Οι millennials βρίσκονται στο προσκήνιο των εξελίξεων αναλαμβάνοντας τα ηνία από τις προηγούμενες γενιές σε όλους τους τομείς. Ειδικά σε ό,τι αφορά τη βιομηχανία της κυβερνοασφάλειας, η συγκεκριμένη δημογραφική ομάδα αναμένεται να διαμορφώσει ένα εντελώς νέο σκηνικό. Σύμφωνα με σχετικές προβλέψεις, έως το 2022, η διαφορά μεταξύ των προσφερόμενων θέσεων εργασίας στον τομέα της ασφάλειας πληροφοριών και των κατάλληλα καταρτισμένων εργαζομένων θα έχει διευρυνθεί στα 1,8 εκατομμύρια. Αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτές τις θέσεις θα τις καλύψουν millennials, γίνεται εύκολα αντιληπτό το πόσο πρόκειται η γενιά αυτή να επηρεάσει το χώρο της κυβερνοασφάλειας.
Το «χάσμα» σε επίπεδο δεξιοτήτων αποτελεί κατά την ESET το πρώτο από τα χαρακτηριστικά που θα οδηγήσει σε ένα νέο τοπίο. Σύμφωνα με τον Stephen Cobb, senior security researcher της εταιρίας, υπάρχει αυξανόμενη ζήτηση για δεξιότητες κυβερνοασφάλειας λόγω της αύξησης του κυβερνοεγκλήματος. Ωστόσο, απουσιάζει ο αντίστοιχος «ενθουσιασμός» που διέθεταν οι προηγούμενες γενιές για τη διατήρηση και την ασφάλεια των υφιστάμενων συστημάτων. Σύμφωνα με τον Cobb «πολλοί από τους σημερινούς σπουδαστές της IT ασφάλειας θεωρούν την ανταμοιβή για τη δημιουργία της τεχνολογίας του αύριο πιο ελκυστική από το καθήκον για τη διαφύλαξη της τεχνολογίας του χθες». Προς τη γεφύρωση του χάσματος αυτού θα συντελέσουν οι εκστρατείες malware, όπως το πρόσφατο Wannacry, οι οποίες, λόγω της εμβέλειας και της επιρροής τους, καθιστούν επιτακτική την εξεύρεση των καλύτερων λύσεων για τη διατήρηση της ασφάλειας πληροφορίων.
Οι millennials φαίνεται επίσης να διαμορφώνουν ένα λιγότερο διαφοροποιημένο εργατικό δυναμικό. Σύμφωνα με έρευνα του CCE (Center for Cybersafety and Education) το 78% των baby boomers στη βιομηχανία κυβερνοασφάλειας χαρακτηρίζονται ως «Καυκάσιοι», ενώ στους millennials το ποσοστό είναι μόνο 65%. Ενθαρρύνοντας άτομα κάθε προέλευσης να επιλέξουν την ασφάλεια των πληροφοριών ως σταδιοδρομία αποτελεί ένα μέσο για να μπορέσει ο ρυθμός απασχόλησης να διατηρηθεί σε ισορροπία με το ρυθμό συνταξιοδότησης, σε ένα τομέα που η ζήτηση για επαγγελματίες αυξάνεται 12 φορές ταχύτερα από ό, τι στη συνολική αγορά εργασίας. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνα των Raytheon και NCSA το 2014, το 67% των ανδρών και το 77% των γυναικών στις ΗΠΑ δήλωσαν ότι κανένας καθηγητής λυκείου ή σύμβουλος καριέρας δεν αναφέρθηκε ποτέ στην προοπτική μιας καριέρας στον κυβερνοχώρο.
Η έρευνα της CCE αναδεικνύει και ένα άλλο σημαντικό στοιχείο για τους millennials, ότι είναι θετικοί και δεκτικοί στην αλλαγή. Ενδιαφέρονται για προγράμματα κατάρτισης, mentoring μεταξύ έμπειρων και νεότερων εργαζομένων και ευέλικτες συνθήκες εργασίας. Ερωτηθέντες για τις επιδόσεις της εταιρίας τους ένα χρόνο μετά από περιστατικό παραβίασης ασφαλείας, το 58% των millennials εμφανίστηκε αισιόδοξο συγκριτικά με το 48% των baby boomers. Επίσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Raytheon οι millennials προτιμούσαν θέσεις εργασίας με υψηλές αμοιβές, εξειδίκευση και πολυμορφία σε εταιρίες στις οποίες πιστεύουν, καθιστώντας τις οικονομικές απολαβές και την ακεραιότητα εξίσου σημαντικές.
Η ίδια έρευνα αποκάλυψε ότι για το 37% των millennials είναι πλέον πιθανότερο να επιλέξει μια σταδιοδρομία στον κυβερνοχώρο από ό, τι πριν από ένα χρόνο. Το γεγονός αυτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι συνέβη σε ένα περιβάλλον με σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις γενιές ως προς το ταλέντο, τον ενθουσιασμό και το ενδιαφέρον για την ασφάλεια των πληροφοριών, καθιστά ακόμη πιο ενδιαφέρουσα την αναμονή για το μέλλον του κλάδου της κυβερνοασφάλειας.