Τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα "Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών" (Information & Communication Technologies/ICT) του 7ου Προγράμματος Πλαίσιο για την Έρευνα της ΕΕ την περίοδο 2007-2013, παρουσιάζει νέα μελέτη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης οι ελληνικές ερευνητικές ομάδες συμμετείχαν σε 591 έργα (με κοινοτική χρηματοδότηση 330,42 εκατ. ευρώ), δηλαδή στο 25,7% των συνολικών έργων που χρηματοδοτήθηκαν. Το μέσο ποσοστό επιτυχίας για τις προτάσεις με ελληνική συμμετοχή διαμορφώθηκε στο 13,2%, τοποθετώντας την Ελλάδα στη 12η θέση στο σύνολο των 28 κρατών μελών της ΕΕ.
Στην έκδοση, η οποία διατίθεται online στη διεύθυνση http://metrics.ekt.gr/el/node/171, παρουσιάζονται, μεταξύ άλλων, αναλυτικά στοιχεία για την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, την γεωγραφική κατανομή των πόρων, τη θέση της χώρας σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, τη δικτύωση των ελληνικών φορέων, τη συμμετοχή των ελληνικών περιφερειών, καθώς και τα έργα στα οποία υπάρχει ελληνική συμμετοχή, και ειδικότερα αυτά που συντονίζονται από ελληνικές ερευνητικές ομάδες.
Οι Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) αποτελούν ένα εργαλείο που διαδραματίζει πλέον κομβικό ρόλο σε κάθε δραστηριότητα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και υποστηρίζουν οριζόντια όλες τις επιστήμες. Η αριστεία στην έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη που προωθείται ως βασική συνιστώσα στα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα θέτει τις βάσεις και τις προϋποθέσεις για την καινοτομία, την ανταγωνιστικότητα και την ευημερία και είναι άρρηκτα συνυφασμένες με την περαιτέρω πολιτισμική ανάπτυξη και την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών. Οι επενδύσεις στην έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη πολλαπλασιάζουν σημαντικά την ισχύ της οικονομίας.
To πρόγραμμα "ICT - Information and Communication Technologies", ένα από τα ανταγωνιστικότερα και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο από πλευράς προϋπολογισμού χρηματοδοτικό πρόγραμμα στο 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο της ΕΕ για την έρευνα, διέθεσε συνολικά 7,7 δισεκατομμύρια ευρώ για τη συγχρηματοδότηση 2.298 έργων σε 6.551 οργανισμούς από 120 χώρες κατά την περίοδο 2007 - 2013.
Η Ελλάδα διατηρεί διαχρονικά υψηλά το ενδιαφέρον και το ποσοστό συμμετοχής της στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, συμμετέχοντας με φορείς που εντάσσονται σε όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας των ΤΠΕ στον ιδιωτικό και ευρύτερο δημόσιο τομέα: Ακαδημαϊκά Ιδρύματα, Ερευνητικά Ινστιτούτα, Βιομηχανία, Επιχειρήσεις, Συλλογικοί φορείς.
Η χρηματοδότηση για έρευνα στις ΤΠΕ στήριξε την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα σε ένα ευρύ φάσμα επιστημονικών κλάδων. Η ελληνική συμμετοχή σε 591 έργα, δηλαδή στο 25,7% των συνολικών έργων που χρηματοδοτήθηκαν, ήταν ιδιαίτερα σημαντική και συνεισέφερε σε αυτή την κατεύθυνση. Το μέσο ποσοστό επιτυχίας για τις προτάσεις με ελληνική συμμετοχή διαμορφώθηκε στο 13,2%, τοποθετώντας την Ελλάδα στη 12η θέση, στο σύνολο των 28 κρατών μελών της ΕΕ.
Ο συνολικός προϋπολογισμός των ελληνικών οργανισμών που συμμετέχουν στα έργα αυτά είναι 446,78 εκατ. ευρώ και η κοινοτική χρηματοδότηση 330,42 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 4,3% της συνολικής χρηματοδότησης της ΕΕ. Σημειώνεται ότι η ελληνική συμμετοχή ανέρχεται διαχρονικά στο επίπεδο του 4,2%, από το 6ο Πρόγραμμα Πλαίσιο.
