Αυξημένη συνολικά κατά 30% -σε σχέση με πέρυσι- είναι φέτος η έλευση ξένων αυτοκινούμενων τροχόσπιτων στη Βόρεια Ελλάδα. Η αύξηση των προερχόμενων από Τουρκία οχημάτων είναι μεγαλύτερη του 20%, ενώ σημαντικά αυξημένες είναι και οι αφίξεις από τις χώρες των Βαλκανίων.
«Μιλάμε πραγματικά για επιδρομή», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αντώνης Ζαμπέτας, από την ομώνυμη εταιρεία στη Θεσσαλονίκη, που εισάγει αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και δραστηριοποιείται και στην αγορά του κάμπινγκ, χαρακτηρίζοντας την αύξηση από Τουρκία πρωτοφανή.
Οι αφίξεις των βορειοευρωπαίων ωστόσο, είναι μειωμένες κατά τουλάχιστον 15% σε σχέση πέρυσι, εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων στις χώρες τους και της σημαντικής ανατίμησης των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων.
Υψηλά στις προτιμήσεις των ξένων επισκεπτών αυτοκινούμενου τροχόσπιτου στη Βόρεια Ελλάδα, βρίσκεται σύμφωνα με τον ίδιο η Χαλκιδική, στην οποία κατευθύνεται το 50% του συνόλου, ενώ ποσοστό 30% «ψηφίζει» Πιερία και ένα 20% «παίρνει τα βουνά» κυρίως προς την Πίνδο. Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, χρόνο με τον χρόνο ολοένα και αυξάνουν αυτοί που αναζητούν τη δροσιά στη φύση εν μέσω θέρους, γεγονός που υπό προϋποθέσεις μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην «πολυπόθητη επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου στη χώρα μας», όπως τόνισε.
Συνολικά στην ΕΕ και με βάση τα επίσημα στοιχεία του European Caravan Federation (ECF), υπάρχουν 2,8 εκατ. αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και 3,8 εκατ. τροχόσπιτα και ο τζίρος της συγκεκριμένης αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων κάμπινγκ και του εξοπλισμού και των ανταλλακτικών της, ανήλθε το 2022 στα 120 δισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το εθνικό ακαθάριστο προϊόν της Ελλάδας. «Με ανέξοδες, ή έστω πολύ χαμηλού κόστους ενέργειες και επενδύσεις, αλλά με ισχυρή πολιτική βούληση, ο κλάδος του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην εθνική μας οικονομία και να λειτουργήσει καθοριστικά για την πραγματοποίηση του 12μηνου τουρισμού στην Ελλάδα».
Στην Ελλάδα, όπως υπενθύμισε ο κ. Ζαμπέτας, με τη σημαντική μείωση του φόρου εισαγωγής για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, κατά 75%, από 20.000 ευρώ σε περίπου 2.000-3.500 ευρώ για ένα μεταχειρισμένο και σε περί τα 5.000 ευρώ για ένα καινούριο «από τον Ιανουάριο του 2021 μέχρι και σήμερα, έχουν εισαχθεί και ταξινομηθεί στην Ελλάδα 250 νέα αυτοκινούμενα, όταν πρωτύτερα ο κλάδος παρέμενε στάσιμος».
Ο κ. Ζαμπέτας εξέφρασε την ικανοποίηση του κλάδου για πρωτοβουλίες που ελήφθησαν από την κυβέρνηση, προκειμένου να «ξεκλειδώσει» η αγορά του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου στην Ελλάδα, καθώς και για την πρόβλεψη απαλλαγής από τη μέτρηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά την εισαγωγή στο τέλος ταξινόμησης ως όχημα ειδικού σκοπού στην ΕΕ.
Στις θετικές ενέργειες που έγιναν και λειτούργησαν ευεργετικά για τον κλάδο του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου, συγκαταλέγεται σύμφωνα με τον ίδιο και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για τα ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα μετά από 40 χρόνια. Βάσει της νέας νομοθεσίας, τα ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα διαθέτουν πλέον ειδική ξεχωριστή πινακίδα και ανεξάρτητη άδεια κυκλοφορίας και έτσι, όπως σημείωσε, δεν αποκλείεται να ανοίξει και η αγορά ενοικίασης τους. Άλλωστε, όπως τόνισε, «στην Ελλάδα ανέκαθεν υπήρχε η ζήτηση για αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, είτε για αγορά, είτε για ενοικίαση, αλλά ήταν η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου και η υπερφορολόγηση εν μέσω της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, που πάγωσε τον κλάδο, αλλά ευτυχώς δεν τον αφάνισε».
