«Είναι ανάγκη να επανέλθει η χώρα το ταχύτερο δυνατόν σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όχι μόνο για να καλύψει η οικονομία το χαμένο έδαφος, αλλά για να βελτιωθεί ταυτόχρονα η πιστοληπτική ικανότητα επιχειρήσεων και ιδιωτών, ώστε να ενισχυθεί η πιστωτική επέκταση των τραπεζών. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι έτοιμο να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη της χώρας. Η επέκταση της χρηματοδότησης της οικονομίας δεν είναι μόνο κοινωνική υποχρέωση του τραπεζικού συστήματος, αλλά είναι και προς το συμφέρον των μέτοχων του.
Οι τράπεζες είναι κερδοφόρες όταν χορηγούν δάνεια, σύμφωνα με τους εποπτικούς κανόνες και την επιχειρηματική κρίση των τραπεζών ως προς την πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών.» Αυτές ήταν οι επισημάνσεις του Προέδρου Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Γεώργιου Χαντζηνικολάου στην διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Ανωνύμων Εταιριών & ΕΠΕ, με θέμα: «Επιχειρήσεις, Τράπεζες και Ανάπτυξη. Νέα δεδομένα για μία νέα σχέση προς όφελος της επιχειρηματικότητας».
Ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ανωνύμων Εταιριών & ΕΠΕ, Σίμος Αναστασόπουλος επεσήμανε: «με γνώμονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μελών μας στον ειδικότερο τομέα της κρίσιμης σχέσης τους με τις τράπεζες – που είναι όλες μέλη του - και των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων που προσφέρουν, ο Σύνδεσμος επιδιώκει την δημιουργία ισορροπίας μεταξύ των ενίοτε θεωρουμένων αντικρουόμενων συμφερόντων της τήρησης της αυστηρής τραπεζικής δεοντολογίας και νομιμότητας από την μία, και την παροχή της αναγκαίας ρευστότητας με ευνοϊκούς όρους στην επιχειρηματική δράση από την άλλη».
Στόχος της συζήτησης ήταν η πρακτική προσέγγιση της Τραπεζικής Χρηματοδότησης και των Τραπεζικών Υπηρεσιών με στόχο την καλύτερη κατανόηση του τραπεζικού συστήματος από τις επιχειρήσεις και βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ Επιχειρήσεών και Τράπεζων. Οι τοποθετήσεις των ομιλητών συνέτειναν στο να αποτυπωθούν τα νέα δεδομένα αλλά και να τεθεί σε νέες βάσεις μια εξορθολογισμένη σχέση τραπεζών-επιχειρήσεων με γνώμονα μια βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.
«Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας αναφέρθηκε στην αβεβαιότητα που προκαλεί η πανδημία, στις εξελίξεις των χρηματοπιστωτκών μεγεθών στην Ελλάδα, η οποία αντισταθμίζεται εν μέρει από την επεκτατική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, την εποπτική ανοχή του εποπτικού της βραχίονα (SSM), και την δράση της Αναπτυξιακής Τράπεζας. Ως αποτέλεσμα, η πιστωτική επέκταση στην Ελλάδα έχει αυξηθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες προς τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της πιστωτικής επέκτασης κυμαίνεται γύρω από το 8%, είναι δηλαδή πολύ αυξημένος σε σχέση με τους αντίστοιχους ρυθμούς του 2019 και των πρώτων μηνών του 2020.»
Η Ελένη Βρεττού, Ανώτερη Διευθύντρια Τράπεζας Πειραιώς σημείωσε ότι «παρά τις συνθήκες της πανδημίας είναι αναγκαίο να συνεχίζουμε να στηρίζουμε τις ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα σε υγιείς κλάδους ή σε κλάδους σε αναδιάρθρωση, όπως και τα φιλόδοξα σχέδια ελληνικών επιχειρήσεων που συμβάλλουν στην ανάκαμψη. Παράλληλα, μέσα των προγραμμάτων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας στηρίζουμε όσους πελάτες επλήγησαν και έχουμε δώσει το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ των τραπεζών, περίπου 1,4 δισ.ευρώ, το οποίο εκτιμούμε ότι θα υπερβεί τα 2 δισ.ευρώ από τα υφιστάμενα προγράμματα».
«Η βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των επιχειρήσεων και εκείνων που παρέχουν χρηματοδότηση είναι καθοριστική για την ανάπτυξη». Αυτό τόνισε με την σειρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της DoValue Greece και πρόεδρος ΕΕΔΑΔΠ, Αναστάσιος Πανούσης, σημειώνοντας πως οι servicers είναι ο τρίτος πυλώνας – μαζί με τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές – με τον κλάδο να είναι «παιδί» της κρίσης.
«Οι τράπεζες παρέχουν επιστρεπτέα κεφάλαια. Αυτό είναι σαφές. Θέλουμε να βλέπουμε επιχειρηματικές προτάσεις που να έχουν και την συνεισφορά ιδίων κεφαλαίων, προκειμένου να οδηγούν σε υγιή επιχειρηματικά σχέδια. Οι εξασφαλίσεις είναι απαραίτητες για την υποστήριξη των σχεδίων σε περίπτωση ανατροπής των συνθηκών ή αποτυχίας», τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Attica Bank, Θεόδωρος Πανταλάκης.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι έτοιμο να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη της χώρας
Στόχος της συζήτησης ήταν η πρακτική προσέγγιση της Τραπεζικής Χρηματοδότησης και των Τραπεζικών Υπηρεσιών με στόχο την καλύτερη κατανόηση του τραπεζικού συστήματος από τις επιχειρήσεις και βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ Επιχειρήσεών και Τράπεζων.