Ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές των τραπεζικών μετοχών δίνει η Morgan Stanley, επικαλούμενη έξι καταλύτες.
Το σκεπτικό της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας, είναι απλό, όπως αναφέρει σε έκθεσή της: «Η αγορά είναι ανοικτή για αυτές τις ιστορίες απομόχλευσης. Ερευνήστε για τράπεζες με ισχυρή υποκείμενη κερδοφορία, χαμηλά ρίσκα εκτέλεσης και άμεσους καταλύτες, ενώ μετά την Ιταλία (Monte) και Γερμανία (Deutsche Bank), ακολουθούν οι ελληνικές τράπεζες, με στόχους για δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων μεγαλύτερο του 10% την επόμενη διετία», γράφει η Morgan Stanley, υποστηρίζοντας ότι το κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών είναι το trade του 2020.
Με βάση τα παραπάνω, παραθέτει έξι καταλύτες, οι οποίοι όπως επισημαίνει, είναι οι εξής:
- Το σχέδιο «Ηρακλής»: Ο μηχανισμός για τις κρατικές εγγυήσεις στις τιτλοποιήσεις και τη μείωση των NPEs είναι έτοιμος, καθώς εγκρίθηκε από την DG Comp τον Οκτώβριο και από το ελληνικό κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο. Παρόμοιος μηχανισμός στην Ιταλία (GACS) εφαρμόστηκε το 2016 και μείωσε τα κόκκινα δάνεια από τα 324 δισ. ευρώ στα 165 δισ. ευρώ.
- Ορατότητα για την οργανική μείωση των NPEs: Τα σχέδια για μείωσή τους στηρίζονται σε πολύ συντηρητικές υποθέσεις. Η Alpha Bank εκτιμά πως η ετήσια μέση αύξηση των τιμών των ακινήτων θα κυμανθεί κοντά στο 3,5-4%, ενώ η πραγματική άνοδος είναι πολύ υψηλότερη. Οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 9,1% μέχρι το γ' τρίμηνο του 2019 και αναμένεται να αυξηθούν κατά 8,4% φέτος.
- Οι αγορές υποτιμούν την κυβέρνηση: Η Αθήνα έχει δεσμευτεί για ανάπτυξη της τάξης του 4% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Η πορεία δείχνει ισχυρή (σήμερα κινείται κατά μ.ο. στο 2,5%) και πνέει ούριος άνεμος: Πέρασαν πάνω από 30 νομοσχέδια τους τελευταίους πέντε μήνες στη Βουλή, μεταξύ των οποίων η φορολογική μεταρρύθμιση, ενώ έγιναν σημαντικά βήματα προς την μετάβαση στην ψηφιακή εποχή.
- Το νέο πτωχευτικό πλαίσιο έρχεται έως τον Απρίλιο: Στοχεύει στην απλοποίηση και την επιτάχυνση του πτωχευτικού πλαισίου, μέσω της ενοποίησης επτά διαφορετικών διαδικασιών, επισπεύδοντας την οργανική μείωση των NPEs.
- Αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας: Όλοι οι οίκοι αξιολόγησης, εκτός της Moody’s, δίνουν σταθερό outlook, εν αναμονή της ετυμηγορίας της DBRS στις 24 Απριλίου. Τα ελληνικά ομόλογα αξιολογούνται με BB- αλλά οι αποδόσεις είναι αντίστοιχες των ιταλικών, ενώ η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ εμφανίστηκε πεπεισμένη ότι τα ελληνικά ομόλογα θα μπουν στο QE.
- Τα κεφαλαιακά σχέδια των τραπεζών είναι πολύ συντηρητικά: Η διαδικασία μείσωης του κινδύνου δεν επιτρέπει μείωση του μελλοντικού Pillar 2R ή άλλων απαιτήσεων των ρυθμιστικών αρχών.
Αναφερόμενη στην Εθνική Τράπεζα, κάνει λόγο για πρωταθλητή της Ελλάδας με την υψηλότερη κάλυψη (54% έναντι 44% της Αlpha Βank και 46% της Τράπεζας Πειραιώς), ισχυρό κεφαλαιακό δείκτη (CET1 16,4% και συνολικό δείκτη 17,5%) και το χαμηλότερο υφιστάμενο απόθεμα NPEs (12,173 εκατ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 34,2% του χαρτοφυλακίου δανείων). Ο δείκτης κόστους προς έσοδα βρίσκεται στο 57%, που είναι το χαμηλότερο μεταξύ των τραπεζών της ΕΕ (π.χ. στην Deutsche Bank είναι στο 93%) και στοχεύει σε δείκτη NPE στο 5% NPE έως το 2022.
Για την Alpha Bank, σημειώνει πως είναι η πιο καλά κεφαλαιοποιημένη τράπεζα, με κεφαλαιακό δείκτη CET1 (18%), αν και με υψηλότερα NPEs (22 δισ. αντιστοιχούν στο 45,5% του χαρτοφυλακίου) και χαμηλότερη κάλυψη (44%). Tο σχέδιο τιτλοποίησης NPEs ύψους 12 δισ. ευρώ θα τα ρίξει σε περίπου 20% εντός του 2020 και θα μειώσει κατά 100 μονάδες βάσης το κόστος κινδύνου. Η διαδικασία τιτλοποίησης έχει ξεκινήσει και η ολοκλήρωσή της αναμένεται μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Σε ό,τι αφορά την Τράπεζα Πειραιώς, αναφέρει πως πρόκειται για την πιο αδύναμη από όλες τις ελληνικές τράπεζες με CET1 15,1% (και συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 17,1% μετά από το νέο Tier ΙΙ), αλλά με καλύτερη κάλυψη από την αντίστοιχη της Alpha (46%). Ο δείκτης NPE είναι επίσης ο υψηλότερος όλων, στο 51,6%. Πάντως αποτελεί το καλύτερο ποντάρισμα, σύμφωνα με την Morgan Stanley, καθώς διαθέτει assets ακίνητης περιουσίας αξίας 23 δισ. ευρώ ως ασφάλεια για δάνεια και επίσης ίδια περιουσιακά στοιχεία 3 δισ. ευρώ.