Οι τρεις κύριοι θεματικοί άξονες που συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον των Ελλήνων ήταν: α) Ανοικτές και ασφαλείς υποδομές δικτύων και υπηρεσιών (100,2 εκατ. ευρώ), β) ΤΠΕ για την Υγεία, την ευγηρία, ενσωμάτωση και διακυβέρνηση (54,8 εκατ. ευρώ), γ) ΤΠΕ για Εναλλακτικές διαδρομές για Εξαρτήματα και Συστήματα (41,3 εκατ. ευρώ).
Η κοινοτική χρηματοδότηση κατευθύνθηκε κατά κύριο λόγο στα ερευνητικά κέντρα και τα ΑΕΙ, τα οποία συνολικά απορρόφησαν το 75,6% της χρηματοδότησης, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (56,8%). Παρόλα αυτά, η συμμετοχή των ελληνικών ιδιωτικών φορέων στα εγκεκριμένα έργα φθάνει το 32,6% του αριθμού των ελληνικών συμμετοχών. Αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλη την αναλογικά μικρότερη απορρόφηση κονδυλίων από τον ιδιωτικό τομέα (23,9%), η συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αυξήθηκε σημαντικά και απορρόφησαν το 15,4% του συνολικού προϋπολογισμού των εγκεκριμένων έργων, κυμαινόμενη στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Αναφορικά με τη γεωγραφική διάσταση, το μεγαλύτερο ποσοστό της χρηματοδότησης (57,12%) απορροφήθηκε από την Περιφέρεια Αττικής, το 18,52% από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, το 12,96% από την Περιφέρεια Κρήτης και το 6,68% από την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας.
Η συμμετοχή ελληνικών οργανισμών στο παραπάνω πλαίσιο του προγράμματος ICT έχει συμβάλει σημαντικά στη(ν):
•Δικτύωση των ελληνικών φορέων με πρωτοπόρους οργανισμούς εντός και εκτός Ευρώπης,
•Πρόσβαση σε νέα εργαλεία, μεθόδους και μοντέλα που σχετίζονται με νέες τεχνολογίες
•Χρηματοδότηση της ελληνικής έρευνας, αναβάθμιση των ερευνητικών υποδομών, κατάρτιση του ερευνητικού δυναμικού της χώρας
•Δημιουργία νέων θέσεων εργασίας
•Αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων με στόχο την ανάπτυξη.
H επιτυχία του προγράμματος ICT στο 7ο ΠΠ αποτέλεσε την κύρια αιτία για τη διευρυμένη χρηματοδότηση των Τεχνολογιών Πληροφορίας & Επικοινωνιών με μία ολοκληρωμένη και συμπληρωματική προσέγγιση, μέσα από όλους τους πυλώνες χρηματοδότησης του Ορίζοντα 2020, που είναι το νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της ΕΕ για την έρευνα και καινοτομία την περίοδο 2014-2020.
Η μελέτη "Η συμμετοχή της Ελλάδας στο Πρόγραμμα FP7-ICT, Τεχνολογίες Πληροφορίας & Επικοινωνιών, 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο 2007-2013" εντάσσεται στη σειρά εκδόσεων (Intelligence Reports) του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης με αξιόπιστα στοιχεία και δείκτες που απορρέουν από τις δράσεις του ως Εθνικό Σημείο Επαφής για το 7ο ΠΠ. Ανταποκρίνεται, δε, στο θεσμικό του ρόλο για τη συλλογή, οργάνωση και διάθεση επιστημονικής πληροφορίας και περιεχομένου και την απεικόνιση με δείκτες της ελληνικής επιστημονικής και ερευνητικής δραστηριότητας (http://metrics.ekt.gr).
Η μελέτη βασίζεται σε στοιχεία που συγκέντρωσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης στο πλαίσιο της λειτουργίας του ως Εθνικό Σημείο Επαφής για το πρόγραμμα ICT στο 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την έρευνα της ΕΕ, καθώς και σε έγγραφα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στοιχεία από την κοινοτική υπηρεσία της CORDIS και τη βάση δεδομένων e-CORDA. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συνεισφορά των ελληνικών οργανισμών που συμμετέχουν σε έργα.