H EMC Corporation παρουσίασε τα αποτελέσματα της πιο πρόσφατης μελέτης της IDC για το Ψηφιακό Σύμπαν (Digital Universe), και ειδικότερα για τις ευκαιρίες και την αξία που δημιουργεί το Ίντερνετ των Πραγμάτων (Internet of Things). Η γνωστή εταιρεία έρευνας και ανάλυσης, η οποία πραγματοποίησε φέτος τη - μοναδική στον κόσμο - μελέτη της για έβδομη χρονιά, είχε στόχο να εκτιμήσει τον όγκο των δεδομένων που παράγονται σε ετήσια βάση και παράλληλα να κάνει και μία πρόβλεψη σε σχέση με το πώς αναμένεται να διαμορφωθεί η τάση αυτή στο μέλλον.
Η φετινή μελέτη, με τίτλο “The Digital Universe of Opportunities: Rich Data and the Increasing Value of the Internet of Things”, εστιάζει στο πώς οι τεχνολογίες ασύρματων επικοινωνιών, οι έξυπνες συσκευές και οι software-defined επιχειρήσεις συμβάλλουν αποφασιστικά στην εκτόξευση του όγκου των δεδομένων, σε παγκόσμιο επίπεδο. Εξαιτίας, ως ένα βαθμό, του Ίντερνετ των Πραγμάτων, το μέγεθος του ψηφιακού σύμπαντος διπλασιάζεται κάθε δύο χρόνια, ενώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, μέχρι το 2020 αναμένεται να είναι 10 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο μέγεθος του 2013 – από τα 4.4 στα 44 τρισεκατομμύρια gigabytes.
Και για να καταλάβουμε καλύτερα τις αναλογίες,:
•Σήμερα, ο όγκος των πληροφοριών που υπάρχουν στο ψηφιακό σύμπαν θα γέμιζε μια στοίβα* iPad Air ύψους 253.704 χιλιομέτρων, ή αλλιώς τα 2/3 της απόστασης ανάμεσα στη γη και τη σελήνη. Μέχρι το 2020, θα υπάρχουν 6.6 τέτοιες στοίβες.
•Σήμερα, το μέσο νοικοκυριό παράγει data τα οποία είναι αρκετά για να γεμίζουν 65 iPhones (32gb) το χρόνο. Το 2020, ο αριθμός αυτός θα φτάσει τα 318 iPhones.
•Σήμερα, εάν ένα byte ισοδυναμούσε με ένα γαλόνι νερό, θα αρκούσαν μόλις 10 δευτερόλεπτα για να γεμίσει ένα κανονικό σπίτι με νερό. Το 2020, η ίδια διαδικασία θα χρειαζόταν μόνο 2 δευτερόλεπτα.
Το Ίντερνετ των Πραγμάτων απαρτίζεται από δισεκατομμύρια αντικείμενα καθημερινής χρήσης, τα οποία διαθέτουν μία μοναδική ταυτότητα και έχουν την ικανότητα να καταγράφουν, να μεταδίδουν και να λαμβάνουν δεδομένα, αυτόματα. Όπως, για παράδειγμα, ένας αισθητήρας στο παπούτσι μας, ο οποίος καταγράφει την ταχύτητα με την οποία τρέχουμε ή μια γέφυρα που συγκεντρώνει πληροφορίες σχετικά με το κυκλοφοριακό φορτίο. Σύμφωνα με την IDC, ο αριθμός των συσκευών που μπορούν να συνδεθούν στο Ίντερνετ πλησιάζει σήμερα τα 200 δισεκατομμύρια, με το 7% από αυτές (ή αλλιώς, 14 δισεκατομμύρια) να είναι ήδη συνδεδεμένες και να μπορούν να επικοινωνούν μέσω διαδικτύου. Τα δεδομένα από τις δικτυωμένες συσκευές αντιπροσωπεύουν σήμερα το 2%, σχεδόν, του όγκου των πληροφοριών σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις της IDC, μέχρι το 2020 το πλήθος των συσκευών που θα έχουν σύνδεση στο διαδίκτυο θα έχει φτάσει τα 32 δισεκατομμύρια, αντιπροσωπεύοντας το 10% των data που παράγονται παγκοσμίως.
