Στον Αυστριακό γιατρό Κάρλ Λαντστάινερ (Karl Landsteiner), ο οποίος τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1930 για τη συστηματοποίηση των ομάδων αίματος, αφιερώνει το σημερινό της doodle η Google, με αφορμή τη συμπλήρωση 148 χρόνων από τη γέννησή του.
Εξάλλου, σήμερα Τρίτη 14 Ιουνίου γιορτάζεται και η Παγκόσμια Ημέρα Εθελοντή Αιμοδότη, στη μνήμη του Αυστριακού γιατρού.
Ο Λαντστάινερ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1868 και, τελειώνοντας στο σχολείο, εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης, από όπου απεφοίτησε το 1891.
Από τα φοιτητικά του χρόνια είχε αρχίσει να κάνει βιοχημικές έρευνες και το έτος της αποφοίτησής του δημοσίευσε μια εργασία σχετικά με την επίδραση των διαιτών στη σύσταση του αίματος.
Θέλοντας να αποκτήσει επιπλέον γνώσεις στη χημεία, πέρασε την επόμενη πενταετία στα εργαστήρια Hantzsch στη Ζυρίχη, του καθηγητή Εμίλ Φίσερ στο Βίρτσμπουργκ και του καθηγητή Μπαμπέργκερ στο Μόναχο.
Το 1896 ο Λαντστάινερ επέστρεψε στη Βιέννη και άρχισε εκ νέου τις μελέτες του στο Γενικό Νοσοκομείο της πόλης, ως βοηθός του δρ. Μαξ φον Γκρούμπερ, ο οποίος ήταν γνωστός για τη δημιουργία της ορολογικής δοκιμασίας για τη διάγνωση του τυφοειδούς πυρετού.
Υπό την καθοδήγηση του Γκρούμπερ, το ενδιαφέρον του Λαντστάινερ για τους ανοσοποιητικούς μηχανισμούς και τη φύση των αντισωμάτων έγινε ακόμα πιο έντονο και σύντομα δημοσίευσε τα πρώτα του άρθρα σχετικά με την ανοσία και την οροσυγκόλληση.
Το 1897 ο Λαντστάινερ έγινε βοηθός του Πανεπιστημιακού τμήματος Παθολογοανατομίας της Βιέννης, υπό τον καθηγητή Άντον Βάιχσελμπαουμ. Το 1908 έλαβε τη θέση του Παθολογοανατόμου στο Wilhelminaspital της Βιέννης και το 1911 έγινε καθηγητής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης
Στις 10 Δεκεμβρίου 1930 ο Λαντστάινερ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής για την προσφορά του στην αναγνώριση των ομάδων αίματος, εργασία την οποία είχε δημοσιεύσει το 1901, ενώ το 1939 του δόθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Καθηγητή στο Ίδρυμα Ροκφέλλερ.
Ο Λαντστάινερ είχε δημοσιεύσει μια εργασία σχετικά με τη συγκόλληση των αιμοσφαιρίων κατά τις μεταγγίσεις αίματος. Ως τότε, οι μεταγγίσεις αίματος γίνονταν με αμφίβολα αποτελέσματα.
Ο Αυστριακός γιατρός κατέδειξε ότι υπάρχουν μικρές διαφορές στις πρωτεΐνες του αίματος διαφορετικών ατόμων. Γνώριζε ήδη ότι αν ο ορός (πλάσμα) του αίματος ενός είδους αναμιγνυόταν με ερυθροκύτταρα άλλου είδους, επερχόταν συγκόλλησή τους.
Μετά από πολύχρονες έρευνες, προσδιόρισε το 1941 τον μηχανισμό τον παράγοντα Ρέζους.