητα ούτε το εύρος της υπόλοιπης ΕΕ, με αποτέλεσμα η χώρα να παραμένει ουραγός στην ψηφιακή οικονομία. Η δημόσια διοίκηση βελτιώνεται (24η) παραμένοντας όμως μακριά από τις επιδόσεις της υπόλοιπης ΕΕ. Οριακές βελτιώσεις (25η) στην «ψηφιακή ωριμότητα επιχειρήσεων», «ψηφιακή ωριμότητα κοινωνίας» και «ψηφιακές δεξιότητες». Στην τελευταία θέση οι «πολιτικές & ρυθμιστικό πλαίσιο».
Βασικά συμπεράσματα της χαρτογράφησης και σύγκριση με την υπόλοιπη ΕΕ-28
1. Επιχειρήσεις. Με εξαίρεση τα λογιστικά συστήματα τύπου ERP (11η θέση) και τα Big Data Analytics (12η), η ενσωμάτωση σύγχρονων ψηφιακών τεχνολογιών στις επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα αργή. Ενδεικτικό παράδειγμα η υιοθέτηση τεχνολογιών Cloud, RFID, ΙοΤ, κτλ όπου η χώρα κατατάσσεται 26η. Το γεγονός αυτό μπορεί να ερμηνευτεί τόσο από την έλλειψη πλήρως αναπτυγμένων ψηφιακών στρατηγικών στην πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, όσο και από την απουσία ενός ευρύτερου εθνικού σχεδίου για την ομαλή, ταχεία και αποτελεσματική μετάβαση στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση.
2. Δημόσια Διοίκηση. H Ελλάδα ανέβηκε τέσσερις θέσεις στην κατάταξη (από 28η σε 24η) με βελτίωση στους περισσότερους δείκτες (πχ ευχρηστία διαθέσιμων ψηφιακών υπηρεσιών από 19η στην 14η, φιλικότητα ψηφιακών υπηρεσιών μέσω κινητών τηλεφώνων από 19η σε 16η). Όμως, παρά τις συνεχείς παρεμβάσεις, παραμένει μακριά από τις επιδόσεις της υπόλοιπης ΕΕ, με μεγάλες καθυστερήσεις στην ψηφιοποίηση διεπαφών με τις επιχειρήσεις, στην ψηφιοποίηση εσωτερικών υποστηρικτικών λειτουργιών (25η), στη διασύνδεση ηλεκτρονικών μητρώων (26η), στην αξιοποίηση ανοικτών δεδομένων, διαθεσιμότητα e-ID (28η), e-Documents (26η), κτλ. Η έλλειψη μακροπρόθεσμης στρατηγικής και οι σημαντικές καθυστερήσεις ή/και ελλείψεις στο σχεδιασμό έργων κομβικής σημασίας αποτελούν την βασική αιτία της χαμηλής κατάταξης.
3. Ρυθμιστικό περιβάλλον. Η Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική υστέρηση (28η θέση, έναντι 27η το 2019), ιδιαίτερα σημαντικό θέμα δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Ειδικότερα, η χώρα έπεσε από την 21η στην 25η θέση στη νομοθεσία για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, στην ανάπτυξη και εφαρμογή τεχνολογιών και στις συνεργασίες μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Σε μεγάλο βαθμό, η υπόλοιπη ΕΕ υλοποιεί μεταρρυθμίσεις ταχύτερα από την Ελλάδα. Πρόσφατες νομοθετήσεις είναι μεν φιλόδοξες αλλά η ταχύτητα πραγματικής εφαρμογής τους (και όχι απλά της ψήφισης) θα κρίνει την αναστροφή της υστέρησης. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι στον πρόσφατο νόμο του Κώδικα Ψηφιακής Διακυβέρνησης (Ν. 4727/2020), εκκρεμούν πάνω από 120 υπουργικές αποφάσεις για την εφαρμογή του.
4. Κλάδος ΤΠΕ. Η συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ και στην απασχόληση (28η), όπως και η εξωστρέφειά του σε όρους εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών (28η), σίγουρα χρήζουν σημαντικής ενίσχυσης. Η υψηλή εξάρτηση του κλάδου ΤΠΕ από έργα του δημοσίου τομέα, η απουσία σαφούς στρατηγικής και ταυτότητας του κλάδου ΤΠΕ, η ελλιπής διασύνδεση πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, το συνεχιζόμενο brain drain και η απουσία κινήτρων / παρουσία αντικινήτρων για προσέλκυση υψηλής προστιθέμενης αξίας επενδύσεων, εκτιμάται ότι αποτελούν βασικά αίτια της κατάστασης αυτής.
5. Υποδομές. Υλοποιούνται με γρήγορους ρυθμούς σημαντικές επενδύσεις ευρυζωνικών συνδέσεων υπερ-υψηλής ταχύτητας, ενισχύεται η ζήτηση μέσω μέτρων της Πολιτείας και προωθούνται έργα ΣΔΙΤ ύψους €870 εκατ. που θα συμβάλουν καθοριστικά στην επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής Ατζέντας 2025. Όμως, και σε αυτή την κατηγορία, η υπόλοιπη ΕΕ υλοποιεί υποδομές με σαφώς ταχύτερους ρυθμούς.
6. Δεξιότητες. Αν και η παραγωγή «ταλέντου» με τη μορφή καταρτισμένων πτυχιούχων ανώτατης εκπαίδευσης βρίσκεται σε ικανοποιητικά επίπεδα (14η θέση), η επίδοση της Ελλάδας σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες ΤΠΕ στις επιχειρήσεις (27η) και την παροχή εκπαίδευσης ΤΠΕ από τις επιχειρήσεις στους εργαζομένους (24η) κυμαίνεται χαμηλά. Η ελλιπής σύνδεση της εκπαίδευσης με τις επιχειρήσεις και την αγορά εργασίας, το χαμηλό επίπεδο της δια βίου μάθησης (κατάρτιση, επανακατάρτιση και αναβάθμιση δεξιοτήτων – reskilling και upskilling) και η απουσία μηχανισμού παρακολούθησης και αξιολόγησης των ψηφιακών δεξιοτήτων στο δημόσιο τομέα είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν για την αντιστροφή του φαινομένου.
7. Κοινωνία. Η Ελλάδα παρουσιάζει χαμηλά επίπεδα ψηφιακής ωριμότητας και στο επίπεδο της κοινωνίας (25η θέση). Αν και η χρήση του διαδικτύου για συγκεκριμένους σκοπούς (π.χ. ενημέρωση, πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δημοσίευση περιεχομένου) παρουσιάζεται ικανοποιητική (11η θέση), σε περισσότερο «σύνθετες» εργασίες όπως η ηλεκτρονικές τραπεζικές συναλλαγές (26η) και οι ηλεκτρονικές αγορές (18η) η Ελληνική κοινωνία κατατάσσεται στο μέσο όρο της ΕΕ.