Για αυξητικές τάσεις στην παγκόσμια αγορά των wearables, των συσκευών δηλαδή που φοριούνται, κάνει λόγο η IDC καθώς οι πωλήσεις των προϊόντων της συγκεκριμένης κατηγορίας παρουσίασαν αύξηση 17,9% στο 1ο τρίμηνο του 2017 με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν στα 24,7 εκατ. τεμάχια από 20,9 εκατ. τεμάχια που είχαν φθάσει στο αντίστοιχο τρίμηνο του 2016.
Σύμφωνα με την IDC, πρακτικά, αυτήν την περίοδο βρισκόμαστε στην πρώτη φάση ανάπτυξης της παγκόσμιας αγοράς των wearables, όπου οι κατασκευαστές προσπαθούν να πείσουν τους καταναλωτές να αρχίσουν να χρησιμοποιούν μία τέτοια συσκευή. Η δεύτερη φάση θα έχει σχέση περισσότερο με την αξιοποίηση των δεδομένων που θα συγκεντρώνονται για κάθε χρήστη.
Μία ενδιαφέρουσα εξέλιξη, πάντως, είναι η αλλαγή στην κατάταξη των κατασκευαστών, καθώς Xiaomi και Apple ξεπέρασαν τη Fitbit. Συγκεκριμένα, στην πρώτη θέση βρέθηκε η Xiaomi με την κινεζική εταιρεία να βλέπει τις πωλήσεις της να φθάνουν στα 3,6 εκατ. Τεμάχια, που της έδωσαν μερίδιο της τάξεως του 14,7%, παρά το γεγονός ότι οι πωλήσεις ήταν κατά 3,3% χαμηλότερες από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016. Στα ίδια επίπεδα (περίπου 3,6 εκατ. τεμάχια) και με μερίδιο 14,6% ήταν και οι πωλήσεις της Apple που βρέθηκε στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας αγοράς, καθώς παρουσίασε αύξηση 64,1% στα “έξυπνα” ρολόγια που διέθεσε.
Στην τρίτη - από την πρώτη - θέση βρέθηκε η Fitbit με πωλήσεις 3 εκατ. τεμαχίων (μερίδιο 12,3%), αλλά και πτώση 37,7% σε σχέση με πριν από ένα χρόνο. Ο ανταγωνισμός στο χώρο των smartbands που απευθύνονται σε όσους γυμνάζονται είναι πλέον ιδιαίτερα έντονος και γι’ αυτό οι αναλυτές αναμένουν από τη Fitbit να επεκταθεί στο χώρο των smart watches.
Η ανερχόμενη δύναμη είναι η Samsung, οι πωλήσεις των wearable προϊόντων της οποίας αυξήθηκαν κατά 90,8% στα 1,4 εκατ. Τεμάχια, με την κορεατική εταιρεία να αποσπά μερίδιο της τάξεως του 5,5% και να δείχνει ότι η στρατηγική επέκτασης και σε άλλες υποκατηγορίες πέραν των “έξυπνων” ρολογιών δείχνει να αποδίδει.
Την πεντάδα κλείνει η Garmin με πωλήσεις 1,1 εκατ. τεμαχίων (στα ίδια επίπεδα με πέρσι) και μερίδιο που έφθασε στο 4,6%. Πάντως, είναι αξιοσημείωτο ότι οι υπόλοιποι “παίκτες” συγκεντρώνουν ένα συνολικό μερίδιο της τάξεως του 48,2%, το οποίο, μάλιστα, εμφανίζεται ενισχυμένο σε σχέση με το 43,9% πριν από ένα χρόνο και δείχνει ότι ο ανταγωνισμός αναμένεται να ενταθεί, όπως και ότι θα δούμε κι άλλους κατασκευαστές να ενισχύονται.