Με εθνική στρατηγική & camper stop, ο κλάδος θα πατήσει «γκάζι»
«Το αυτοκινούμενο είναι ένας από τους πιο σημαντικούς μελλοντικούς τρόπους τουρισμού για την Ελλάδα», επισήμανε ο κ. Ζαμπέτας, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι χωρίς τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την προσέλκυση της αγοράς των τουριστών αυτοκινούμενου τροχόσπιτου και την υλοποίηση επενδύσεων σε υποδομές, «η χώρα μας δε θα καταφέρει να επωφεληθεί στον βαθμό που μπορεί, με δεδομένο μάλιστα ότι αποτελεί μια από τις πιο αγαπητές παγκοσμίως- μεταξύ άλλων για τον πολιτισμό, το κλίμα και τη γαστρονομία της».
Έτσι, χωρίς νομοθετικό πλαίσιο που θα ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των χώρων στάθμευσης (camper stop) για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα-σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας νόμιμος- «πως θα έρθουν στην Ελλάδα οι ξένοι να ξεχειμωνιάσουν;», αναρωτήθηκε ο ίδιος.
Το αυτοκινούμενο ανήκει στην κατηγορία Μ1 Ι.Χ. αυτοκινήτων και έτσι μπορεί να σταθμεύσει όπου κι ένα ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο, αλλά αυτό που δεν μπορεί να κάνει είναι να προβεί σε ενέργειες κάμπινγκ, δηλαδή να ανοίξει παράθυρα, τέντες, να βγάλει τραπεζοκαθίσματα. «Αυτό όμως δεν αρκεί. Χρειάζεται ειδικός χώρος, όπου εκτός της στάθμευσης θα μπορεί να κάνει και σέρβις. Δηλαδή να πάρει νερό και να αδειάσει τις δεξαμενές λυμάτων. Ο χώρος αυτός ονομάζεται διεθνώς camper stop, μπορεί να είναι αποκλειστικά για αυτοκινούμενα αλλά και μικτός με άλλα ΙΧ αυτοκίνητα --πάντα όμως οριοθετημένος για τα αυτοκινούμενα», σημείωσε.
Ουσιαστικά, «μιλάμε για χώρους, όπου κάποιος μπορεί να σταθμεύσει με μικρό κόστος παραμονής -ακόμη και δωρεάν για π.χ. 24 ώρες παραμονής- και που, μεταξύ άλλων, είναι περιφραγμένοι, με φωτισμό, έλεγχο εισόδου/εξόδου και με μπάρα για πληρωμή», εξήγησε, διευκρινίζοντας πως η επένδυση για την ίδρυση ενός τέτοιου ειδικού χώρου στάθμευσης/camper stop, ξεκινά από τα 500 ευρώ και φτάνει «μέχρι όπου θέλει κάποιος ανάλογα με τις υπηρεσίες που επιθυμεί να προσφέρει». Πρόσθεσε δε ότι έχει ήδη έτοιμο σχετικό business plan, το οποίο έπειτα και από την επίσκεψή του στην Παγκόσμια Έκθεση Τροχόσπιτων στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, προτίθεται να το παρουσιάσει και να το καταθέσει σε στελέχη του υπουργείου Τουρισμού.
Στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 20.000 camper stop, «ενώ στους διεθνείς καταλόγους των camper stop, για την Ελλάδα επισημαίνεται ότι δεν υπάρχουν επίσημοι τέτοιοι χώροι και οι αναγραφόμενοι είναι με επιφύλαξη».
Επιπλέον, σύμφωνα με τον ίδιο απαιτείται η χάραξη εθνικής στρατηγικής για την προσέλκυση των ξένων του κλάδου του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου, όπως και πρόβλεψη/μέριμνα για να μπορούν όσοι το επιθυμούν,«που το επιθυμούν πολλοί εκτιμώ», να «ξεχειμωνιάσουν» ζεστά στην Ελλάδα.
Ήδη καταγράφονται πολλοί οι Βορειοευρωπαίοι κάθε χειμώνα που «μεταναστεύουν» σε αναζήτηση ηπιότερου κλίματος, σε Ισπανία και Πορτογαλία, με πολλαπλά τα οφέλη για τις τοπικές οικονομίες των χωρών που επισκέπτονται για κάποιους μήνες μέσα στο χειμώνα.
«200.000 Γερμανοί ιδιοκτήτες αυτοκινούμενου τροχόσπιτου ξεχειμωνιάζουν κάθε χρόνο στην Ισπανία, αφήνοντας κατά μέσο όρο 1.000-1.500 ευρώ μηνιαίως ανά οικογένεια στη χώρα, ενώ είναι και άλλοι, όπως Ολλανδοί και Άγγλοι που "ψηφίζουν" Πορτογαλία», επισήμανε ο ίδιος, λέγοντας ότι σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η Ελλάδα φιλοξενεί ελάχιστα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα «χάνοντας πολύτιμα κεφάλαια από τον περιοδεύοντα τουρισμό».