Το Ίντερνετ των Πραγμάτων επηρεάζει και των όγκο των «χρήσιμων πληροφοριών» – δηλαδή των δεδομένων που μπορούν να υποβληθούν σε ανάλυση - στο εσωτερικό του ψηφιακού σύμπαντος. Το 2013, μόνο το 22% των πληροφοριών του ψηφιακού σύμπαντος θεωρήθηκε αξιοποιήσιμο, ενώ το ποσοστό των δεδομένων που αναλύθηκαν στην πράξη ήταν μικρότερο από 5%, αφήνοντας έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών να αποτελεί τη ‘μαύρη ύλη’ του ψηφιακού σύμπαντος. Μέχρι το 2020, και χάρη στην ανάπτυξη του Ίντερνετ των Πραγμάτων, περισσότερο από το 35% του συνόλου των δεδομένων θα θεωρούνται χρήσιμα, όμως το ποσοστό αυτών που τελικά θα αξιοποιηθούν αποτελεί θέμα των επιχειρήσεων.
Σε μία τέτοια περίπτωση θα αναδειχθούν ριζοσπαστικά νέοι τρόποι για την επικοινωνία με τους πελάτες, για την απλοποίηση των business cycles και τη μείωση των λειτουργικών δαπανών των επιχειρήσεων, δημιουργώντας ευκαιρίες αξίας πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί τεράστια πρόκληση για τις επιχειρήσεις η προσπάθεια να διαχειριστούν, να αποθηκεύσουν και να προστατεύσουν έναν τόσο μεγάλο όγκο πληροφοριών κάθε τύπου. Για παράδειγμα, η IDC υπολογίζει ότι το 40% των δεδομένων που βρίσκονται στο ψηφιακό σύμπαν, χρειάζονται κάποιο επίπεδο ασφαλείας, από την απλή προστασία προσωπικών δεδομένων μέχρι την πλήρη κρυπτογράφηση. Παρόλα αυτά, μόλις τα μισά, δηλαδή το 20%, προστατεύονται στην πράξη.
Άλλα κύρια ευρήματα της μελέτης:
•Οι αναδυόμενες αγορές παράγουν περισσότερα δεδομένα: Αυτή τη στιγμή, το 60% των δεδομένων του ψηφιακού σύμπαντος προέρχεται από ώριμες αγορές όπως η Γερμανία, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ, όμως μέχρι το 2020 η κατάσταση θα αντιστραφεί και αναδυόμενες αγορές όπως η Βραζιλία, η Κίνα, η Ινδία, το Μεξικό και η Ρωσία θα παράγουν το μεγαλύτερο ποσοστό των data.
•Ο ρυθμός αύξησης των data ξεπερνά τον αντίστοιχο του storage: Σε παγκόσμιο επίπεδο, η χωρητικότητα που είναι διαθέσιμη για την αποθήκευση δεδομένων αναπτύσσεται με ρυθμό μικρότερο από το ρυθμό αύξησης του ψηφιακού σύμπαντος. Το 2013, η διαθέσιμη χωρητικότητα θα επαρκούσε για την αποθήκευση μόλις του 33% του ψηφιακού σύμπαντος. Ευτυχώς, το μεγαλύτερο ποσοστό των δεδομένων έχει προσωρινό χαρακτήρα (π.χ. streaming από το Netflix ή το Hulu, διαδραστικά παιχνίδια μεταξύ κατόχων Xbox ONE, εκπομπές ψηφιακής TV κλπ.), πράγμα που σημαίνει ότι δεν απαιτείται η αποθήκευση τους.
•Το ποσοστό των data που θα έχουν σχέση με το cloud θα διπλασιαστεί: Το 2013, λιγότερο από το 20% των data του ψηφιακού σύμπαντος “ακουμπούσε” σε υποδομές cloud. Μέχρι το 2020, το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 40%.
•Οι καταναλωτές παράγουν data αλλά η ευθύνη γι αυτά ανήκει στις επιχειρήσεις: Τα δύο τρίτα των δεδομένων στο ψηφιακό σύμπαν δημιουργούνται από τους καταναλωτές ή τους υπαλλήλους των επιχειρήσεων, όμως παρόλα αυτά οι επιχειρήσεις ενέχουν νομική ευθύνη για το 85% του ψηφιακού σύμπαντος.