Στο μέσον της παγκόσμιας κατάταξης και συγκεκριμένα στην 35η θέση ανάμεσα σε 79 χώρες βρίσκεται η Ελλάδα στον Παγκόσμιο Δείκτη Συνδεσιμότητας (Global Connectivity Index - GCI) για το 2020. Η Ελλάδα κατατάσσεται στη δεύτερη κατηγορία των χωρών, τους λεγόμενους “adopters”, με τις καλύτερες επιδόσεις να έχουν οι “frontrunners” και τις χειρότερες οι αποκαλούμενοι “starters”.
Ο Παγκόσμιος Δείκτης Συνδεσιμότητας βαθμολογεί τις επιδόσεις 79 κρατών, παγκοσμίως, εξετάζοντας την ωριμότητα των ΤΠΕ, τις επενδύσεις σε ΤΠΕ και την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας. Οι χώρες με βαθμολογία μεταξύ 65-89 (στην κλίμακα του 120) ανήκουν στους “frontrunners”, εκείνες που συγκεντρώνουν μεταξύ 40 και 64 εντάσσονται στους “adopters”, όπου βρίσκεται και η Ελλάδα, ενώ τα κράτη με βαθμολογία 23-29 στους “starters”.
Το Global Connectivity Index 2020 - που αποτελεί την έβδομη ετήσια έκθεση της Huawei και παρουσιάζει σήμερα ο ΣΕΠΕ - αποδίδει στην Ελλάδα βαθμολογία 52 (στην κλίμακα του 120). Μεταξύ άλλων, ο δείκτης μετρά τις επιδόσεις σε τέσσερις τομείς μείζονος σημασίας (Technology Enablers): ευρυζωνικότητα, cloud, τεχνητή νοημοσύνη, ΙοΤ.
Η Ελλάδα σκοράρει 69 στην ευρυζωνικότητα, όταν ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι 62. Συγκεντρώνει 39 βαθμούς - με μέσο όρο το 42 - στο cloud, έχει σκορ 24 με μέσο όρο το 30 στην τεχνητή νοημοσύνη, ενώ βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο του 40, συγκεντρώνοντας 48 βαθμούς, στο ΙοΤ.
Ελληνικές επιδόσεις
Συνολικά, τα 79 κράτη αξιολογούνται σε τέσσερις πυλώνες: διαθεσιμότητα, ζήτηση, εμπειρία χρήσης και δυναμική, οι οποίοι αναλύονται σε 40 επιμέρους δείκτες. Στη “Διαθεσιμότητα” (επενδύσεις σε ΤΠΕ, οπτικές ίνες, 4G&5G, επενδύσεις σε IoT, Cloud, AI, λογισμικό ασφαλείας), η Ελλάδα βρίσκεται κοντά στον παγκόσμιο μέσο όρο του 41, συγκεντρώνοντας 40 βαθμούς.
Στη “Ζήτηση” (διείσδυση smartphones, συνδρομές mobile και fixed broadband, κατοχή υπολογιστών, μετάβαση στο cloud, συνδέσεις IoT, App downloads, e-Commerce) η Ελλάδα σκοράρει 56, πάνω από τον μέσο όρο του 55.
Στον τομέα “Εμπειρία”, η Ελλάδα συμπορεύεται με τον παγκόσμιο μέσο όρο του 61. Ο συγκεκριμένος πυλώνας περιλαμβάνει μεταξύ άλλων δείκτες, όπως ηλεκτρονική διακυβέρνηση, προσιτότητα σταθερών και κινητών ευρυζωνικών συνδέσεων, εξυπηρέτηση πελατών τηλεπικοινωνιών, ταχύτητα download, IoT analytics, εμπειρία cloud.
Τέλος, στον πυλώνα “Δυναμική”, η Ελλάδα επίσης βρίσκεται ακριβώς στον παγκόσμιο μέσο όρο με βαθμολογία 50. Δείκτες που εξετάζονται είναι η διαθεσιμότητα software developers, δαπάνες για R&D, ανθρώπινο δυναμικό ΙΤ, πατέντες ICT.
Πρωταθλητές κόσμου
Την πρώτη θέση παγκοσμίως στον Global Connectivity Index - GCI καταλαμβάνουν οι ΗΠΑ, με βαθμολογία 87. Τη δεύτερη μοιράζονται η Ελβετία και η Σιγκαπούρη με 81, ενώ ακολουθούν σε μικρή απόσταση η Σουηδία (80), η Δανία (77) και η Φινλανδία (76).
Το “top 10” με τους πρωταθλητές κόσμου συμπληρώνουν η Ολλανδία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ιαπωνία (75 μονάδες για κάθε χώρα) και η Νορβηγία (73). Οι δέκα πρώτες θέσεις της λίστας κυριαρχούνται από ευρωπαϊκά κράτη, αφού οι επτά στις δέκα πρωταθλήτριες χώρες έλκουν την καταγωγή τους από τη Γηραιά Ήπειρο.
Οι adopters
Σύμφωνα με την έκθεση, ο μέσος όρος των οικονομιών Frontrunner, Adopter και Starter έχει αυξηθεί από το 2015. Οι οικονομίες Starters παρουσιάζουν τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης, ακολουθούμενες από τους Adopters και στη συνέχεια τους Frontrunners. Αυτό υποδηλώνει ότι οι οικονομίες Starters καταφέρνουν να φτάσουν τους Adopters και Frontrunners περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τo ψηφιακό κενό.
Η έκθεση 2020 δείχνει, επίσης, ότι οι Starters οικονομίες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στην ευρυζωνική κάλυψη. Η μέση διείσδυση κινητής ευρυζωνικότητας αυξήθηκε πάνω από 2,5 φορές, οι συνδρομές 4G αυξήθηκαν από 1% σε 19% και οι κινητές ευρυζωνικές συνδέσεις τους έγιναν 25% πιο προσιτές.
Αυτά τα επιτεύγματα επέτρεψαν στις οικονομίες των Starters χωρών να προσφέρουν καλύτερες ολοκληρωμένες ψηφιακές υπηρεσίες και να αξιοποιήσουν νέες ευκαιρίες οικονομικής ανάπτυξης. Επιπλέον, οι δαπάνες τους για το ηλεκτρονικό εμπόριο έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 2014 σε πάνω από $2.000 ανά άτομο.
Επενδύσεις στο ΙΤ
Βάσει της έρευνας, η προθυμία των εταιρειών να επενδύσουν στο ΙΤ ποικίλλει ανάλογα με το πού βρίσκονται. Οι οργανισμοί στα Frontrunner και Adopter κράτη δίνουν προτεραιότητα στη διατήρηση των ΙΤ προϋπολογισμών τους σε σχέση με τους προϋπολογισμούς εκτός IT.
Έχουν, επίσης, μειώσει τους ΙΤ προϋπολογισμούς τους κατά 2,5 έως 3,5 φορές λιγότερο απ’ ότι οι οργανισμοί σε άλλες χώρες. Τα κράτη με πιο ώριμη ψηφιακή υποδομή βρίσκονται σε καλύτερη θέση, που τους επιτρέπει να ελαχιστοποιήσουν τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας. Αυτά τα κράτη, σύμφωνα με την έκθεση, θα ανακάμψουν γρηγορότερα και θα διασφαλίσουν τον συνεχή μετασχηματισμό μέσα από προηγμένα μοντέλα παραγωγικότητας.
Πηγή: sepe.gr