Μεταξύ έξι «μνηστήρων» καλείται η Alpha Bank να επιλέξει, τις επόμενες ημέρες, τους τρεις ή τέσσερις επενδυτές που θα συνεχίσουν στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού πώλησης έως 100% του μετοχικού κεφαλαίου της Cepal και έως 95% των τίτλων ενδιάμεσης και χαμηλής διαβάθμισης της τιτλοποίησης Galaxy.
PIMCO, Cerberus και Elliott έχουν, θεωρητικά, ισχυρό κίνητρο να διεκδικήσουν σθεναρά την απόκτηση της Cepal, «προικισμένης» με μία τουλάχιστον 10ετή σύμβαση διαχείρισης του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposures - NPEs) της Alpha καθώς οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων τις οποίες ελέγχουν ή συμμετέχουν χρειάζονται κρίσιμη μάζα.
Η διάθεση της PIMCO να ενισχύσει την εν Ελλάδι παρουσία της στη διαχείριση πιστώσεων από δάνεια και πιστώσεις παραμένει ισχυρή, παρά το «ναυάγιο» της αποκλειστικής διαπραγμάτευσης με τη Eurobank για τη FPS και τη μεσολάβηση της πανδημίας της Covid-19.
Ο αμερικανικός όμιλος ανεβάζει στο 40% το ποσοστό του στον όμιλο Qualco, όπως είχε προαναγγελθεί τον περασμένο Σεπτέμβριο, καλύπτοντας εξ ολοκλήρου αύξηση κεφαλαίου, ύψους περίπου 10 εκατ. ευρώ στην εταιρεία συμμετοχών του ομίλου και εξαγοράζοντας έναντι 6 εκατ. ευρώ αναλογικά από τους υπόλοιπους μετόχους το 7,5%. Παράλληλα, ζήτησε αλλαγές στη δομή του ομίλου, ώστε η Q-Quant, εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, να ελέγχεται απευθείας από την εταιρεία συμμετοχών του ομίλου Qualco Holdco Limited.
Η Cerberus, παρότι αποτελεί το μεγαλύτερο όνομα μεταξύ όσων συμμετέχουν, δεν έχει κάνει καμία συναλλαγή στην εγχώρια αγορά, ενώ αποχώρησε νωρίς από τη διαδικασία της Πειραιώς για την ανάθεση διαχείρισης του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της.
Η Elliott, από την πλευρά της, έχει λόγους να ενισχύσει την ιταλική θυγατρική της στη διαχείριση απαιτήσεων Credito Fondiario, προκειμένου εν συνεχεία να την εισαγάγει σε οργανωμένη αγορά. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Elliott έχει συμπράξει με την ιταλική Cerved για την εξαγορά της Cepal, κάτι που αν επιβεβαιωθεί, μειώνει τους «μνηστήρες» σε πέντε.
Αστάθμητο παράγοντα αποτελεί, σύμφωνα με την αγορά, η Bain, η οποία δεν διαθέτει δική της «πλατφόρμα» διαχείρισης απαιτήσεων και επομένως τεχνογνωσία για να διαχειριστεί και να αναπτύξει τη Cepal. Βρίσκεται, όμως, σε ανοικτή γραμμή με τη Fortress για τη σύμπηξη κοινοπρακτικού σχήματος. Αν βρεθεί modus operandi και το σχήμα γίνει αποδεκτό από την Alpha, θα αποτελέσει ένα από τα φαβορί για την απόκτηση της Cepal.
Σημειώνεται ότι τα σενάρια εξαγοράς της Cepal από την Bain και εν συνεχεία συγχώνευσης με την doValue, στην οποία η Bain διατηρεί επενδυτική θέση (σ.σ. περίπου 10%), δεν ευσταθούν καθώς η Alpha επιδιώκει να ολοκληρώσει τη συναλλαγή το αργότερο τους πρώτους μήνες του 2021 και επομένως θέλει να αποφύγει τυχόν καθυστερήσεις και προσκόμματα, λόγω εμπλοκής της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η πώληση έως 100% της Cepal και 95% των τίτλων ενδιάμεσης (mezzanine notes) και χαμηλής (junior notes) διαβάθμισης της τιτλοποίησης Galaxy αποτελεί την πρώτη μεγάλου μεγέθους σπονδυλωτή συναλλαγή, που βγαίνει μετά την πανδημία στην Ευρώπη.
Δέλεαρ για τους επενδυτές αποτελεί η νέα Cepal, «προικισμένη» με υπό διαχείριση απαιτήσεις 27 δισ. ευρώ καθώς προσθέτει κρίσιμη μάζα και -αναγκαία- γεωγραφική διασπορά σε όσους θέλουν να μεγαλώσουν «πλατφόρμες» που διατηρούν σε ευρωπαϊκές αγορές, κυρίως του Νότου. Η δε δυνατότητα αγοράς του 100% της εταιρείας αποτελεί πρόσθετο πλεονέκτημα καθώς ο αγοραστής μπορεί να δημιουργήσει την ισχυρότερη, με όρους χαρτοφυλακίου και προοπτικών, ανεξάρτητη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων στην εγχώρια αγορά.
Πηγή: euro2day.gr