Την αντίθεσή της με τις διατάξεις του νομοσχεδίου για την Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, που αφορούν την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων, δημοσιοποίησε στην ιστοσελίδα της η ρυθμιστική αρχή , μέσω υπομνήματος που υποβλήθηκε στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής.
Όπως αναφέρει, «το νομοσχέδιο δια του άρθρου 17 αφαιρεί την ρητή πρόβλεψη ότι η ΕΕΤΤ "ενεργεί ανεξάρτητα και δεν ζητά ούτε λαμβάνει οδηγίες από κανέναν άλλο φορέα" και ταυτόχρονα ορίζει για πρώτη φορά ότι η ΕΕΤΤ "εποπτεύεται από τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων", οδηγώντας έτσι σε κατ' ουσίαν αναίρεση της ανεξαρτησίας της Αρχής».
Επίσης, χαρακτηρίζει ως «καταφανώς αντίθετη στις περί αμεροληψίας των συλλογικών διοικητικών οργάνων διατάξεις» και «στις αρχές της ίσης μεταχείρισης» που διασφαλίζουν το Σύνταγμα, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣ∆Α) την διάταξη που προβλέπει συγκρότηση πειθαρχικού συμβουλίου για τα µέλη της ΕΕΤΤ, «σε αντικατάσταση υφισταμένου και επί θητεία ήδη συγκροτηθέντος».
Ακόμη, η ΕΕΤΤ σημειώνει ότι «η θεσμοθέτηση στο άρθρο 18 πειθαρχικών παραβάσεων το περιεχόμενο των οποίων προσδιορίζεται δια ευρείας ή αόριστης αξιολογικού τύπου διατύπωσης εγείρει ζήτημα ασφάλειας δικαίου και νομιμότητας».
Στο μεταξύ, η ρυθμιστική αρχή αναφέρεται σε τέσσερα σημεία του νομοσχεδίου, που είχε επισημάνει στην δημόσια διαβούλευση, αλλά δεν ελήφθησαν υπόψη. Αυτά είναι:
«Σύμφωνα µε το δίκαιο της ΕΕ και τη νομολογία του ∆ΕΚ, όταν το Κράτος έχει στον διοικητικό του έλεγχο δίκτυα που παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι κανονιστικές αρμοδιότητες πρέπει να ανατίθενται σε ανεξάρτητο φορέα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να διερευνηθεί κατά πόσο είναι συμβατό µε το ευρωπαϊκό δίκαιο το Υπουργείο να έχει την αρμοδιότητα διαμόρφωσης του Χάρτη Συχνοτήτων, να έχει την αρμοδιότητα να ανακαλεί ή να τροποποιεί χορηγηθέντα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων (εφόσον δεν μεταφέρουν τουλάχιστον 4 προγράμματα για 4 μήνες όπως αναφέρεται στο σχέδιο νόμου) ενώ ταυτόχρονα την ίδια στιγµή θα ελέγχει ένα από τα δίκτυα που θα παρέχουν υπηρεσίες στην εν λόγω αγορά όπως αυτό της ΕΡΤnet Α.Ε» τονίζει.
«Η πρόβλεψη του άρθρου 19 για αφαίρεση πολυπλέκτη εφόσον δεν χρησιμοποιείται πλήρως έρχεται σε σύγκρουση µε τους όρους και τις υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί στα δικαιώματα που χορηγήθηκαν µέσω της διαγωνιστικής διαδικασίας. Στην συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να διερευνηθεί η τυχόν έγερση αξιώσεων αποζημιώσεων από τον πάροχο δικτύου» επισημαίνει η ΕΕΤΤ.
«Σε περίπτωση που η Πολιτεία αφαιρέσει πολυπλέκτη από τον υφιστάμενο πάροχο λόγω µη χρησιμοποίησής του, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει και στην απονομή του λεγόμενου ψηφιακού µερίσματος ΙΙ, δηλαδή του φάσματος των 700 MHz, µε απελευθέρωση συχνοτήτων από την ψηφιακή τηλεόραση και την παροχή προς χρήση σε υπηρεσίες κινητής ευρυζωνικότητας 4G αποδίδοντας σημαντικά έσοδα στο κράτος. Αυτή η δυνατότητα προβλέπεται ρητά στο δικαίωμα που χορηγήθηκε στον υφιστάμενο πάροχο δικτύου. Ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (RSPG Opinion on the future use of UHF band in the EU) κατευθύνεται σε οδηγία, έτσι ώστε όλα τα κράτη µέλη έως το 2020 να έχουν εκχωρήσει το εν λόγω φάσμα για δίκτυα 4G» παρατηρεί η ΕΕΤΤ.
«Αντίθετα, αν η αφαίρεση πολυπλέκτη γίνεται για να εκχωρηθεί το αφαιρούμενο φάσμα σε νέο δίκτυο ευρυεκπομπής, θα πρέπει να ορισθούν από τώρα οι διαδικασίες µε τις οποίες θα βρεθεί το αναγκαίο φάσμα μεταξύ των δύο παρόχων ευρυεκπομπής ώστε να µην θιγεί το δημόσιο συμφέρον της έγκαιρης απόδοσης του μερίσµατος ΙΙ» συνεχίζει.
«Σε περίπτωση που η νέα ΕΡΤnet ΑΕ λάβει υποδομές και φάσμα από το Κράτος, καθώς θα είναι ανταγωνιστική άλλων δικτύων επίγειας ψηφιακής ευρυεκποµπής, θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι οι διατάξεις του Άρθρου 16 του νοµοσχεδίου, δεν εγείρουν θέματα παράνομης κρατικής ενίσχυσης και ότι ακολουθείται η προβλεπόμενη διαδικασία από την ΕΕ εφόσον τίθεται θέμα εφαρμογής της» καταλήγει η ΕΕΤΤ.